Οι μύθοι, τα αρχέτυπα και οι σχέσεις των δύο φύλων (και μια ερμηνεία στην "ωραία κοιμωμένη του δάσους") PDF Εκτύπωση E-mail
Πνευματικότητα - Εσωτερικές παραδόσεις
Πέμπτη, 28 Δεκέμβριος 2006 10:49
του Κλωντ Μπρυλέ

Για να διεισδύσουμε πιο εύκολα, όχι μόνο με το κεφάλι αλλά επίσης και κυρίως με την καρδιά, σ’ αυτή την μελέτη, η επιλογή του πρώτου Μύθου είναι πολύ σημαντική. Όλοι γνωρίζουμε την σπουδαιότητα του πρώτου ονείρου στην αρχή μιας ψυχανάλυσης. Προαναγγέλλει τα ουσιαστικότερα ζητήματα, τα κυριότερα στάδια που θα γνωρίσει η εν λόγω ανάλυση. Και άλλα όνειρα θα έρθουν σιγά σιγά να προστεθούν σ’ αυτό το αρχικό δεδομένο, αλλά δεν θα προσφέρουν παρά πληροφορίες σχετικά με το τι συμβαίνει τότε. Ωστόσο, το ουσιαστικό θα έχει αποκαλυφθεί κατά την διάρκεια του πρώτου ονείρου.

Το ίδιο είναι αλήθεια, επίσης, για κάθε ταξίδι μύησης, δηλαδή για κάθε ταξίδι που ενέχεται στην εξέλιξη της ψυχής. Κι αυτό λέγεται για να μη συγχέουμε άμεσα ταξίδι μύησης και τουριστικά ταξίδια που αφθονούν στις μέρες μας, αν και στην πορεία αυτών των τελευταίων, που είναι προσεκτικά οργανωμένα, περιστατικά με μυητικό υπόβαθρο μπορούν να παρέμβουν και να αναστατώσουν ένα πρόγραμμα τόσο καλά συγκροτημένο. Κάποια γαμήλια ταξίδια, για παράδειγμα, θα αντανακλούν, παρά την συντομία τους, όλα τα επεισόδια της διαδρομής που θα γνωρίσει το ζευγάρι στην διάρκεια της συμβίωσής του. Λοιπόν, το ίδιο θα συμβεί για τις σειρές των Μύθων που, όπως θα δούμε, είχαν την ίδια προέλευση και συγκεντρώθηκαν σε συλλογές. Με την προϋπόθεση, εννοείται, πως ο αφηγητής είχε επαρκή έμπνευση ώστε να βρει την χρονολογική σειρά.

Δεν γνωρίζουμε αν αυτή η έμπνευση έπαιξε τον ρόλο της, αλλά η πολύ ωραία έκδοση των Παραμυθιών του Perrault, που εκδόθηκε από τον Jean de Bonnot το 1972, την αντανακλά. Πράγματι, η συγκεκριμένη έκδοση, που μας προσφέρει πρώτα απ’ όλα, στην αρχή των σε πεζό λόγο Μύθων την «Ωραία κοιμωμένη του δάσους», δεν μοιάζει να έχει πλανηθεί. Ο εν λόγω Μύθος μας φαίνεται και εμάς ο «number one» της σειράς που επέλεξε ο Perrault.

Δύο ενδείξεις θα εδραιώσουν την διαίσθησή μας. Η πρώτη είναι μυθολογικής, φολκλορικής τάξης. Σε όλες τις παραδόσεις συναντούμε θεές, πριγκίπισσες κοιμισμένες ή καταβροχθισμένες? πριγκίπισσες των οποίων η αφύπνιση αναστατώνει την μέχρι τότε καθεστηκυΐα τάξη. Ωστόσο αυτή η οικουμενικότητα δεν θα μας ήταν αρκετή για να μας οδηγήσει στο να τοποθετήσουμε αυτόν το Μύθο στο Νούμερο ένα, αν η δεύτερη ένδειξη, θεολογικό-ψυχολογικής τάξης, δεν μας εμφάνιζε καταφανώς τα πρωτοτόκια.

Διότι στο κέντρο της ωραίας κοιμωμένης του δάσους βρίσκεται όλο το χριστιανικό μυστήριο. Και παρ’ όλο που δεν χρειάζεται να υπολογίζουμε στους σημερινούς παπάδες και ιερωμένους προκειμένου να την βγάλουμε από τον ύπνο της, είναι εξίσου αληθές ότι το 1850, ένας πάπας (ο Πίος ΙΧ), ωθούμενος από την βάση του, έκρινε δογματικά χρήσιμο να αφυπνίσει την Μαρία και να της προσφέρει μια Μετάσταση την οποία περίμενε εδώ και είκοσι περίπου αιώνες.

Ένα χελιδόνι δεν φέρνει την άνοιξη, όπως κι ένα δόγμα δεν κάνει την πραγματικότητα. Για μεγάλο αριθμό Χριστιανών, ιδίως των Προτεσταντών, η Μαρία κοιμάται ακόμα έναν ύπνο βαθύ, προστατευμένη από έναν πυκνό αγκαθωτό φράκτη, συνιστώμενο από έναν ορθολογιστικό ουμανισμό και μια επιστημονική σκέψη που δεν μπορούν, με τίποτα, να αποδεχτούν την «κοίμησή» της. Δηλαδή έναν υπερφυσικό ύπνο, που μπορεί να έχει την όψη του θανάτου δίχως να οδηγεί σ’ αυτόν. Έναν ύπνο που μπορεί να διαρκέσει εκατό χρόνια, χίλια χρόνια, χωρίς εκείνη που βρίσκεται σε ένα τέτοιο λήθαργο να υποφέρει. Καθώς στοχαζόμουν αυτόν το Μύθο και φυλλομετρώντας το σχόλιο του Shur? πάνω στην τετραλογία του Βάγκνερ, ειδικότερα πάνω στην κοίμηση μιας άλλης καλλονής, μιας θεάς που όμως δυσκολεύεται να ενσαρκωθεί, της Βρουνχίλδης που περιμένει τον Ζίγκφριντ, τον γοητευτικό της πρίγκιπα, τον αναγκασμένο να αψηφήσει όχι τα αγκάθια, αλλά έναν πύρινο προστατευτικό κύκλο τον οποίο μερίμνησε να εγκαταστήσει ο πατέρας της εν λόγω καλλονής: ο Όντιν, άλλως Βόταν, άλλως Ζευς, άλλως Γιούπιτερ, να που πέφτει ξάφνου στα πόδια μου μια καρτ-ποστάλ τοποθετημένη μέσα σε εκείνο το βιβλίο πολλά χρόνια πριν: Το φρέσκο της Μετάστασης της Μαρίας στην Ιερουσαλήμ... Συγχρονικότητα, που θα έλεγε και ο Γιουνγκ.

Δεν τίθεται θέμα να διερωτόμαστε στην μελέτη μας για την ιστορικότητα του προσώπου που απεικονίζεται εκεί, αλλά, μιας και θα μας άρεσε να γίνουμε καλοί ψυχολόγοι, μας ενδιαφέρει το αρχέτυπο, το τι μπορεί να αντιπροσωπεύει για μας, σήμερα, στην καθημερινότητά μας: η Μετάσταση και το ξύπνημα αυτής της ωραίας κοιμωμένης του δάσους, της γυναίκας εκείνης που έπαιξε έναν κεφαλαιώδη ρόλο πριν από περίπου είκοσι έναν αιώνες. Και για να μην υποπέσουμε στον πειρασμό να ενδιαφερθούμε υπερβολικά βιαστικά και κυρίως στείρα για το ιστορικό πρόσωπο, θα διαβάσουμε με την σειρά μας ένα γράμμα του Γιουνγκ απευθυνόμενο την 25 Νοεμβρίου 1950 (δηλαδή έναν αιώνα μετά την επίσημη διακήρυξη του δόγματος της Μετάστασης της Μαρίας) σε έναν ιερέα μιας αμερικανικής Εκκλησίας. Ιδού η ουσία του: Αν το θαύμα της Μετάστασης δεν είναι ένα πνευματικό περιστατικό ζωντανό και επίκαιρο, αλλά ένα φυσικό φαινόμενο πιστοποιημένο από την Παράδοση ή που υποτίθεται, σύμφωνα με την πίστη, ότι συνέβη πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, τότε δεν έχει περισσότερη σχέση με το πνεύμα από όση μια οποιαδήποτε σύγχρονη παραψυχολογική ιστορία.

Ένα σωματικό συμβάν ποτέ δεν θα μπορέσει να αποδείξει την ύπαρξη και την πραγματικότητα του πνεύματος. Το γεγονός ότι εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια ένα σώμα εξαφανίστηκε δεν αποδεικνύει με τίποτα την ζωή και την πραγματικότητα του πνεύματος, τουλάχιστον όχι περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο θαύμα. Γιατί επιμένουμε στην ιστορική πραγματικότητα της παρθενικής γέννησης σαν κάτι το ιδιαίτερο, ενώ ταυτόχρονα αρνούμαστε εκείνη την πραγματικότητα στην περίπτωση όλων των άλλων μυθικών παραδόσεων;

Αν η εν λόγω επιμονή μας εκπλήσσει τόσο, είναι επειδή δεν προσθέτει τίποτα στην σπουδαιότητα της ιδέας. Αντίθετα μάλιστα, εκτρέπει το ενδιαφέρον από την πνευματική άποψη, την τόσο σημαντική, προς το πολύ προβληματικό και στερούμενο του παραμικρού ενδιαφέροντος φυσικό φαινόμενο. Δεν θα μπορούσα να θεωρήσω αυτό το παράξενο κατόρθωμα παρά ως μια απόπειρα να αποδειχθεί η ύπαρξη του πνεύματος σε ακαλλιέργητα και πρωτόγονα όντα, ανίκανα να αντιληφθούν την ψυχική αλήθεια μιας ιδέας και τα οποία κατά συνέπεια έχουν ανάγκη ενός θαύματος ως απόδειξης μιας πνευματικής πραγματικότητας.

Είναι πολύ πιθανό η ζωντανή αναπαράσταση της Μετάστασης να μη γεννήθηκε ήδη από την εποχή του αποστολικού κηρύγματος αλλά πολύ αργότερα. Μπορούμε να αποδείξουμε ότι το συγκεκριμένο θαύμα άρχισε να ενεργεί τον VΙο αιώνα. Η εν λόγω Μετάσταση δεν συνιστά τίποτα περισσότερο από ένα πνευματικό γεγονός που μπορούμε να το ορίσουμε ως την ένταξη της θηλυκής αρχής μέσα στην χριστιανική εικόνα του Θεού.

Αν η Ανάληψη της Παρθένου γίνεται αντιληπτή ως ένα ιστορικό γεγονός εντελώς συγκεκριμένο, τότε παύει να είναι μια ζωντανή πνευματική εμπειρία. Η εν λόγω ανάληψη δεν είναι περισσότερο ή λιγότερο παράξενη και ενδιαφέρουσα από την ανάληψη του Ηλία ή την εκπληκτική εξαφάνιση του Ενώχ στην Παλαιά Διαθήκη. Αυτό σημαίνει πως απομακρυνόμαστε από το αληθινό πρόβλημα, δηλαδή από την ανάληψη ως σύμβολο? επειδή ο μοναδικός πραγματικά σημαντικός παράγοντας είναι το ζωντανό αρχέτυπο που ανοίγει ένα δρόμο προς την συνειδητότητα.

Όσο επιμένετε στην ιστορικότητα, όχι μόνο κινδυνεύετε να προκαλέσετε ερωτήματα που προδίδουν την έλλειψη κατανόησης και που δεν περιλαμβάνουν απαντήσεις, αλλά επίσης εκτρέπετε τα βλέμματα από το ουσιαστικό, από την ιδέα, προς μια χονδροειδή πραγματικότητα ενός φαινομένου καθαρά σωματικού. Και δεν υπάρχει τότε παρά ένα φυσικό συμβάν που έλαβε χώρα σε έναν ορισμένο τόπο, σε έναν ορισμένο χρόνο, ενώ το πνεύμα είναι αιώνιο και πανταχού παρόν.

Ακόμα και το λεπτό σώμα δεν υπάρχει παρά σε σχέση με τον χρόνο και τον χώρο. Αν θεωρήσουμε την Ανάληψη ως ένα συμβάν μέσα στον χρόνο και μέσα στον χώρο, θα οφείλαμε να προσθέσουμε ότι μέσα στην αληθινή της πραγματικότητα μπορεί να λαμβάνει χώρα αιωνίως και παντού.

Για να φτάσουμε να δεχτούμε την εν λόγω Μετάσταση χρειαστήκαμε περισσότερα από χίλια εννιακόσια χρόνια. Υπό αυτές τις συνθήκες μου φαίνεται παράλογο να επιμένουμε στην συγκεκριμένη ιστορικότητα του ζητήματος. Αν, ωστόσο, το διατυπώνατε ως εξής: πιστεύω ότι η Μαρία προικισμένη με το σώμα της της δόξας, δηλαδή παρουσιάζοντας την ιδιαιτερότητα μιας αποφασιστικότητας σχεδόν «σωματικής», πήρε την θέση της πλησίον της θεότητας, τότε θα μπορούσα να συμφωνήσω μαζί σας.

Τέτοια φαίνεται να είναι και η αντίληψη του καθηγητή Karrer, καθώς επιμένει στο γεγονός ότι η Μαρία δεν είναι η μόνη που ανέβηκε στον ουρανό. Μοιάζει να υπάρχει μια ορισμένη παραδοσιακή συναίνεση πάνω στο γεγονός ότι μια ζωή που πραγματώνει την θρησκευτική ολοκλήρωση, δηλαδή την συνειδητή αφομοίωση του ουσιαστικού αρχέτυπου, δικαιώνει την ελπίδα μιας ατομικής ύπαρξης μέσα στην αιωνιότητα. Η εφαρμογή αυτής της ιδέας στην Μαρία φαίνεται να ανήκει απολύτως στην επικράτεια της χριστιανικής φιλοσοφίας."

Από αυτή την επιστολή θα συγκρατήσουμε την προτεραιότητα που δίνεται στην πνευματική εμπειρία, αναγκαία για την κατανόηση του ιστορικού γεγονότος του οποίου την σημασία θα αντιληφθούμε αργότερα, καθώς και την ιδέα ενός αιώνιου Θηλυκού που κοιμάται μέσα στον καθένα μας από πολύ καιρό. Ξανασυναντούμε στην Αγία Γραφή αυτό το αιώνιο Θηλυκό που αποκαλείται Sapientia Dei, η θεϊκή Σοφία. Εκείνη που βρισκόταν ήδη εκεί όταν πλάστηκε ο κόσμος (Παροιμίες 8). Αυτό το αιώνιο Θηλυκό εξορίζεται όχι μόνο από την χριστιανική Εκκλησία, αλλά και από την εξέλιξη της ανθρώπινης φυλής ήδη από μια εποχή που δεν μπορεί να καθοριστεί σαφώς.

Εκείνο που δυσχεραίνει αυτή την έρευνα «περί σοφίας», είναι το ότι το αιώνιο θηλυκό μοιάζει να μιλάει ένα ιδίωμα αποκλειστικά δικό του, ένα ιδίωμα απολύτως μεταφορικό. Δεν μιλάει διαφορετικά. Σήμερα αυτόν τον τρόπο έκφρασης τον αποκαλούμε το ιδίωμα των αντιστοιχιών ή, επίσης, ερμητική έκφραση. Στην πραγματικότητα πρόκειται για το ιδίωμα της μητέρας μας λ’ Ουάιγ. Είναι το προπατορικό «ακούσατε» «ακούσατε». Ακόμα πρέπει να ακούσουμε, ακόμα πρέπει να καταλάβουμε αυτές τις εικόνες, το τι σημαίνουν. Είμαστε σε πλήρη μυστικισμό, δηλαδή μιλάμε σιωπώντας. Το προπατορικό ιδίωμα, αυθόρμητο. Εκείνο με το οποίο μιλάει επίσης το ασυνείδητό μας. Εκείνο που μας έρχεται ακόμα στην διάρκεια του ύπνου μας, όταν επιτέλους σωπαίνουμε...

Με την μητέρα μας Λ’ Ουάιγ θα ξαναβρούμε για ένα διάστημα την πρωταρχική χρήση της θηλυκής λειτουργίας που και η ίδια η γυναίκα λησμόνησε, κάτι που είναι το άκρον άωτον... Αυτή η αγαθή ουράνια μητέρα μπορεί, όσο διαρκεί ένας Μύθος, να μας ξαναδώσει τις εικόνες ενός κόσμου στον οποίο (αφού αυτή η λειτουργία είναι βαριά ακρωτηριασμένη) δεν έχουμε προς το παρόν την πρόσβαση. Εκείνες του εσωτερικού Μας κόσμου. Του κόσμου των αισθήσεων, των βαθύτερων συναισθημάτων μας, των κρυφών μας, των απωθημένων σκέψεων. Του κόσμου των απαρχών μας.

Αυτή η αγαθή μητέρα Λ’ Ουάιγ, όμοια με κάθε θηλυκή λειτουργία που σέβεται τον εαυτό της, θα μας ξαναδώσει πρόσβαση προς το ασυνείδητό μας. Όχι στα σκοτεινά, στα κρυφά, αλλά μέρα μεσημέρι, σε κατάσταση πλήρους συνειδητότητας? κι αυτό χάρη στους Μύθους. Ωστόσο, ας μην έχουμε πάρα πολλές αυταπάτες, αφού οι εν λόγω Μύθοι, φορείς αυτής της σοφίας, δεν έφτασαν ως εμάς, στο τέλος του εικοστού μας αιώνα, εντελώς άθικτοι. Κάτι τέτοιο θα παραήταν ωραίο.

Ό,τι συνέβη με τα Ευαγγέλια κατά την μετάδοσή τους, προτού η γραπτή «στερέωσή τους» τα προστατεύσει από επεξηγηματικούς σχολιασμούς, παραλείψεις, διορθώσεις κειμένων κ.τ.λ., ισχύει και για τους Μύθους.

Εδώ εννοούμε τους μεγάλους Μύθους, τους προερχόμενους από μεγάλα όνειρα που αφορούν το πεπρωμένο μιας κοινωνίας, ενός λαού? όνειρο που δέχτηκε ένα μέλος εκείνης της κοινωνίας σε μια δεδομένη στιγμή της εξέλιξής της? όνειρο απομνημονευόμενο, αφηγούμενο, μεταδιδόμενο δια της προφορικής οδού, κατόπιν καταγραφόμενο με τις τροποποιήσεις που χαρακτηρίζουν αυτόν τον τρόπο μετάδοσης: τις προσθήκες προσώπων, τους εμπλουτισμούς της ιστορίας, την μετατροπή του θέματος ώστε να συμφωνεί με τα ήθη της στιγμής κ.τ.λ...

Ας θυμηθούμε τον Μύθο του Γκράαλ, αφηγούμενο από τον Chretien de Troyes, βασισμένο σ’ εκείνον ενός γέρου βάρδου που οραματίστηκε μια νύχτα το τραγικό πεπρωμένο του κελτικού λαού, που διακατεχόταν με όλη την σημασία της λέξης από τις αταβιστικές δυνάμεις. Το εν λόγω πεπρωμένο τού παρουσιάστηκε υπό την μορφή ενός πιάτου πάνω στο οποίο βρισκόταν τοποθετημένο ένα κεφάλι πρόσφατα αποκεφαλισμένο, καθώς και μια λόγχη από την οποία κυλούσαν ρυάκια αίματος. Αυτή η εύγλωττη παράθεση, στον αφηγητή μας, που ασκούσε το ταλέντο του στις ευρωπαϊκές πριγκιπικές αυλές, μετατρέπεται σε μια αινιγματική παρέλαση, όπου το βάρβαρο πιάτο αντικαθίσταται από ένα μυστηριώδες αντικείμενο: το «γκράαλ» το οποίο ο αφηγητής μας δεν ξέρει πια τι να το κάνει και από το οποίο απαλλάσσεται εγκαταλείποντας αυτόν τον κόσμο προτού τελειώσει τον Μύθο του.

Το ίδιο συμβαίνει συχνά σε όλους τους μεγάλους Μύθους που έφτασαν ως εμάς. Το προπατορικό όνειρο έχει περάσει από έναν ορισμένο αριθμό φίλτρων ανάλογα με την διάθεση των αλλεπάλληλων αφηγητών. Γι’ αυτό θα είμαστε ευτυχείς αν θα μπορούμε να συγκρίνουμε περισσότερες από μία πηγές. Θα μας είναι τότε πιο εύκολο να ανακαλύψουμε μια παράλειψη στον έναν, μια συμπληρωματική λεπτομέρεια στον άλλον, κ.τ.λ...

Όσο για την εύρεση της κατευθυντήριας ιδέας, δηλαδή υπό μία έννοια της πρωταρχικής αφήγησης, θα είμαστε, όπως δεν μπορούμε παρά να είμαστε απέναντι στην αφήγηση της ενσάρκωσης του Ιησού του Ναζωραίου μέσα στα Ευαγγέλια, αφημένοι στην διαίσθησή μας και μόνον? ορισμένοι θα έλεγαν στο άγιο Πνεύμα. Κι αυτό, εννοείται, αν πάρουμε στα σοβαρά αυτούς τους Μύθους, αν σκεφτούμε πως δεν γράφτηκαν μόνο για να διασκεδάζουν τα παιδιά, αλλά για να μας μιλήσουν για την εξέλιξή μας, τις δυσκολίες που θα συναντήσουμε στην πορεία, τους εχθρούς που θα χρειαστεί να αναγνωρίσουμε, τις βοήθειες που θα δικαιούμαστε να προσμένουμε.

Δεν μοιάζει, κατά συνέπεια πως είναι δυνατό να έχουμε αληθινούς Μύθους χωρίς όνειρα ή πρότερα οράματα, προερχόμενα από την μητέρα μας Λ’ Ουάιγ. Για να τα αντιληφθούμε πλήρως όλα αυτά πρέπει να επιστρέψουμε στις αφετηρίες μας παραδεχόμενοι ότι στην αρχή δεν υπήρχε μια ευφυής Ομιλία, Λέξη, αφυπνισμένη, οργανωτική, προγραμματιστική, αλλά ένας Λόγος, μια πράξη, μια ασυνείδητη κίνηση. Στην πραγματικότητα, ένας Λόγος σε κατάσταση καθαρή, ο οποίος, στην πρώτη του έννοια, στα ελληνικά, σημαίνει ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. Συμφωνούμε εδώ με τον Φάουστ του Γκαίτε όταν βεβαιώνει ότι στην αρχή δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ή να αναγνωρίζουμε παρά μία και μόνο πράξη.

Αυτή η κίνηση παράγει κατόπιν μια αίσθηση: Αχ... που γεννάει μια εικόνα: τον πρώτο τρόπο έκφρασης, το πρώτο αναπόφευκτο στοιχείο του ονείρου, και κατόπιν του Μύθου. Το «εν αρχή ήτο ο λόγος» με το οποίο αρχίζει το ευαγγέλιο του Ιωάννη, θα όφειλε μάλλον να έχει το νόημα: «εν αρχή ήτο η κίνηση»: Στο ξεκίνημα η ιδρυτική πράξη προς αναζήτηση ερμηνείας? η ιδρυτική πράξη μεταφραζόμενη στην στιγμή από μια αντίστοιχη εικόνα.

Ιδού, απ’ ό,τι φαίνεται, η προέλευση της ψυχικής ζωής, η προέλευση του ονείρου, η προέλευση του Μύθου. Η Λέξη δημιουργός, οργανώτρια, αυτή που προηγείται μια δεύτερης εκούσιας δημιουργίας, που αρχίζει με μια εικόνα (μια ιδέα) την οποία προσπαθούμε να συγκεκριμενοποιήσουμε, παίρνει τότε την θέση του ονείρου, του Μύθου, πράγματα που γίνονται άχρηστα, για να μην πούμε βλαβερά, καθώς είναι ικανά να διαταράξουν την υλοποίηση του προγράμματος.

Ας θυμηθούμε πως, όταν ξυπνάμε κατακλυσμένοι ακόμα από έντονες εικόνες, λέμε στον εαυτό μας: «ουφ, δεν ήταν παρά ένα όνειρο», δεν ήταν παρά ένας Μύθος. Στην αρχή: VERUS [=αληθινό (λατινικά)], ο λόγος, η πράξη, η κίνηση. Η πράξη αυτή, στην συνέχεια, ενστικτωδώς, αμέσως, ΑΝΑΚΑΛΕΙΤΑΙ, ως εικόνα, ονειρευθείσα, αφηγηθείσα. Είναι μια αντικειμενική εικόνα που μεταφράζει την κίνηση του σώματος, και στην συνέχεια της ψυχής, χωρίς η συνειδητότητα που θα γεννηθεί αργότερα, οι επιθυμίες της, οι στόχοι της της στιγμής, να μπορούν ακόμη να αναμειχθούν. Εκεί έχουμε την αυθεντική θέαση των κινήσεων του ψυχισμού? κινήσεων που, διαφορετικά, θα παρέμεναν αόρατες. Η απουσία των ονείρων, σ’ αυτή την κατάσταση του πνεύματος, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως το σημάδι ενός επιπέδου «ηλεκτρο-ονειρογραφήματος» που φανερώνει κινήσεις της ψυχής που δεν αρκούν για να παράγουν εικόνες.

Ιδού, απ’ ό,τι φαίνεται, η πρώτη φυσική λειτουργία, η πρώτη μορφή γνώσης που επιτρέπει το πέρασμα από το ασυνείδητο στο συνειδητό, όταν το δένδρο της ζωής και εκείνο της γνώσης ήταν ακόμα ενιαία. Ήταν μια φορά, όχι δύο. Ήταν ένα ήπαρ που είχε αναλάβει οργανικά αυτό το έργο προτού ο πνεύμονας και στην συνέχεια ο εγκέφαλος, ήπατα εκπαιδευμένα, συνειδητοποιημένα, πνευματοποιημένα, να παρέμβουν στην πορεία της εξέλιξης και να τροποποιήσουν, να κάνουν πιο περίπλοκο, να αντικαταστήσουν αυτόν το βασιλικό τρόπο γνώσης για να οδηγήσουν την ανθρώπινη ψυχή σε μια νέα αυτοσυνειδητότητα.

Ωστόσο υπάρχουν στιγμές όπου, με την συνειδητότητα να πέφτει σε λήθαργο, με την εγρήγορσή της να χαλαρώνει, οι μορφές αυτές εμφανίζονται εκ νέου, μας κάνουν νόημα, ή προσπαθούν να μας γνέψουν, μεταμφιεσμένες για να διαφύγουν ευκολότερα της προσοχής μας, σύμφωνα με τον Φρόιντ, ή μέσα στην ένδοξη γυμνότητά τους, την φωτεινή αυθεντικότητά τους, σύμφωνα με τον Γιουνγκ, τους δύο σύγχρονούς μας ευαγγελιστές.

Ήταν, λοιπόν, μια φορά, όχι δύο, ούτε τρεις. Ιδού γιατί ορισμένα όνειρα είναι πολύ εντυπωσιακά, αξιομνημόνευτα, αξέχαστα, μεταδιδόμενα από γενεά σε γενεά. Κυρίως όταν ένας ολόκληρος λαός νιώθει πως τον αφορά η ιστορία. Έτσι συγκροτούνται κατά πάσα πιθανότητα αυτές οι συλλογές Μύθων που αποδίδονται στην Μητέρα μου την Χήνα. Σεβαστό αποδημητικό πτηνό, που μας φέρνει ειδήσεις ενός κόσμου στον οποίο δεν έχουμε πλέον πρόσβαση. Μιας μακρινής χώρας την οποία δεν συνειδητοποιούμε πλέον.

Η Μητέρα Μου Λ' Ουάιγ αποτελεί, λοιπόν, μια ψυχική ικανότητα, ένα μέσο για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας ο οποίος, με τον καιρό, αποκοιμήθηκε, και που τώρα πλέον είναι επείγον να τον αφυπνίσουμε αν δεν θέλουμε, όπως εκείνα τα ζώα που μας περιβάλλουν, να εμποδίσουμε επικίνδυνα την εξέλιξή μας. Εκείνα, αντίθετα, μοιάζουν να βλέπουν πάντα τις ψυχικές τους κινήσεις, τις αισθήσεις τους, τις συγκινήσεις τους, τα συναισθήματά τους. Όμως η κατανόηση, η αντίληψη εκείνων των εικόνων, τους είναι πολύ περιορισμένες. Αυτή την θαυμαστή ικανότητα της γνώσης, ο άνθρωπος την έχει αναπτύξει ως ένα ορισμένο σημείο, αλλά για πολλούς και διάφορους λόγους αποκοιμήθηκε.

Ο Μύθος που επέλεξε ο Charles Perrault, ο πρώτος της υπέροχης Έκδοσης του Jean de Bonnot, του 1972, Μύθος που επαναλαμβάνεται από τους αδερφούς Γκριμ, αφηγείται, σ’ αυτό το επίπεδο ανάγνωσης, όπως θα το δούμε καθαρά, πώς αποκτήθηκε η συγκεκριμένη ικανότητα, πώς την χάσαμε. Πώς μπορούμε να την αφυπνίσουμε.

Δεν θα μας διαφύγει, ας το πούμε μια και καλή, ότι τους ήρωες που θα εμφανιστούν σ’ αυτόν το Μύθο, τους φέρουμε εντός μας είτε σε εγρήγορση, ενεργούς ή και αδρανείς. Αν ανήκουν στο φύλο μας, οφείλουμε να τους ανακαλύψουμε εύκολα εν δράσει μέσα στην συνειδητότητά μας. Αν ανήκουν στο αντίθετο φύλο, θα οφείλαμε να τους διαισθανθούμε εν δράσει μέσα στο ασυνείδητό μας. Αυτό αποτελεί μια άσκηση πιο δύσκολη, πιο επικίνδυνη.

Αν πρόκειται για ζώα, θα πρέπει να μας υπενθυμίζουν διαθέσεις, συμπεριφορές συναισθηματικές που συναντάμε στην καθημερινή μας ζωή, είτε του παρόντος είτε του παρελθόντος είτε του μέλλοντος. Ζώα που μιλούν για μας, που μας μιλούν. Από μας εξαρτάται να τα ακούσουμε μέσα μας. Αν πρόκειται για φυτά, θα πρέπει να σκεφτούμε συμπεριφορές πιο οικουμενικές, πιο αρχαίες, τότε που η ψυχή μας ικανοποιούνταν να ονειρεύεται την ζωή της, να φαντάζεται τι θα μπορούσε να είναι.

Ο Μύθος μας παρουσιάζει εξαρχής ένα ζευγάρι που θλίβεται επειδή δεν έχει αποκτήσει παιδιά. Τι το πιο κοινότοπο από αυτό το πρόβλημα της στειρότητας που σήμερα αντιμετωπίζεται με τις υιοθεσίες και την «ενοικίαση» μήτρας, τις γενετικές επεμβάσεις, για την απόκτηση, επιτέλους, του τόσο επιθυμητού παιδιού.

Εκείνο που μας ενδιαφέρει, όντας αυθεντικοί άνθρωποι, δεν είναι, πρώτα απ’ όλα, τα μέσα που θέτουμε σε εφαρμογή για να αποσοβηθεί η συγκεκριμένη στειρότητα, αλλά το αίτιο αυτής της αδυναμίας να φέρουμε ένα παιδί στον κόσμο. Πάντοτε με την πεποίθηση ότι είμαστε άνθρωποι, δεν μπορούμε να ικανοποιηθούμε από μια ψυχολογική αιτία, που θα άφηνε την ψυχή θιγμένη από μια τέτοια έλλειψη, μπροστά σε ένα αίσθημα βαθιάς αδικίας.

Το αίτιο είναι πιο συχνά νοητικό, ψυχολογικό. Όταν αυτό το αίτιο ανακαλυφθεί, γίνει αποδεκτό, τότε η ενοχοποιημένη ψυχή μπορεί να αντιληφθεί το γιατί αυτής της έλλειψης τεκνοποίησης και να χρησιμοποιήσει την συγκεκριμένη πληροφορία για να συνεχίσει την εξέλιξή της κάτω από καλύτερες συνθήκες.

Και για να βοηθηθούμε, να οδηγήσουμε την έρευνά μας άμεσα μέσα στον κόσμο των ψυχολογικών αιτιών, μπαίνει εδώ το ζήτημα αναφοράς σε έναν Βασιλιά και μια Βασίλισσα. Όπως ξέρουμε, τα βασιλικά ζεύγη γίνονται στις μέρες μας όλο και σπανιότερα και πρέπει να πούμε πως δεν αντιπροσωπεύουν πλέον και σπουδαία πράγματα. Κατά το παρελθόν, όλοι οι άντρες και όλες οι γυναίκες μιας χώρας αναγνωρίζονταν στο πρόσωπο του βασιλικού ζεύγους, που γινόταν έτσι, μονίμως, το μοντέλο τους της ζωής. Μιας ζωής που τόσο θα ήθελαν να γνωρίσουν. Εξ ου και το δράμα όταν το ζευγάρι προσβαλλόταν από στειρότητα. Μια πραγματική αγωνία απλωνόταν σ’ ολόκληρη την χώρα.

Εκείνοι οι ηγεμόνες γενικά ήταν ιδιαίτερα αναγνωρίσιμοι. Η ισχύς, η δόξα, η αρρενωπότητα, χαρακτήριζαν τον βασιλιά. Η χάρη, το κάλλος, η γοητεία, χαρακτήριζαν την βασίλισσα. Ο Λόγος, ο νόμος, το προς πραγμάτωση ιδανικό, τον έναν. Ο Έρωτας, η γλυκύτητα, η θέρμη, η προσκόλληση στα όντα και τις αγαπημένες μορφές, την άλλη. Τα θεμέλια της τότε κοινωνίας στηρίζονταν πάνω στον άγρυπνο διαχωρισμό των φύλων και τις σαφώς καθορισμένες λειτουργίες τους. Το Κράτος, με την δύναμη των όπλων, η Εκκλησία, με την ηθική και, κυρίως, την ιερατική δύναμη, αγρυπνούσαν ώστε η εν λόγω τάξη να μη διαταραχτεί. Η Τάξη αυτή αγρυπνούσε ώστε η θηλυκή πολικότητα του άντρα, την οποία η ψυχολογία ονομάζει Anima, και η αρσενική πολικότητα της γυναίκας, η οποία ονομάζεται animus, να μην αφυπνιστούν και να μη διαταράξουν την ζωή των ζευγαριών.

Μήπως δεν παρακολουθούμε στην Παλαιά Διαθήκη μια παρέμβαση τέτοιου τύπου όταν ο Ιεχωβάς, ο Θεός αυτής της Τάξης, ακρωτηριάζει το όνομα της Σαράι [Σάρας], συζύγου του Αβραάμ, κόβοντας το τελικό γιώτα και αντικαθιστώντας το με ένα «χε», την πνοή αυτής της αποκαταστημένης Τάξης; Το γιοντ [γιώτα], σύμβολο του αρσενικού φαλλού, που είχε οδηγήσει την Σαράι να διεκδικήσει μια άλλη κοινωνική θέση, λειτουργίες διαφορετικές από εκείνες που η κοινωνία της της απαιτούσε να εκπληρώνει, όφειλε να αποκοιμηθεί εκ νέου.

Όσο για τον Άβραμ, όφειλε να οχυρωθεί στην αποστολή του ως καθοδηγητής του ζευγαριού, της φυλής, του έθνους. Γι’ αυτό κι η ίδια εκείνη ισχυρή, αποφασιστική, ηγεμονική πνοή, του προστέθηκε επιπλέον. Δεν θα ονομάζεται στο εξής, Άβραμ, αλλά Αβρα(χ)άμ.

Η εκτομή και η περιτομή είναι απαραίτητες για να διατηρηθεί η σταθερότητα εκείνης της φεουδαρχικής Τάξης. Δεν μιλάμε εδώ μονάχα για συνήθεις χειρουργικές πρακτικές που ασκούνται ακόμα σε ορισμένες χώρες, στους κόλπους ορισμένων θρησκειών, αλλά για την νοητική εκτομή και περιτομή που προσφέρει το Μυστήριο του γάμου στα ζευγάρια που αφοσιώνονται ειλικρινά σ’ αυτόν τον μυστικισμό, στην πορεία του οποίου το ασυνείδητο των συζύγων, όπου βρίσκεται η αντίθετη πολικότητα, αποστειρώνεται, ουδετεροποιείται, αποκοιμιέται. Αντί αυτού του τιμήματος το μυστικιστικό σώμα, όπου τα δύο είναι ένα, διατηρείται στην αρτιότητά του: ο άντρας και η γυναίκα? ο Θεός και η Εκκλησία. Ένα όλον υπό υψηλή προστασία.

Γνωρίζοντας όλα αυτά, μπορούμε να αντιληφθούμε την αιτία της μείωσης των γεννήσεων και της γονιμότητας, τις όλο και περισσότερες περιπτώσεις στειρότητας, φυσικής ή τεχνητής, στις εκκοσμικευμένες μας χώρες. Μήπως η γονιμότητα δεν είναι παρά το σημάδι της αλληλοκατανόησης του ζευγαριού αναφορικά με τις λειτουργίες που περιγράψαμε;

Ιδού τι αντιπροσωπεύουν ακόμη στις μέρες μας ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα. Αν τα γνωρίζουμε αυτά, αντιλαμβανόμαστε γιατί αναπαράγονται δύσκολα, εξαφανίζονται από πολλές χώρες όπου η Εκκλησία δεν είναι πλέον σε θέση να εγγυηθεί, δεδομένης της νοοτροπίας της εποχής, την μυστηριακή της αποτελεσματικότητα. Τα πάντα είναι αλληλένδετα.

Ναι, μα, μια φορά κι έναν καιρό... όπου ένας Βασιλιάς και μια Βασίλισσα αντιπροσώπευαν άλλες αρχές, άλλα αρχέτυπα, άλλες λειτουργίες. Επρόκειτο για την εποχή όπου παντρεύονταν κατά προτίμηση μέσα στους βασιλικούς οίκους, οι αδερφοί και οι αδερφές. Αναφερόμαστε εδώ στους ενδογαμικούς γάμους, εκείνους των θεών, κατόπιν των αντιπροσώπων τους επί της γης: των φαραώ, των πατριαρχών? παραδείγματος χάρη Κρόνος - Ρέα, Δίας - Ήρα, Αβραάμ - Σάρα κ.τ.λ....

Τι μπορούσε να είναι αυτή η σχέση; Τι μπορούσε λοιπόν να αντιπροσωπεύει σε εκείνους τους μακρινούς καιρούς το αρχέτυπο του βασιλιά και εκείνο της βασίλισσας; Αν δεν είχαμε την παραμικρή ιδέα για τον αρχικό ρόλο αυτών των πολικοτήτων που, στην πορεία της εξέλιξης, έγιναν φύλα, πώς θα μπορούσαμε να απαντήσουμε; Πώς θα μπορούσαμε να καταλάβουμε την αληθινή πράξη της πλάσης την οποία μια μέρα θα καλούμασταν να βιώσουμε;

Ο Γιουνγκ συνδέει την αρσενική ή θηλυκή λειτουργία, με την οποία ευνοηθήκαμε στην πορεία, με τον πρωταρχικό ΈΡΩΤΑ της εξέλιξής μας, δηλαδή με την ΖΩΗ, που εμφανίζεται αρχικά σαν μια δύναμη, μια κίνηση, μια ενστικτώδης επιθυμία, αγέννητη, την οποία η παράδοση αποκάλεσε φαλλό ή λίνγκαμ [ινδουιστικό φαλλικό σύμβολο του θεού Σίβα]. Ο Γιουνγκ την ονόμασε εκείνη την δύναμη, όταν συνειδητοποίησε την ύπαρξή της: χθόνιο (:γήινο) πατέρα.

Αυτή η επιθυμία, που αναβλύζει από την μεγάλη μητέρα για την οποία δεν μπορούμε να πούμε ακόμα τίποτα, προξενεί την εμφάνιση εικόνων που αντιστοιχούν σ’ εκείνη την κίνηση. Οι εν λόγω μορφές αποτελούν το έργο της θηλυκής λειτουργίας που ονομάστηκε από τον Γιουνγκ ουράνια μητέρα, όταν κι αυτή επίσης η λειτουργία συνειδητοποίησε τον εαυτό της.

Ας σημειώσουμε αμέσως πως αυτή η επιθυμία, που αναβλύζει από εκείνες τις αβύσσους και αντιστοιχεί στον προπατορικό αρσενικό πόλο, υψώνεται, ανεβαίνει, για να συναντήσει τον θηλυκό πόλο. Η εν λόγω ουράνια μητέρα δίνει τότε μορφή στην ενέργεια που δέχτηκε. Γίνεται φορέας της ψυχής, συνειδητοποιώντας το τι φέρνει σιγά σιγά στο φως.

Είναι εκείνος ο χθόνιος πατέρας, εκείνο το αρχικό κοσμικό πρότυπο, που λησμονήθηκε, εξορισμένο από την χριστιανική συνείδηση που προσκολλήθηκε ισχυρά, για λόγους που οφείλουμε να αντιληφθούμε, στην ιδέα ενός ουράνιου πατέρα του οποίου το πνεύμα κατέρχεται και γονιμοποιεί την επίγεια μητέρα, την Εκκλησία, την Ανθρωπότητα. Το αρσενικό αντιστοιχεί εδώ στο πνεύμα και το θηλυκό στην άγρια και ακατέργαστη φύση, στην ενστικτώδη ζωή, στην άμορφη ύλη που κατ’ αυτό τον τρόπο γονιμοποιείται από το πνεύμα, σύμφωνα με τα διδάγματα της μωσαϊκής γένεσης.

Εν τούτοις, αυτή η αρχαϊκή γένεση μας τοποθετεί από πολύ νωρίς ενώπιον της αναπαράστασης ενός ασυνείδητου αρσενικού φυσικού πόλου, αυστηρά ενεργητικού, του χθόνιου πατέρα, και εκείνου μιας άλλης θηλυκής πολικότητας, επίσης ασυνείδητης, κατάλληλης για την έλευση στον κόσμο μορφών, που εκφράζουν αυτή την επιθυμία, της ουράνιας μητέρας, πρώτης μήτρας απαραίτητης για την έλευση στον κόσμο νέων εικόνων και μορφών.

Οι συγκεκριμένες λειτουργίες μπορούν να ονομαστούν «θεϊκές», φορείς ζωής, άφυλες, απρόσωπες, ασυνείδητες. Μια παθητική πολικότητα που προσλαμβάνει την ζωτική ενέργεια του χθόνιου πατέρα, ενεργητικού πόλου, προτού να γίνει ενεργή με την σειρά της, γεννώντας εικόνες που αντιστοιχούν σε εκείνη την ασυνείδητη επιθυμία. Επειδή δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πως καθεμιά από εκείνες τις αρχικές πολικότητες εκδηλώνεται σύμφωνα με μια διπλή κίνηση την οποία μπορούμε να συνοψίσουμε ως εξής:

Αρσενική πολικότητα:

1- εκπνοή: εκφραζόμενη με μια ασυνείδητη επιθυμία. Ενεργητική (: λειτουργία χθόνιου πατέρα).

2- εισπνοή: απορρόφηση μορφών που παράγονται από την θηλυκή πολικότητα προκειμένου να τους δώσει ένα νόημα. Παθητική (: λειτουργία ουράνιου πατέρα).

Θηλυκή πολικότητα:

1- εισπνοή: απορρόφηση αυτής της επιθυμίας. Παθητική. Σύλληψη των αντίστοιχων μορφών (: λειτουργία της ουράνιας μητέρας).

2- εκπνοή: γέννηση αυτών των μορφών. Ενεργητική (: λειτουργία επίγειας μητέρας).

Γνωρίζοντας τα πιο πάνω, μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε γιατί, στην πορεία της Εξέλιξης, οι ψυχές που ευνόησαν τον αρσενικό πόλο κυριάρχησαν σιγά σιγά επί των άλλων πλασμάτων, τόσο ώστε να μην κρατήσουν παρά το αρχέτυπο του ουράνιου πατέρα και να υποτιμήσουν την θηλυκή λειτουργία που ευνοήθηκε από την γυναίκα, λειτουργία που ωστόσο αποτελεί την πηγή όλων των πλασμένων μορφών.

Ιδού λοιπόν, σύμφωνα με αυτή την ψυχολογία του βάθους, οι δύο πολικότητες που δρουν συντονισμένα πριν από όποια συνειδητοποίηση που θα επιφέρει αυτό το παιχνίδι. Θα έρθουν κατόπιν οι ψυχές, που απέκτησαν αυτοσυνειδητότητα και που, μέσω μιας επιλογής όλο και πιο αποφασιστικής, θα καταφέρουν να ευνοήσουν μια πολικότητα και να αναγκάσουν την άλλη σε μια έκφραση όλο και περισσότερο κρυφή και παράνομη.

Έτσι γεννιέται η γενετήσια επιθυμία, που έχει ως αποτέλεσμα να τροποποιεί το παιχνίδι των αρχικών πολικοτήτων, κάνοντας να εμφανιστεί μέσα στον χρόνο μια θηλυκή ενστικτώδης συμπεριφορά και μια αρσενική πνευματικότητα. Δηλαδή, ένας ουράνιος πατέρας και μια γήινη μητέρα, που θα τους ξανασυναντήσουμε συχνά μέσα στους Μύθους μας. Γεγονός που δεν σημαίνει πως οι αρχικές, οι πρωταρχικές λειτουργίες αυτών των πολικοτήτων έχουν οριστικά εξαφανιστεί? αλλά πως έχουν προσωρινά αποκοιμηθεί ή ζουν μέσα στο ασυνείδητο όπου η συνειδητότητά μας τις κρατά αιχμάλωτες, μια διαβίωση δύσκολη.

Γνωρίζοντάς το επίσης αυτό μπορούμε να φανταστούμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν αυτές οι προσωρινά ταπεινωμένες πολικότητες μέσα σε εκείνη την ψυχολογία όπου η κρυμμένη θηλυκή πολικότητα αποκαλείται anima και η αρσενική πολικότητα animus.

Βρισκόμαστε επομένως σήμερα ενώπιον μιας διπλής περίπτωσης. Ας ξεκινήσουμε από τον άντρα ο οποίος, παρ’ όλο που έγινε η εικόνα του Θεού του, ένας ουράνιος πατέρας, φέρει μέσα του μια γυναικεία πολικότητα. Η πολικότητα αυτή, όταν είναι αρκούντως αφυπνισμένη, πασχίζει πρώτα απ’ όλα να τον αποσταθεροποιήσει αναφορικά με τον σκοπό που επιδιώκει: την κατάκτηση του εξωτερικού κόσμου, παρούσα μορφή της επιθυμίας του. Κατόπιν, παρουσιάζοντάς του τις εικόνες που αντιστοιχούν στον εσωτερικό του κόσμο, να τον οδηγήσει να ανακαλύψει ξανά την συμβολική κι όχι πλέον την διαβολική γνώση, συνέπεια της επιδίωξής του για δύναμη και κυριαρχία.

Δεύτερη περίπτωση απεικόνισης: η γυναίκα που έχει γίνει η εικόνα του άντρα και νιώθει ευτυχισμένη όταν απλώς και μόνο φέρνει στον κόσμο τις μορφές που εκείνος επιθυμεί. Η εν λόγω γυναίκα φέρει μέσα της μια ανδρική πολικότητα που, αν αφυπνισθεί, θα προσπαθήσει να την αποσταθεροποιήσει όσον αφορά τον κοινωνικό της ρόλο της μητέρας και την επιθυμία της να ταυτιστεί με τις μορφές που έφερε στον κόσμο, ή που αγαπάει. Κατόπιν, να την οδηγήσει να ξαναβρεί εκείνη την πρωταρχική ενέργεια που, όπως αναφέρει ο Γιουνγκ, προτρέπει τώρα την συγκεκριμένη συνειδητή ψυχή να κατακτήσει κάποια μέρα μια αληθινή ατομικότητα, μοναδική εγγυήτρια της απαραίτητης ελευθερίας ώστε να αγαπήσει και να αγαπηθεί αληθινά.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι σχέσεις του άντρα και της γυναίκας, των ζευγαριών, δεν διευκολύνονται μέσα σε αυτές τις τεταρτογενείς ανταλλαγές. Αφού ο άντρας οφείλει να απελευθερωθεί εκ των προτέρων από την κατώτερή του θηλυκότητα, αυτή την τρομερή, αβάστακτη, καταστροφική μητέρα, που αντιστέκεται όταν διαπιστώνει ότι εκείνος στον οποίο είναι προσκολλημένη, ταυτισμένη, υπάρχει κίνδυνος να κερδίσει την αυτονομία του. (Οι δράκοι των παραμυθιών). Αφού η γυναίκα οφείλει να απελευθερωθεί από την κατώτερή της αρρενωπότητα, εκείνο τον τρομερό, δεσποτικό πατέρα, που θέλει τα πάντα να συμφωνούν με την εικόνα του.

Όμως, πώς αυτή η μητέρα που έγινε γήινη, αυτός ο πατέρας που έγινε ουράνιος, μπόρεσαν να συμπεριφερθούν έτσι; Πώς αυτές οι προπατορικές πολικότητες κατέστη δυνατό να αλλοιωθούν έτσι ως προς την λειτουργία τους; Για να απαντήσουμε, απαιτείται να προσπαθήσουμε να ανασυστήσουμε ολόκληρη την ιστορία της γενετήσιας επιθυμίας, βοηθούμενοι από αυτή την ψυχολογία του βάθους. Αναλογιζόμενοι πως οι εν λόγω πολικότητες σχηματίζουν πρώτα απ’ όλα ένα ζευγάρι που δρα εναλλάξ μέσα σε ένα αρμονικό διπλό εισπνοής /εκπνοής για να φέρει στον κόσμο τις πρώτες μορφές ζωής? μορφές που εκφράζουν μια ασυνείδητη επιθυμία της αδιαφοροποίητης ακόμα ζωής να αποκτήσει την συνειδητότητα, να εξατομικευτεί, να διαφοροποιηθεί.

Εκείνες οι πρώτες έμψυχες συνειδητότητες, που αποκαλούνται ζωντανές ψυχές, δεν μπορούν πρώτα απ’ όλα παρά να ταυτιστούν με τις ασυνείδητα δημιουργημένες μορφές που αποτελούν το πρώτο τους περιβάλλον. Αυτές οι συνειδητότητες, που σύντομα γίνονται ικανές για συμπάθεια ή αντιπάθεια απέναντι σε εκείνες τις προβαλλόμενες μορφές, είναι εφεξής σε θέση να κάνουν επιλογές. Συμπεριλαμβανομένης της εκδήλωσης μιας προτίμησης αναφορικά με το παιχνίδι της μιας πολικότητας σε σχέση με την άλλη. Ορισμένες από εκείνες τις ψυχές αποκτούν έτσι σεξουαλικότητα και γίνονται σιγά σιγά θηλυκές ή αρσενικές, ανάλογα με τον αν ευνοούν την αρσενική ή την θηλυκή πολικότητα. Γεγονός που τις οδηγεί να αλλοιώσουν εντός τους την αρχική αναπνοή.

Αυτές οι αλλοιώσεις παρήγαγαν κατ’ αρχήν ζεύγη σχεδόν διδύμων, με τις διαφορές να είναι ακόμα ελάχιστες. Συνάφθηκαν αδελφικές σχέσεις. Όμως η όλο και πιο αποκλειστική επιλογή της θηλυκής πολικότητας στην γυναίκα και της αρσενικής στον άντρα, τους έκαναν πιο απαιτητικούς κατά την αναζήτηση στον άλλον της λειτουργίας που όλο και περισσότερο έλειπε. Η συζυγική ένωση, έτσι όπως μας είναι γνωστή, έγινε απαραίτητη. Η ψυχή πέρασε έτσι από την αδελφικότητα στην συζυγικότητα. Αυτή η συζυγικότητα οδήγησε την γυναίκα να γίνει όλο και περισσότερο θηλυκή και τον άντρα να γίνει όλο και περισσότερο αρσενικός. Μεταβιβάσεις όλο και πιο σημαντικές απέβησαν απαραίτητες. Ο καθένας, αποκτώντας την συνειδητή και αποκλειστική εμπειρία της αρσενικής ή θηλυκής λειτουργίας, που ως τότε είχε λειτουργήσει ασυνείδητα εναλλάξ σε όλους, όφειλε πλέον να προσμένει συνειδητά από τον / την σύζυγο το παιχνίδι της πολικότητας που του έλειπε.

Ενώ η γυναίκα ζούσε όλο και περισσότερο μέσα στην μνησικακία, την προσκόλληση σε μορφές που η ίδια είχε παράγει και επιδίωκε την εσωτερίκευση, την ένωση, την αναγνώριση, ευνοούμενες από την απώλεια συνειδητότητας, ο άντρας αρρενοποιήθηκε έντονα μέσα στην δράση, την εξωτερική κίνηση, την κατάκτηση του χώρου, μέσα στην απώλεια της ενότητας, την διαίρεση, την διάσπαση. Αλλά όταν η μεταβίβαση γίνεται μη ικανοποιητικά, η κρυμμένη πολικότητα, της οποίας η ανάπτυξη διακόπηκε, εκδηλώνει την απογοήτευσή της προβάλλοντας μια ιδανική μορφή που θα έπρεπε να αντικαταστήσει τον ανεπαρκή σύζυγο. Έτσι εμφανίστηκαν κάποιες τεκνογονίες (δημιουργώ στην θέση του...). Μπορούμε να φανταστούμε (η μυθολογία το επιβεβαιώνει) την πρώτη απογοήτευση της γυναίκας, κουρασμένης να φέρνει στον κόσμο μορφές που εκπηγάζουν από την επιθυμία του άντρα (βλέπε το μύθο της Γαίας και του Ουρανού, της Ρέας και του Κρόνου).

Έτσι ήρθε στον κόσμο ο Υιός, κληθείς για να απελευθερώσει την μητέρα του από την τυραννία του συζύγου. Αυτή η καινούρια προβολή και η καινούρια μεταβίβαση που έπεται, είναι ικανοποιητικές για την γυναίκα που επιδιώκει την χειραφέτηση, στο μέτρο που ο γιος ανταποκρίνεται σε αυτή την προσδοκία, σε αυτή την μεταβίβαση. Οπότε μπορούμε να μιλήσουμε για μια καινούρια, λεπτή, συζυγική μορφή που, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, σταματά την ανάπτυξη αυτού του γιου που, αλλιώς, αν ανέπτυσσε την αρσενική του πολικότητα θα απαιτούσε από την μητέρα του ό,τι της απαιτούσε ο σύζυγός της... ξαναβάζοντας αυτή την τελευταία μέσα στην δομή που η ίδια επιθυμούσε να εγκαταλείψει (βλέπε το μύθο του αέναου βρέφους, του αιώνιου παιδιού).

Όσον αφορά την γέννηση όχι πλέον ενός αγοριού αλλά μιας κόρης, ο Μύθος μας μας παρέχει την λύση εκείνου του αινίγματος. Όμως, μας χρειάζεται επίσης προηγουμένως και για να αντιληφθούμε σωστά το συμβολισμό εκείνων των βασιλικών συζύγων στην αρχή της ωραίας κοιμωμένης του δάσους, να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας πάνω σε εκείνο το τεταρτογενές που θίξαμε λίγο πιο πριν, και που θα είναι παρόν και όλο και περισσότερο ενεργό στην πορεία της εξέλιξης στις συναντήσεις άντρα- γυναίκα. Τέσσερις περιπτώσεις μπορούμε να επικαλεστούμε εδώ.

Πρώτη περίπτωση. Το ζευγάρι δέχεται να βιώσει τις θρησκευτικές αρχές στις οποίες παραμένει προσκολλημένο και στις οποίες ριζώνει δια μέσου της μυστηριακής οδού. Η αρσενική λειτουργία ανατίθεται στον σύζυγο. Η θηλυκή λειτουργία ανατίθεται στην σύζυγο. Εδώ η ανταλλαγή διατηρείται απλή. Λειτουργεί σύμφωνα με το δυαδικό τρόπο. Το anima του άντρα, το anima της γυναίκας, δηλαδή οι κρυφές πολικότητες στον καθένα τους, παραμένουν εν υπνώσει.

Δεύτερη περίπτωση. Με την ισχύ της θρησκευτικής πίστης φθίνουσα, το ασυνείδητο αφυπνίζεται: το animus στην γυναίκα, το anima στον άντρα. Η συγκεκριμένη αφύπνιση, που αποδυναμώνει αμέσως την δύναμη των μεταβιβάσεων, κάνει τις σχέσεις του ζεύγους να δυσκολεύουν την ζωή τους.

Βοηθούσης της κοινωνικής και θρησκευτικής δομής, αφού η αφύπνιση των εν λόγω κρυμμένων πολικοτήτων παραμένει ακόμα ασυνείδητη, δηλαδή χωρίς να έρχονται η μία ενάντια στην άλλη, η κοινή ζωή είναι ακόμα δυνατή, ακόμη και με πολυάριθμες αντιπαραθέσεις.

Τρίτη περίπτωση. Το animus στην γυναίκα, το anima στον άντρα αποκτούν δύναμη και έρχονται σε σύγκρουση. Το animus της γυναίκας επιτίθεται στον σύζυγο. Το anima του άντρα επιτίθεται στην σύζυγο. Δεν θα πάψουν να οδηγούν το ζευγάρι προς ένα χωρισμό, ένα διαζύγιο. Χωρισμό φυσικό, κοινωνικό, αν η εξωτερική κατάσταση το επιτρέπει: επαγγελματική σταδιοδρομία, θέση που πρέπει να κρατηθεί μέσα στην οικογένεια ή στους κόλπους της κοινωνίας στην οποία ανήκουν και που με το χωρισμό αμφισβητείται. Είτε νοητικός χωρισμός, ψυχικό διαζύγιο.

Η τέταρτη περίπτωση προκαλείται από μια νοητική μοναξιά, ψυχική, συχνά βιωμένη έπειτα από πολλές απόπειρες για να βρεθεί ένας σύζυγος που θα ανταποκρίνεται καλύτερα στις εκφρασμένες επιθυμίες. Ο άντρας ανακαλύπτει το anima του και η γυναίκα το animus της, που ως τότε αντιπροσωπευόταν από τον σύζυγο. Το αληθινό Έργο, το όχι πλέον συζυγικό αλλά «συννυμφευτικό», για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του Γιουνγκ, μπορεί πλέον να αρχίσει: δηλαδή δύο βουλήσεις, δύο συνειδητότητες, που ζούσαν μέσα στο ίδιο σώμα και δεν το γνώριζαν ως τώρα. Ένα ζευγάρι που καλείται να βιώσει κατ΄ αρχήν έναν εξαγνισμό των επιθυμιών, των σκοπών που επιδιώκει στην ζωή, προτού να συμφωνήσει σχετικά με το Έργο εκείνο που έχει να εκπληρώσει.

Ξαναβρίσκουμε, εδώ, μια κατάσταση παρόμοια με εκείνη των απαρχών, που όμως αυτή την φορά βιώνεται συνειδητά. Η αρσενική λειτουργία και η θηλυκή λειτουργία ενωμένες αρμονικά μέσα σε μια αναπνοή άνετη και ρυθμική, καθίστανται ικανές να φέρουν στον κόσμο το σώμα που θα εκφράσει αυτή την αξιοθαύμαστη ένωση.

Σημειώνουμε, εδώ, πως η εν λόγω αφύπνιση των κρυμμένων πολικοτήτων μπορεί, εννοείται, να εκφραστεί και εκτός της συζυγικής ή γαμήλιας ζωής. Οι θρησκευτικές κοινότητες μας παρέχουν επ’ αυτού παραδείγματα που, αν τα κατανοήσουμε, θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να συλλάβουμε το τι συμβαίνει στον άντρα και στην γυναίκα σ’ αυτή την συγκεκριμένη στιγμή της εξέλιξής τους. Προς τούτο αρκεί να ανασυσταθεί νοητικά αυτή η συζυγική δομή. Για παράδειγμα: ο άντρας και η Εκκλησία πίσω από την οποία αναγνωρίζει μια γυναίκα, γενικά μια μητέρα. Για παράδειγμα: η γυναίκα και ο Θεός της στον οποίο εκείνη έχει δώσει μέσα της την θέση του συζύγου.

Η δυσαρέσκεια, η απογοήτευση που συνοδεύουν αυτές τις σχέσεις, αυτές τις ιδιαίτερες επαφές που θα τις θέλαμε πιο ειλικρινείς, πιο τρυφερές, αρκούν τότε για να προκαλέσουν την αφύπνιση. Είναι τότε εκείνο το animus που οδηγεί την αδελφή του ελέους να παίρνει ένα ύφος αυστηρό, διάβαζε στρυφνό, συχνά ανελέητο, ιδίως απέναντι στους αρρώστους ή στα μικρά παιδιά που έχουν τεθεί υπό την προστασία της, και το οποίο της εξαφανίζει σιγά σιγά την θηλυκότητά της. Είναι η ασυνείδητη αφύπνιση αυτού του animus που οδηγεί την ίδια αδελφή να κουρεύει τελείως τα μαλλιά της, να συμπιέζει το στήθος της για να το εξαφανίζει.

Είναι εκείνο το anima που ωθεί τον αβά να καλλιεργεί αυτή την διαταραγμένη πολικότητα δεχόμενος να φορέσει το ιερατικό ράσο ενώ την ίδια στιγμή η αρσενική του πολικότητα, όχι λιγότερο διαταραγμένη, αρπάζεται με την ενεργητικότητα της απελπισίας από την γενειάδα, ύστατο σημάδι μιας φαλλικής πολικότητας σε θανάσιμο κίνδυνο. Ποιος θα μπορέσει ποτέ να καταγράψει όλες τις καταστάσεις σύγχυσης τις οποίες προξενεί η εν λόγω αφύπνιση των κρυμμένων πολικοτήτων!

Σε ένα ωραίο του έργο: «Η ψυχολογία της μεταβίβασης», ο Γουνγκ μας παραθέτει μια σειρά από γκραβούρες, που ορισμένοι θα μπορούσαν να αποκαλέσουν ερωτικές, αν δεν επρόκειτο εδώ γι’ αυτό το μεγάλο αλχημιστικό Έργο που συνίσταται στην συμφιλίωση και το πάντρεμα μέσα στον καθένα των δύο προαναφερθεισών πολικοτήτων. Εκείνοι οι πίνακες προέρχονται από ένα αλχημιστικό έργο του τέλους του Μεσαίωνα: το «rosarium philosophicorum», που παρουσιάζει το σημαντικό αυτό Έργο με τα χαρακτηριστικά ενός Βασιλιά και μιας Βασίλισσας που βιώνουν τα διάφορα στάδια της συγκεκριμένης μετάλλαξης, στιγμές αναπόφευκτες της διαδικασίας Ατομικοποίησης.

Κρατώντας στην άκρη αυτές τις πληροφορίες, ας επανέλθουμε τώρα στον Μύθο μας, μη βλέποντας σ’ εκείνον το Βασιλιά και σ’ εκείνη την Βασίλισσα παρά έναν άντρα και μια γυναίκα στην όλο πάθος αναζήτηση του Εαυτού τους.

Δύο λειτουργίες αποκοιμήθηκαν, συνεπώς, στην πορεία της μακρόχρονής μας εξέλιξης. Εκείνες που μας επέτρεπαν να βλέπουμε αυθόρμητα και να αντιλαμβανόμαστε στην συνέχεια ό,τι είχαμε μόλις νιώσει, αισθανθεί, αγαπήσει, μισήσει. Το δέντρο της ζωής και το δέντρο της γνώσης ενωμένα μέσα σ’ αυτή την ίδια αναζήτηση που απαιτούσε, για να εφαρμοστεί, την στενή ένωση των δύο πολικοτήτων, αρσενικής και θηλυκής. Οι εν λόγω πολικότητες διαταράχτηκαν στην δράση τους όταν τα φύλα, που ευνόησαν την μία από τις πολικότητες, εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν. Κατόπιν το βίωμα, το συναίσθημα, η θέαση και η αντίληψη διαχωρίστηκαν, έζησαν πολύ συχνά χωριστά.

Στον άντρα και στην γυναίκα, αυτή η θεμελιώδης λειτουργία, η μόνη που επιτρέπει μια πραγματική γνώση του είναι στο σύνολό του, ειδικότερα αυτού που φέρει στο ασυνείδητό του (του Εαυτού), μπορεί να ξαναβρεθεί και να βιωθεί, όχι πλέον ασυνείδητα όπως συνέβαινε στην περίπτωση των απαρχών της εξέλιξής μας, αλλά συνειδητά.

Αυτή η λειτουργία, που στην ψυχολογία του βάθους ονομάζεται διαισθητική, ή επίσης και υπερβατική, δεν μπορεί να γεννηθεί παρά στον βαθμό που, στον καθέναν από εμάς, οι εν λόγω πολικότητες ξαναβρίσκουν την πλήρη λειτουργικότητά τους. Είναι κάτι που στον άντρα προϋποθέτει μια σοβαρή αναζωογόνηση και κάθαρση των συναισθημάτων του, και στην γυναίκα, αν δεν έχει ήδη πραγματοποιηθεί, την ανάπτυξη μιας λογικής σχετικά αντικειμενικής, αναγκαίας για να της επιτρέψει να δει πιο καθαρά τις συναισθηματικές της επιλογές.

Ιδού τι θα προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε στον Μύθο της Ωραίας κοιμωμένης του δάσους δίχως να χάσουμε από τα μάτια μας τον συνοπτικό πίνακα των μεγάλων κινήσεων της ψυχής. Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα, που ήσαν λυπημένοι επειδή δεν είχαν κάνει παιδιά. Δοκίμασαν τα πάντα και παντού: τάματα, προσκυνήματα, προσευχές, χρησιμοποίησαν τα πάντα, αλλά τίποτα δεν έγινε.

Γνωρίζοντας όλα όσα ξέρουμε σχετικά με τον συμβολισμό του συγκεκριμένου βασιλικού ζεύγους, οι θρησκευτικές πρακτικές άλλο δεν κάνουν από το να χειροτερεύουν την κατάσταση. Αυτό που πρέπει να φέρουν στον κόσμο είναι ένα «πνευματικό» παιδί, μια νέα μορφή συνειδητότητας που, επωφελούμενο από αυτή την ανακτηθείσα ικανότητα, θα συνειδητοποιήσει επιτέλους την ίδια του την μορφή. Ένα σημαντικό βήμα στον δρόμο της εξατομίκευσης.

Η βασίλισσα έμεινε έγκυος και γέννησε μια κόρη.

Ο Perrault δεν αναφέρει τίποτα παραπάνω σχετικά με εκείνη την απροσδόκητη γέννηση. Χρειάζεται να διαβάσουμε τους αδερφούς Γκριμ, που ανακαλύπτουν τον εν λόγω Μύθο στα αρχαία γερμανικά βάθη, για να μάθουμε περισσότερα. Καθώς έπαιρνε το μπάνιο της στο ποτάμι, ένα βατράχι ανακοινώνει στην βασίλισσα ότι, πριν περάσει ένας χρόνος, θα φέρει στον κόσμο μια κόρη.

Ιδού, λοιπόν, δύο σημαντικές πληροφορίες: το υδάτινο περιβάλλον και ένας βάτραχος. Η αναπόφευκτη βουτιά μέσα στο ασυνείδητο με όλες τις εκπλήξεις που αυτή περιλαμβάνει πριν από την γέννηση, υποδεικνύονται εδώ. Θα λέγαμε, ψυχολογικά, μια κατάσταση κρίσης, κατάθλιψης, στην διάρκεια της οποίας η ψυχή χάνει τις αναφορές της και γίνεται, μέσα στην οδυνηρή κατάσταση όπου βρίσκεται, ικανή να δεχτεί νέες ιδέες ή μια έμπνευση που θα της επιτρέψει να βγει από τον μαρασμό της και να διακρίνει μια νέα μορφή ύπαρξης.

Συχνά, και μια πρόσφατη μελέτη σχετικά με τους πολιτισμούς το απέδειξε (βλέπε: οι μεγάλοι μύστες στην αναζήτηση του Εαυτού), μια απώλεια πίστης σε ό,τι μας είχε οδηγήσει μέχρι εδώ, αποτελεί μια κατάλληλη στιγμή για να προκληθεί η γέννηση μιας νέας κατάστασης. Αυτή η αναζήτηση του νερού, του λουτρού, του εντελώς σύγχρονου παρόχθιου μπάνιου (ένα λουτρό χωρίς σπουδαιότητα), αποτελεί ένα κλινικό σημάδι της διανοητικής κατάστασης του τωρινού μας πολιτισμού και, κυρίως, μια ασυνείδητη επιθυμία να απαλλαγούμε από τις αρχές που μας οδήγησαν στο να βιώσουμε μια τέτοια αποτυχία. Όμως, αυτό δεν είναι μήπως που αναζητούμε σε ένα βάπτισμα; Αυτή την απώλεια συνειδητότητας που μας ανοίγει έναν άλλο κόσμο. Και, πρέπει επίσης εκείνος ο άλλος κόσμος να είναι καταληπτός. Πόσοι και πόσοι υποψήφιοι για το βάπτισμα της ψυχής τους δεν το αγνοούν, στους θερινούς αυτούς καιρούς!

Όντας πιστοί στην μέθοδό μας εργασίας που αφορά τις αντιστοιχίες, ας αναζητήσουμε τι το αξιοσημείωτο αντιπροσωπεύει αυτό το ζώο. Χωρίς αμφιβολία, είναι η ικανότητά του να ζει ταυτόχρονα σε δύο πεδία ζωής: στην ξηρά και το νερό. Το βατράχι είναι αμφίβιο: με όλη την σημασία της λέξης, ανήκει σε δύο πλευρές της ζωής: την υγρή και την στερεά. Από την μια πλευρά το ασυνείδητο με τα νερά του που αντιπροσωπεύουν την μνήμη, τις αναμνήσεις, την κληρονομικότητα και, από την άλλη, το συνειδητό όπου μια νέα ζωή μπορεί να γίνει αντιληπτή.

Ο βάτραχος αποτελεί εδώ το σημάδι μιας μετάλλαξης που η γέννηση ενός κοριτσιού πρόκειται να συμβολίζει. Όμως, προκειμένου να μπορέσει να εκκολαφθεί μια καινούρια ζωή, θα πρέπει επίσης να εγκαταλειφθεί, όπως είπαμε, η στέρεα γη των προηγουμένων δεσμεύσεων, των παγιωμένων αρχών, των αιώνιων αληθειών και, θαρραλέα, να βουτήξουμε μέσα στο ασυνείδητο όπου τα πάντα προς στιγμή γίνονται σχετικά, απόμακρα, θολά, αμφίβολα, όπου τα προβλήματα της καθημερινότητας χάνουν την οξύτητά τους, την σημασία τους. Τότε θα μπορέσουν να εμφανιστούν καινούριες ενοράσεις τις οποίες δεν είχαμε ακόμα σκεφτεί, απασχολημένοι καθώς ήμαστε με τα ζητήματα του κόσμου μας, με το να διατηρήσουμε την περσόνα μας, για να μην αποκλειστούμε από αυτή την κοινωνία που πλέον μας αφήνει αδιάφορους.

Το εν λόγω ζώο, που μας καλεί να πάρουμε ένα δροσιστικό βάπτισμα ικανό να γαληνέψει την ζωή μας από τα υπερβολικά πάθη, από την υπερβολική επένδυσή στην επιδίωξη των ενδιαφερόντων του παρόντος κόσμου, θα το ξανασυναντήσουμε στους πρώτους χριστιανούς, αναπαριστάμενο στο κέντρο ενός λωτού. Για τους Αιγύπτιους, ο βάτραχος φέρνει στον κόσμο ένα αβγό που περιέχει εν σπέρματι μια καινούρια μορφή ύπαρξης. Είναι παρών στους τάφους, με πολυτέλεια κατασκευασμένος: το κορμί από λάπις λάζουλι, τα από γρανάτη μάτια του δεμένα με χρυσό? ο βάτραχος-ψυχοπομπός, εγγυητής μιας ευτυχούς μετάβασης από αυτόν τον κόσμο στον άλλον.

Εμείς, μέσα στο πλαίσιο αυτού του Μύθου, θα δούμε ουσιαστικά στον βάτραχο το σημάδι της μετάλλαξης της θηλυκής λειτουργίας την οποία ο άντρας είχε απωθήσει προκειμένου να γίνει βασιλιάς και που η γυναίκα είχε προσαρμοστεί στην ανάγκη αυτού του βασιλιά, ώστε η ίδια να γίνει μια βασίλισσα στο βασίλειο του συγκεκριμένου μονάρχη.

Για να εκπληρωθεί αυτή η μετάλλαξη, η θηλυκή αυτή λειτουργία οφείλει επομένως να στραφεί αποφασιστικά προς τον εσωτερικό κόσμο, εκείνον της εκείθεν ή της εντεύθεν πλευράς, τον κόσμο του ασυνείδητου και να του επιτρέψει να εκφραστεί, να εκδηλωθεί.

Ωστόσο, αυτό το άνοιγμα το εντεύθεν ή προς το εκείθεν περικλείει μεγάλους κινδύνους αν δεν συνοδεύεται από μια κάθαρση των διαθέσεων. Ο βάτραχος είναι ένα ζώο ψυχρόαιμο. Η συγκεκριμένη προσπάθεια απαιτεί μια προς στιγμήν διακοπή του ενδιαφέροντος απέναντι στις δεσμεύσεις που επιτάσσει μια κάποια κοινωνική ζωή.

Η εν λόγω μετάλλαξη περνάει επίσης από την συγκρότηση μιας λογικής που θα δείξει το μάταιο και τον εφήμερο χαρακτήρα αυτών των δεσμεύσεων. Θα αποτελέσει το έργο της αρσενικής πολικότητας, που καλείται να συμμετάσχει σ’ αυτή την μετάλλαξη. Η συνέχεια της ιστορίας θα μας δείξει, με την εμφάνιση εκείνου του νεογέννητου κοριτσιού, δηλαδή την γέννηση της τετάρτης λειτουργίας, που αποκαλείται από τον Γιουνγκ διαισθητική, και τα εμπόδια που θα συναντήσει στην πορεία της ανάπτυξής της: Για την γυναίκα, η αποδοχή σε μια δεδομένη στιγμή της ζωής της εδώ κάτω, της θυσίας της φυσικής τεκνοποίησης, που περνάει μέσω μιας προσωρινής στειρότητας, απαραίτητης για να επιτρέψει τον ερχομό στον κόσμο αυτής της νέας λειτουργίας? για τον άντρα, η θυσία της σωματικής του αρρενωπότητας, προκειμένου να επιτρέψει στην θηλυκή πολικότητά του να αναπτυχθεί.

Μετά την γέννηση εκείνης της κόρης τής έκαναν κάτι ωραία βαφτίσια, με νονές της μικρής πριγκίπισσας όλες τις Νεράϊδες που μπόρεσαν να βρουν μέσα στην χώρα - βρήκαν εφτά - και για να μπορέσει η καθεμιά τους να της κάνει κι ένα δώρο, τους παρέθεσαν μια δεξίωση. Τοποθέτησαν εμπρός σε καθεμιά τους από ένα υπέροχο σερβίτσιο: μια θήκη από ατόφιο χρυσάφι όπου υπήρχε κουτάλι, πιρούνι, μαχαίρι, στολισμένα με διαμάντια και ρουμπίνια. Αλλά ενώ η καθεμιά καταλάμβανε την θέση της, είδαν να μπαίνει μια γριά Νεράϊδα που την πίστευαν πεθαμένη, καθώς είχε πενήντα χρόνια να βγει από έναν πύργο. Δυστυχώς, δεν υπήρχαν διαθέσιμα παρά εφτά μόνο σερβίτσια.

Η γριά Νεράϊδα νόμισε πως την περιφρονούσαν. Ξεστόμισε απειλές. Σκεπτόμενη ότι θα μπορούσε να κάνει κάποιο δυσάρεστο δώρο, μια νεαρή Νεράϊδα αποφάσισε να μιλήσει τελευταία ώστε να καταφέρει να επανορθώσει, κατά το δυνατόν, για το κακό που η γριά θα έκανε.

Η πρώτη από τις Νεράϊδες ανήγγειλε ότι θα γινόταν πολύ όμορφη? η δεύτερη, ότι θα είχε αγγελικό πνεύμα? η τρίτη της πρόσφερε την χάρη? η τέταρτη, να χορεύει μαγευτικά? η πέμπτη, να τραγουδάει σαν αηδόνι? η έκτη, να παίζει στην εντέλεια κάθε είδους όργανο. Ήρθε κι η σειρά της γριάς Νεράϊδας, που ανάγγειλε ότι η πριγκίπισσα θα τρυπούσε το χέρι της με ένα αδράχτι και θα πέθαινε. Αυτό το τρομερό δώρο προκάλεσε ρίγη στην ομήγυρη.

Τότε η νεαρή Νεράϊδα είπε: μην ανησυχείτε, βασιλιά και βασίλισσα, η κόρη σας δεν θα πεθάνει, αλλά θα πέσει απλώς σε ένα βαθύ ύπνο που θα διαρκέσει εκατό χρόνια, στο τέλος των οποίων ένα βασιλόπουλο θα έρθει να την ξυπνήσει.

Οι μεγάλες στιγμές της ύπαρξής μας οι οποίες προετοιμάζουν μια πραγματική μετάλλαξη, (στιγμές που αποκαλούνται προσηλυτισμός στην θρησκευτική γλώσσα) συλλαμβάνονται από όσους ή όσες τις βιώνουν σαν να ήταν πραγματικά νεκροί, αφού η παλιά τους ζωή μοιάζει τόσο απόμακρη ώστε να μην παρουσιάζει πλέον την παραμικρή έλξη.

Τότε, επέρχεται η ανάσταση. Αλλά, για να γνωρίσουμε αυτή την νέα κατάσταση, πρέπει, όπως συμβαίνει με ένα παιδί κατά την γέννησή του, να επανασυλλέξουμε τις ιδιότητες που αποκτήθηκαν στο παρελθόν για να κτίσουμε την καινούρια ζωή. Η ex nihilo [εκ του μηδενός] δημιουργία, προσφιλής στους πιστούς της Δύσης προκειμένου να διαφυλάξουν την θεϊκή ουσία από κάθε συμβιβασμό, εδώ δεν μπορεί να κρατηθεί.

Όπως ακριβώς συμβαίνει ύστερα από μια λιποθυμία, ανακτούμε σιγά σιγά την συνειδητότητά μας. Αρχικά οι αισθήσεις, μετά τα συναισθήματα και τέλος οι σκέψεις, η κατάσταση συνειδητότητας και η διαισθητική λειτουργία, που αναπτύσσονται από κοινού, θα πρέπει καταρχήν να ξαναβρούν πραγματικές χαμένες αισθήσεις ή έστω τις ιδιαίτερα αμβλυμμένες. Και θα ξαναβρούμε την γεύση, την όσφρηση, την αφή, την ακοή, την όραση. Αλλά θα πρέπει, προηγουμένως, να ξαναβρούμε την ικανότητα να αγαπάμε, να στρατευόμαστε με εντιμότητα, να δείχνουμε εμπιστοσύνη, δηλαδή να κατακτήσουμε μια καινούρια πίστη. Θα πρέπει, προηγουμένως, να ξαναβρούμε την ικανότητα να συλλογιζόμαστε σωστά.

Κάθε ον που έρχεται στον κόσμο οφείλει προηγουμένως να επωφεληθεί από την κληρονομιά που δημιουργείται μέσα στους κόλπους της φυλής στην οποία ανήκει και από ό,τι έσπειρε προσωπικά στην πορεία των προηγούμενων ζωών του. Τούτο συμβολίζεται από το δώρο των Νεράϊδων, των αναδόχων. Εννοείται πως δεν έχουν όλες οι ψυχές προικιστεί με τα χαρίσματα που δέχτηκε προκαταβολικά η μικρή μας πριγκίπισσα. Όμως, ας μην ξεχνάμε πως εκείνη τυποποιεί μια συνειδητότητα που είναι σχετικά έτοιμη να φέρει στον κόσμο την τέταρτή της λειτουργία, την επονομαζόμενη διαισθητική, με την οποία θα κτίσει την αυτοσυνειδητότητά της.

Θα μπορέσουμε, έτσι, να δούμε ανάμεσα σ’ αυτά τα διαφορετικά δώρα τις διαδοχικές κατακτήσεις, πρώτα απ’ όλα, της αισθητικής ψυχής: το κάλλος και τον χορό. Κατόπιν, της συναισθηματικής ψυχής: την χάρη και το τραγούδι. Τέλος της κατανοούσας ψυχής: το αγγελικό πνεύμα (χαρακτηριστικό των λογικών συλλογισμών), και την ικανότητα του παιξίματος διαφόρων μουσικών οργάνων. Όμως, αλίμονο, στους πλούσιους, στους κατέχοντες, είπε Εκείνος που διέσχιζε, εδώ και είκοσι αιώνες, την στενή πύλη. Αλίμονο, σε εκείνον για τον οποίο η ζωή δεν είναι παρά μια αλληλουχία ηδονών, εκδηλώσεων της ομορφιάς, της χάρης, του χορού, του τραγουδιού, της μουσικής, που προσφέρονται στο παιδί χωρίς να χρειάζεται να κάνει την παραμικρή προσπάθεια για να τα αποκτήσει ούτε και για να τα διατηρήσει και να τα βελτιώσει, επειδή τα συγκεκριμένα χαρίσματα θα αρρώσταιναν αυτή την ψυχή μέσα σε μια μορφή ύπαρξης όπου η συγκρότηση του Εαυτού, η συνειδητότητα του Είναι, δεν θα μπορούσαν να πραγματωθούν.

Σοβαρά και απρόβλεπτα περιστατικά θα πρέπει, σε μια δεδομένη στιγμή του περίπλου της, να εγκαλέσουν αυτή την ψυχή και να την οδηγήσουν να βιώσει δοκιμασίες δύσκολες, στην πορεία των οποίων μια αλλαγή της ύπαρξης θα μπορέσει να εμφανιστεί.

Λέγοντας αυτά, δεν μπορούμε πλέον να βλέπουμε με το ίδιο υποτιμητικό μάτι την γριά Νεράϊδα και την ετυμηγορία της του θανάτου, που αμέσως διορθώθηκε από την νεαρή συνάδελφό της. Καθώς είναι αναμφισβήτητη αλήθεια πως σε κάθε μεταμόρφωση της ψυχής δεν πεθαίνουμε πραγματικά. Το πολύ πολύ να καταφέρουμε να επιστρέψουμε, ενδεχομένως, ως τον ύπνο, ακόμα και ως την πλήρη ασυνειδητότητα που επιτρέπει στον σπόρο της αρχικής ζωής να ξαναρχίσει έναν ταχύτατο πλήρη κύκλο ύπαρξης... Ας αναλογιστούμε εδώ τους λίγο ή πολύ μακριούς κύκλους της αποσάρκωσης και της μετενσάρκωσης.

Αυτή η αυστηρότητα, που δεν θα συνέβαινε παρά μόνο επί της γης, όπου δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τον φυσικό θάνατο που μας ανοίγει τις πύλες ενός Αλλού, αντιπροσωπευόταν στην ελληνική μυθολογία από τις Μοίρες (τις Εποχές της ζωής της ψυχής) που ονομάζονταν Parques (parco= περιέχω, συγκρατώ, κόβω για να ελευθερώσω) από τους Ρωμαίους. Είναι τρεις τον αριθμό, οι κόρες αυτές του πεπρωμένου (μοιραίο - μοίρα), του πεπρωμένου μας. Τρεις αδερφές, που εμφανίζονται διαδοχικά όταν έρθει η ώρα τους για να προσφέρουν στην ψυχή αυτό που έχει ανάγκη.

Η πρώτη ονομάζεται Κλωθώ, η κλώστρια. Η δουλειά της συνίσταται στο να κλώθει το υφάδι του σώματος το οποίο έχουμε ανάγκη για να ζήσουμε (Αισθητική Ψυχή).

Η δεύτερη έχει το όνομα Λάχεσις, η υφάντρα. Η δουλειά της συνίσταται στο να συγκροτεί το υφάδι του ψυχισμού που έχουμε ανάγκη για να αγαπάμε (Συναισθηματική Ψυχή).

Η τελευταία, η Άτροπος, θέτει τέλος στον τρόπο της ζωής μας όταν αυτό γίνεται αναγκαίο (Κατανοούσα Ψυχή).

Τρεις χάριτες που δημιουργήθηκαν για να διευθύνουν το πεπρωμένο μας. Προφανώς, η τελευταία νεράϊδα του Μύθου μας ανήκει σε αυτή την τελευταία λειτουργία. Ποιός δεν θα αναγνώριζε σε εκείνο το αδράχτι, που θα τρυπούσε το χέρι της νεαρής πριγκίπισσας, την σεξουαλική πράξη;

Έχουμε εδώ ένα ευφημισμό για να σκιαγραφήσουμε ένα άλλο τραύμα, σε ένα άλλο σημείο. Αυτή την αιδώ των Αρχαίων, όταν μιλούσαν για τα συγκεκριμένα ζητήματα χωρίς να κινδυνεύουν να σοκάρουν τις ακόμα αθώες ψυχές, την ξανασυναντάμε τακτικά στις μυθολογικές αφηγήσεις? για παράδειγμα το τραύμα στην φτέρνα το οποίο θα υποστεί η Εύα μόλις συναντήσει τον όφη. Εκείνο επίσης του Ιακώβ, όταν συνάντησε και νίκησε έναν Άγγελο, αυτή την φορά όμως από τσεκούρι. Ο Οιδίπους θα πληγωθεί στα πόδια, πιο συγκεκριμένα στην φτέρνα. Ο Αμφόρτας, ο βασιλιάς του Γκράαλ, θα υποστεί τον ίδιο αυτό τραυματισμό στον γλουτό κ.τ.λ...

Το εν λόγω τραύμα, στον Μύθο μας, θα το υποστεί το κορίτσι όταν γίνει 15 ή 16 χρονών. Διότι βρισκόμαστε στην ηλικία που, εκείνη την εποχή, τα κορίτσια ήταν έτοιμα για γάμο, δηλαδή μπορούσαν να τα παντρέψουν.

Η ηλικία της εφηβείας - της ακμής - είναι η ηλικία που, ετυμολογικά, η ψυχή βρίσκεται στο μεσουράνημά της, στην κορύφωση της δροσιάς της. Είναι η στιγμή όπου κατέχει όλα τα χαρίσματα που οι νονές Νεράϊδες - που συμβολίζουν την κληρονομικότητα - έχουν θέσει στην διάθεσή της.

Είναι συχνά εντυπωσιακή η διαπίστωση της αλλαγής του χαρακτήρα, της συμπεριφοράς, που επέρχεται ραγδαία, βίαια, στον έφηβο ή στην έφηβη την στιγμή της εφηβείας. Πλήθος ικανοτήτων, εγγενών χαρισμάτων αποκοιμούνται εκείνη την στιγμή της ύπαρξης για να παραχωρήσουν την θέση τους στην σεξουαλική ζωή.

Ο Swedenborg μιλάει, εκείνη την στιγμή της ανάπτυξης μιας ψυχής, για «υπόλοιπα» που εξαφανίζονται στο ασυνείδητο ώστε να μην πληγωθούν από ό,τι θα βιωθεί στην συνέχεια,? υπόλοιπα που θα κάνουν και πάλι την εμφάνισή τους όταν το επιτρέψει η κατάσταση.

Το θέμα της σεξουαλικότητας της συνδεδεμένης με τον θάνατο ή τουλάχιστον της ύπνωσης ενός τμήματος του είναι, έχει ήδη θιγεί στην αρχή της μελέτης μας, στην πρώτη περίπτωση, όπου οι κρυμμένες πολικότητες του άντρα και της γυναίκας κοιμούνται για να επιτρέψουν την συζυγική ένωση του ζευγαριού. Εδώ, στην προκειμένη περίπτωση, είναι η αρσενική πολικότητα της νεαρής πριγκίπισσας που θα κοιμηθεί? σε έναν ύπνο που, προκαλώντας την απώλεια της συνειδητότητάς της, της επιτρέπει να προσφέρει στον σύζυγο, να φέρει στον κόσμο, να ζωογονήσει τις μορφές που εκείνος επιθυμεί. Εννοείται πως ο εσωτεριστικός μας μύθος δεν ασχολείται στο παραμικρό με την επίγεια ζωή, την παραδοσιακή, την ευλογημένη από την Εκκλησία και από την Κοινωνία, με μια γαμήλια ένωση. Αυτό το ασφαλώς σημαντικό τμήμα του ανθρώπινου βίου εδώ κάτω, αντιστοιχεί με την περίοδο της ύπνωσής της. Η αφύπνισή της θα λάβει χώρα όταν αυτή η αρσενική πολικότητα, με τα χαρακτηριστικά ενός γοητευτικού πρίγκιπα, θα έρθει να την συναντήσει.

Οι ιδιαίτερες περιστάσεις της ύπνωσης και της αφύπνισης της πριγκίπισσας εξιστορούνται ως εξής:

Ο βασιλιάς, προσπαθώντας να αποφύγει το κακό που ανάγγειλε η γριά Νεράϊδα, απαγόρευσε επί ποινή θανάτου στους πάντες να κλώθουν με αδράχτι και να το έχουν μαζί τους μέσα στο σπίτι τους. Έπειτα από δεκαπέντε ή δεκάξι χρόνια, και ενώ ο βασιλιάς και η βασίλισσα απουσίαζαν, η νεαρή πριγκίπισσα θέλησε να επισκεφθεί ολόκληρο το κάστρο. Πήγε ως επάνω στον κεντρικό πύργο και μπήκε σε ένα μικρό δωμάτιο, όπου μια γριούλα έκλωθε την ρόκα της.

Τι κάνεις εκεί, είπε η πριγκίπισσα, εντυπωσιασμένη από το εργόχειρο που έφτιαχνε. Δώστε μου το αδράχτι, θα το κάνω κι εγώ το ίδιο καλά. Όμως, καθώς ήταν πολύ βιαστική, το αδράχτι της χώθηκε μέσα στο χέρι και η νεαρή βυθίστηκε αμέσως σε ένα βαθύ ύπνο. Αυτός ο παράξενος ύπνος εξαπλώθηκε σε ολόκληρο τον πύργο, που αποκοιμήθηκε επίσης. Ένα παχύ τείχος, αποτελούμενο από μπλεγμένους βάτους και αγκάθια, προστάτευε στο εξής την πριγκίπισσα και τους κατοίκους του κοιμώμενου πύργου από κάθε εισβολή παρείσακτου.

Μόλις πέρασαν εκατό χρόνια, ο γιος του βασιλιά του γειτονικού κράτους, έχοντας πάει κυνήγι σ’ εκείνη την περιοχή, ρώτησε να μάθει για τα κάστρα που έβλεπε να υψώνονται πάνω από ένα μεγάλο και πολύ πυκνό δάσος. Του απάντησαν ότι υπήρχε μέσα σ’ εκείνο τον πύργο μια ωραία πριγκίπισσα που κοιμόταν, περιμένοντας ένα βασιλόπουλο για το οποίο προοριζόταν.

Ο πρίγκιπας, σπρωγμένος αμέσως από μια έντονη επιθυμία να δει την κοπέλα, κατευθύνθηκε προς τον πύργο. Τα βάτα και τα αγκάθια παραμέρισαν στο διάβα του. Έφτασε σε μια αυλή όπου βασίλευε μια τρομερή σιωπή, διέσχισε τις αίθουσες. Η εικόνα του θανάτου ήταν πανταχού παρούσα? δεν υπήρχαν παρά ξαπλωμένα κορμιά. Μπήκε σε μια κάμαρα, σ’ εκείνη όπου κείτονταν η πριγκίπισσα, που έμοιαζε να είναι δεκαπέντε με δεκάξι χρονών. Γονάτισε μπροστά της.

Επειδή το τέλος της γητειάς έφτασε, η πριγκίπισσα ξύπνησε. Ο πρίγκιπας την βεβαίωσε πως την αγαπούσε περισσότερο κι από τον εαυτό του τον ίδιο. Ολόκληρο το παλάτι ξύπνησε. Ο καθένας ξανάπιασε τις ασχολίες του. Ο γάμος, που αποφασίστηκε στα γρήγορα, ευλογήθηκε στο παρεκκλήσι του πύργου.

Έχοντας ανακαλύψει την φύση της κοίμησης της πριγκίπισσας, θα μας είναι τώρα πιο εύκολο να αντιληφθούμε το ξύπνημά της και, δια μέσου των οδυνηρών επεισοδίων που θα βιώσει, να δούμε τις δυσκολίες που περιμένουν την γυναίκα όταν έρχεται αντιμέτωπη με αυτό το κομμάτι της εξέλιξής της. Ή, κατά έναν πιο γενικό τρόπο, τις δοκιμασίες της γυναικείας λειτουργίας, κυριαρχούμενης ως τότε από την αρσενική λειτουργία.

Ας θυμηθούμε πρώτα απ’ όλα την αρμονική, ασυνείδητη συνεννόηση αυτών των πολικοτήτων, που επίσης ονομάζονται αρσενικό και θηλυκό, γιανγκ και γιν, ανάλογα με τις σχολές της σκέψης, για να δημιουργήσουν τις πρώτες μορφές, που βρίσκονται κι αυτές στην αρχή των συνειδητοτήτων.

Θα υπογραμμίσουμε πως οι εν λόγω «θεϊκές», πατρογονικές πολικότητες είναι κατά βάση απρόσωπες, άφυλες. Δεν προσωποποιούνται, δεν αποκτούν φύλο παρά δια μέσου των συνειδητοτήτων που τις χρησιμοποιούν για να αναπτυχθούν, να αισθανθούν, να αγαπήσουν, να συλλογιστούν.

Το παιχνίδι αυτών των πολικοτήτων, τα ιδιαίτερά τους χαρακτηριστικά, ανακαλύπτονται σιγά σιγά στην πορεία εκείνης της απόκτησης φύλου η οποία τις υποχρεώνει να διαχωριστούν, να δρουν όλο και περισσότερο δίχως την συμμετοχή του άλλου.

Αυτή η εμπλουτιστική εμπειρία, που γνωρίζει σήμερα μεγάλος αριθμός αγάμων, διαζευγμένων ή απλώς ώριμων ως προς τον εαυτό τους ανθρώπων, έχει, προφανώς, όρια.

Η οδυνηρή εμπειρία της μοναξιάς, συνδεδεμένη με πολλαπλές εμπειρίες ανταλλαγών, μοιράσματος με τον άλλον, οδηγεί μια μέρα την ψυχή να αντιληφθεί ότι ο γάμος που πραγματοποιείται από τους ανθρώπους δεν είναι παρά μια συμβολική εικόνα η οποία, δια μέσου των αιώνων, θυμίζει ασταμάτητα πως υπάρχει ένας άλλος γάμος, τον οποίο ο άντρας και η γυναίκα οφείλουν μια μέρα να γνωρίσουν, εκείνον των δύο πολικοτήτων που επιτέλους συνειδητοποίησαν την ύπαρξή τους και επιθυμούν να ενωθούν σε έναν αιώνιο γάμο.

Στο πλαίσιο της ψυχολογίας του βάθους, η πριγκίπισσα και ο πρίγκιπας που ήρθε να την ξυπνήσει τυποποιούν την δραστηριότητα και την ανταλλαγή αυτών των δύο πολικοτήτων που εμπλέκονται ως εκεί στο πλαίσιο μιας γαμήλιας ένωσης που έγινε στείρα? ο βασιλιάς, αντιπροσωπεύοντας τον αρσενικό πόλο, αφοσιωμένος στον εαυτό του, δεν παράγει πλέον παρά μια διαβολική σκέψη, δηλαδή η δράση του προκαλεί χωρισμό, τεμαχισμό, αποκλεισμό.

Η βασίλισσα αντιπροσωπεύει τον θηλυκό πόλο, αφοσιωμένη ομοίως στον εαυτό της, δηλαδή μια στάση που την κάνει να προσκολλάται στις μορφές που έφερε στον κόσμο, να ταυτίζεται μαζί τους, να γίνεται ένα με εκείνες.

Όσο για την πριγκίπισσα, αντιπροσωπεύει την καινούρια συνάντηση των δύο πολικοτήτων, όχι πλέον στο εξωτερικό αλλά στο εσωτερικό της ψυχής και το ξεκίνημα μιας καινούριας περιπέτειας.

Ο γοητευτικός πρίγκιπας αντιπροσωπεύει τον αρσενικό πόλο που είναι ακόμα σαφώς γήινος, σαφώς υποκείμενος στην κληρονομικότητα, παρά το σημαντικό έργο που έχει επιτελεστεί από τον θηλυκό πόλο, ο οποίος κατευθύνει το παιχνίδι μέσα σε αυτό το νέο στάδιο της εξέλιξης.

Ο αγκάθινος φράχτης που, επί εκατό χρόνια, εμποδίζει τους πάντες να πλησιάσουν τον πύργο όπου κοιμάται η πριγκίπισσα, σκιαγραφεί άριστα αυτόν τον τραγικό χωρισμό των δύο πολικοτήτων που η σεξουαλικότητα, εκτός του θρησκευτικού πλαισίου, παράγει. Τα πυκνά αγκάθια είναι το αποτέλεσμα της νοητικοποίησης που όχι μόνο χωρίζει τον άντρα από την γυναίκα, αλλά επιπλέον φέρνει μέσα στον καθένα αντιμέτωπες τις δύο ουσιώδεις πολικότητες, ορθώνει ένα αδιαπέραστο φράγμα ανάμεσα στο ασυνείδητο και το συνειδητό, τον ουρανό και την γη σύμφωνα με την γλώσσα της θρησκείας. Όσο για τα εκατό απαραίτητα χρόνια προκειμένου να μπορέσει να γίνει μια νέα συνάντηση, μας παραπέμπουν κατ’ αρχήν σε ένα χρονικό διάστημα αρκετά μακρύ ώστε οι προκαταλήψεις που χαρακτηρίζουν την πνευματική διαμόρφωση να μην αποτελούν πλέον εμπόδιο στην αφύπνιση αυτής της λειτουργίας. Χίλια χρόνια είναι σαν μια ημέρα, λέει η Αγία Γραφή. Χίλια χρόνια για έναν πολιτισμό είναι ταυτόσημα με εκατό χρόνια για μια πλήρη ανθρώπινη ζωή.

Το έτος το λεγόμενο μεταπτωτικό μπορεί να μας βοηθήσει να αντιληφθούμε αυτήν την «διαφορά ώρας». Ο καθένας γνωρίζει πως κάθε χρονιά, σχετικά με έναν απλανή αστέρα που θεωρείται ως σημείο αναφοράς, ο ήλιος εμφανίζεται την ίδια εποχή μπροστά του, με μια ελαφριά απόκλιση.

Υπολογίστηκε ότι για μια προσεχή συζυγία των δύο αστέρων - υπό τον όρο ότι η Γη ακολουθεί την ίδια περιστροφή - θα πρέπει να αναμείνουμε είκοσι πέντε χιλιάδες εννιακόσια είκοσι χρόνια. Αν θεωρήσουμε αυτή την χρονική περίοδο ως περίοδο ενός έτους όχι πλέον ηλιακού αλλά αστρικού, μπορούμε να υπολογίσουμε το μέγεθος ενός μήνα. Προς τούτο αρκεί να διαιρέσουμε το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα δια του δώδεκα. Βρίσκουμε δύο χιλιάδες εκατόν εξήντα χρόνια? περίπου η ζωή ενός πολιτισμού. Αν ψάξουμε τώρα να βρούμε όχι πλέον τον μήνα, αλλά την διάρκεια μιας ημέρας του εν λόγω αστρικού έτους και διαιρέσουμε τον μήνα δια του τριάντα, θα βρούμε εβδομήντα δύο χρόνια? περίπου η διάρκεια μιας ανθρώπινης ζωής.

Ας επανέλθουμε στους πολιτισμούς. Χίλια χρόνια αντιστοιχούν με το μέσο της ζωής τους. Ας εξετάσουμε, για παράδειγμα, τον Χριστιανικό πολιτισμό. Μοιάζει προφανές πως κατά την διάρκεια των πρώτων χιλίων χρόνων, η ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, διάδοχος της ομώνυμης Αυτοκρατορίας, όλο και περισσότερο ισχυρή, έθεσε εκτός νόμου καθετί που θα μπορούσε να αναδυθεί από το συλλογικό ασυνείδητο και να θέσει σε κίνδυνο τον συγκεκριμένο Θεσμό. Μόνο μετά την σταυροφορία εναντίον των Αλβιγιανών [των Καθαρών] άρχισε η παρακμή εκείνης της Εκκλησίας και όσα βρίσκονταν στους «κάτω κόσμους» - in inferi: οι κάτω χώρες, το ασυνείδητο - μπόρεσαν να αρχίσουν να εκφράζονται, με τις δυσκολίες που γνωρίζουμε. Εκείνες οι δυσκολίες αντικατοπτρίζονται μέσα στον μύθο μας από την διφορούμενη στάση του πρίγκιπα, φαινομενικά γοητευτικού, ο οποίος τελικά εγκατέλειψε την σύζυγό του στο εκδικητικό μένος, αν όχι στις επιδιώξεις, στις ορέξεις της Δράκαινας βασιλομήτορος.

Όσο για το μέλλον κάθε ψυχής και την δυνατότητα που έχει, σε μια δεδομένη στιγμή της ύπαρξής της, να αφεθεί με ζυγισμένους τους κινδύνους σε αυτόν τον άγνωστο κόσμο, ο χρόνος θα είναι κυμαινόμενος. Ωστόσο, μπορούμε να βεβαιώσουμε πως, για έναν μεγάλο αριθμό από εκείνες τις ψυχές, θα πρέπει να περιμένουμε την γήρανση εκείνης της σεβαστής Κυράς και των δογματικών επιταγών της, για να καταπιαστούμε με ό,τι συνηθίζουμε να αποκαλούμε: μια ανάλυση. Αλλά, ας επανέλθουμε στην συμπεριφορά του γοητευτικού μας πρίγκιπα.

Πρωί πρωί ο πρίγκιπας εγκατέλειψε την σύζυγό του για να επιστρέψει στην πόλη, όπου ο πατέρας του θα έπρεπε να ανησυχεί λόγω της απουσίας του.

Ο πρίγκιπας του είπε ότι, ενώ κυνηγούσε, είχε χαθεί μέσα στο δάσος και κοιμήθηκε στην καλύβα ενός ξυλοκόπου. Ο πατέρας του τον πίστεψε, αλλά η μητέρα του είχε αμφιβολίες ως προς το αληθές της ιστορίας του, κυρίως όταν διαπίστωσε πως πήγαινε συχνά ο πρίγκιπας για κυνήγι και περνούσε πολλές νύχτες έξω από το σπίτι. Έζησε έτσι με την πριγκίπισσα περισσότερο από δύο χρόνια και απέκτησαν δύο παιδιά: μια κόρη ονόματι Αυγή και ένα αγόρι ονόματι Ημερινό.

Ο πατέρας του πρίγκιπα πέθανε. Θεωρώντας στο εξής τον εαυτό του κύριο του τόπου, αυτός ο τελευταίος ανακοίνωσε δημόσια το γάμο του και, με μεγάλη επισημότητα, πήγε και πήρε την γυναίκα του και την εγκατέστησε στον πύργο των γονιών του. Λίγο καιρό αργότερα έφυγε για να πολεμήσει ένα γειτονικό εχθρό, αφήνοντας την αντιβασιλεία του Βασιλείου του στην βασίλισσα μητέρα του και εμπιστευόμενός της επίσης την γυναίκα του και τα παιδιά του.

Όμως μόλις έφυγε, η μητέρα του έσπευσε να στείλει σε ένα σπίτι στην εξοχή την νύφη της και τα παιδιά της. Εκείνη η μητέρα ήταν στην πραγματικότητα μια Δράκαινα. Ένα πρωί ζήτησε από τον αρχιμάγειρά της να της ετοιμάσει για το δείπνο της την μικρή Αυγή. Εκείνος ο άνθρωπος, που ήταν καλόκαρδος, πήγε στο μαντρί και έκοψε το λαιμό ενός μικρού αρνιού. Η Δράκαινα δήλωσε πως δεν είχε ποτέ της φάει κάτι τόσο νόστιμο. Και έτσι η μικρή Αυγή σώθηκε.

Οχτώ μέρες αργότερα η Δράκαινα ζήτησε να φάει τον μικρό Ημερινό. Ο αρχιμάγειρας πήρε αυτή την φορά ένα πολύ τρυφερό κατσικάκι που η τρομερή γυναίκα το βρήκε θαυμάσιο. Ένα βράδυ, η Δράκαινα δήλωσε στον υπηρέτη της ότι ήθελε να φάει την βασίλισσα, όπως είχε κάνει και με τα παιδιά της. Ο αρχιμάγειρας αυτή την φορά δεν πίστεψε ότι θα μπορούσε να την εξαπατήσει και πάλι. Η νεαρή βασίλισσα είχε περάσει τα είκοσι και, μολονότι ωραία και με λευκό δέρμα, η σάρκα της ήταν κάπως σκληρή. Αποφάσισε να την σκοτώσει. Η νεαρή γυναίκα του έτεινε τον αυχένα της δηλώνοντας πως έτσι θα συναντούσε πιο γρήγορα τα παιδιά της (που ο αρχιμάγειρας της τα είχε πάρει, για να κάνει πιο πιστευτή την υποκατάστασή τους). Κατασυγκινημένος από την στάση της, ο αγαθός άντρας της αποκάλυψε πως τα παιδιά ήταν κρυμμένα, για να εξαπατηθεί η φρικτή γυναίκα.

Συνόδευσε την βασίλισσα κοντά στην μικρή Αυγή και το μικρό Ημερινό και κατόπιν, στην θέση της, μαγείρεψε στην Δράκαινα μια ελαφίνα.

Αλλά, ένα βράδυ που εκείνη η κακιά γυναίκα περιφερόταν μέσα στο κάστρο, άκουσε το μικρό Ημερινό που έκλαιγε και την μικρή Αυγή που ζητούσε συγγνώμη για λογαριασμό του αδερφού της, που είχε κάνει μια αταξία. Η Δράκαινα, έξαλλη για την εξαπάτηση, πρόσταξε να φέρουν στην μέση της αυλής ένα μεγάλο κάδο και να τον γεμίσουν βατράχια, οχιές και δενδρογαλιές, και να ρίξουν εκεί μέσα την βασίλισσα και τα παιδιά της.

Όμως, ενώ ο δήμιος ετοιμαζόταν να τους ρίξει μέσα στο δοχείο, ο βασιλιάς μπήκε στην αυλή. Η Δράκαινα, όλο λύσσα για τα όσα έβλεπαν τα μάτια της, ρίχτηκε η ίδια με το κεφάλι μέσα στον κάδο και καταβροχθίστηκε στην στιγμή από τα κακοποιά ζώα που η ίδια είχε διατάξει να βάλουν εκεί μέσα. Ο βασιλιάς ενοχλήθηκε πάρα πολύ, αλλά γρήγορα παρηγορήθηκε με την γυναίκα του και τα παιδιά του. Ο πρίγκιπας που, στον μύθο μας, έρχεται να ξυπνήσει την νεαρή πριγκίπισσα, αντιπροσωπεύει ένα καινούριο ιδανικό ζωής (princeps), έναν νέο τρόπο θέασης των πραγμάτων, ακόμα διανοητικό, υπό την ισχυρή επίδραση της κληρονομικότητας. Γιατί, όπως μόλις είπαμε, δεν είναι εύκολο να εγκαταλείψουμε τα αρχαία δόγματα. Σκεπτόμαστε απλώς ότι θα μπορέσουμε γενικά, σε μια πρώτη περίοδο, να συμπεριλάβουμε αυτές τις νέες γνώσεις μέσα στις πανάρχαιες αρχές που επί τόσον καιρό μας ωθούσαν.

Τι χαρά να ακούμε κάτι το νέο, μια αλήθεια που ποτέ μέχρι τώρα δεν είχαμε ακούσει! Η ψυχή μας αμέσως κινητοποιείται και παντρεύεται αυτό το φωτεινό πνεύμα. Η καρδιά μας κάνει γιορτή. Όλα αυτά κωδικοποιούνται μέσα στον μύθο μας με το γάμο του πρίγκιπα και της πριγκίπισσας.

Αυτό, όμως, δεν αποτελεί ακόμα παρά μια προφητεία, που δεν θα πραγματοποιηθεί παρά ύστερα από δοκιμασίες συχνά επικίνδυνες. Την επαύριον, πράγματι, ο πρίγκιπας επιστρέφει στους γεννήτορες του. Τους λέει ψέματα όσον αφορά τον γάμο του με την νεαρή του σύζυγο. Έκτοτε θα την βλέπει κρυφά. Για την ώρα, μέσα του και ολόγυρά του, τα αρχαία δόγματα, τα πρότυπα της ζωής του τα σύμφωνα με εκείνα τα δόγματα, είναι ακόμα βαθιά ριζωμένα για να καταφέρει να τα αποχωριστεί. Προσπαθεί, μέσα σε ένα οικουμενικό πνεύμα, να συμφιλιώσει ό,τι έχει εντός του με ό,τι υπάρχει εκτός του.

Εδώ, θα ήταν ευχής έργο να προκαλούσαμε πρώτα απ’ όλα μέσα μας τον θάνατο του αρχαίου βασιλείου, προτού να γεννηθεί το νέο, αλλά έτσι όπως είναι τα πράγματα, και με δεδομένο το βάρος των παραδόσεων, χρειάζεται συχνά να περιμένουμε μέχρι να φθαρεί ο θεσμός? εν πάση περιπτώσει, ώσπου τα καίρια σημεία που διδάσκει ο εν λόγω θεσμός, η εικόνα του Θεού που διατηρούσε την εσωτερική και εξωτερική τάξη, να πεθάνουν.

Ο νεαρός πρίγκιπας θα αναμείνει, λοιπόν, τον θάνατο του πατέρα του για να τολμήσει να δημοσιοποιήσει τον γάμο του και να φέρει την σύζυγό του στον πατρικό πύργο. Στο μεταξύ, η νεαρή πριγκίπισσα φέρνει στον κόσμο δύο παιδιά. Αρχικά μια μικρή κόρη: την Αυγή, κατόπιν ένα μικρό αγόρι: τον Ημερινό. Αυτά τα δύο παιδιά αντιπροσωπεύουν τις δύο πολικότητες, θηλυκή και αρσενική, οι οποίες ξαναβρίσκουν εδώ, εκτός από τις πρώτες τους ιδιότητες, την επιθυμία να προετοιμαστούν για να ενωθούν έτσι ώστε να γεννήσουν τις φυσικές και ταυτόχρονα διανοητικές δομές (η Αυγή που αναγγέλλει μια καινούρια Μέρα), που θα επιτρέψουν στην ψυχή να ζήσει σε μια καινούρια χώρα.

Αλλά πριν απ’ όλα, πόσοι κίνδυνοι πρέπει να αντιμετωπιστούν, πόσοι εσωτερικοί εχθροί να νικηθούν, αρχής γενομένης από την αναχώρηση του βασιλιά για τον πόλεμο, χωρίς αμφιβολία έναν ιερό πόλεμο, που αφήνει έρμαιο την νεαρή του σύζυγο στην τερατώδη όρεξη της βασίλισσας μητέρας. Έχουμε εδώ, συμβολικά παρουσιαζόμενη, την άμυνα των νέων ιδεών που πρόσφατα κατανοήθηκαν.

Αυτές τις ιδέες, παρασυρόμαστε συνεχώς, σε ένα πρώτο διάστημα, να τις φέρουμε σε αντιπαράθεση με εκείνες των κυρίαρχων και γενικά αποδεκτών δομών της κοινωνίας. Δεν αποφεύγεται το ξέσπασμα μιας μάχης τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό μας. Εξετάζοντας από πιο κοντά αυτή την μάχη, διαπιστώνουμε πως είναι το δείγμα μιας ανωριμότητας, μιας εσωτερικής αδυναμίας. Επιδιώκουμε, παραδόξως, ασυνείδητα, να πείσουμε τους αντιπάλους μας, ώστε να ριζώσει μέσα μας εκείνο για το οποίο ακόμα αμφιβάλλουμε. Μη γνωρίζοντας ακόμα πως ό,τι το ελαττωματικό, το αντίθετο προς την εξέλιξη, την εξατομίκευση, την ενοποίηση στην καθεμιά από τις δύο πολικότητες, αρσενική και θηλυκή, καταλήγει μια μέρα στην αυτοκαταστροφή.

Ένα αναπάντεχο παράδειγμα μας δόθηκε τελευταία από την Σοβιετική Ρωσία, της οποίας η αντί-ελιτίστικη ιδεολογία κατέστρεφε σ’ εκείνη την χώρα όλες τις αξίες τις αναγκαίες για την οικοδόμηση του Εαυτού.

Αυτή η άγνοια είναι σοβαρή, επειδή κάθε ιερός πόλεμος συντηρεί, παρατείνει ακόμα περισσότερο την ζωή του κακού που έχει αναγνωριστεί στον αντίπαλο. Έτσι κάνει και ο νεαρός βασιλιάς που, φεύγοντας για τον πόλεμο, εγκαταλείπει την σύζυγό του στην βασιλομήτορα και την εκθέτει σε κίνδυνο.

Σε αυτή την παλινδρόμηση, γιατί περί αυτού πρόκειται, η ψυχή, που εδώ συμβολίζεται με την πριγκίπισσα, παραδίδεται για ακόμα μια φορά στο μητρικό σύμπλεγμα. Η βασιλομήτωρ είναι μια Δράκαινα αχόρταγη για τρυφερή σάρκα. Μέσα στην τεκνογονία που γνωρίζουμε, αν χρησιμοποιήσουμε ακόμα το κλειδί μας της ανάγνωσης, οι κρυμμένες πολικότητες του ενός ή του άλλου συζύγου βρίσκουν προσωρινά τον τρόπο έκφρασής τους στο παιδί που έρχεται στον κόσμο και επιδιώκουν να το κρατήσουν όσο γίνεται πιο κοντά τους, να το αφομοιώσουν, να το εμποδίσουν να αναπτύξει την δική του προσωπικότητα (βλέπε το μύθο του αιώνιου εφήβου).

Η συμπεριφορά αυτή συμβολίζεται στον μύθο μας από την Δράκαινα και την όρεξή της για τα παιδιά της νεαρής βασίλισσας, καθώς και, κατόπιν, για την ίδια την βασίλισσα, ενώ η Δράκαινα αντιπροσωπεύει την Σκιά της: δηλαδή: την μητρική αγάπη, που αυτή η ψυχή δεν έχει ακόμα αληθινά περιορίσει, υπερβεί.

Ωστόσο, ο πρίγκιπας που οδηγεί την νεαρή βασίλισσα να συμπεριφερθεί έτσι, είναι εδώ εξασθενημένος. Τα παιδιά της και η ίδια θα αντικατασταθούν πάνω στο τραπέζι της Δράκαινας από ζώα: ένα αρνάκι, ένα κατσικάκι, μια ελαφίνα. Η νέα κατάσταση του πνεύματος που θα πρέπει να οδηγήσει στην εξατομίκευση, δεν επιτρέπει πια αυτή την ολοκληρωτική ταύτιση, αυτή την ολοκληρωτική απορρόφηση του όντος που έχει γεννηθεί. Η μητέρα ικανοποιείται, από την πλευρά του παιδιού, από μια στοργή, αρχικά αθώα: το αρνάκι, κατόπιν, πιο ανεξάρτητη: το κατσικάκι, και, τέλος, με την ελαφίνα, με μια καινούρια μητρότητα όπου η χειραφέτηση του παιδιού, που ενηλικιώνεται, γίνεται αποδεκτή.

Βεβαίως, υπάρχουν υποτροπές, επανακάμψεις συνειδητότητας. Αυτές οι υποτροπές απεικονίζονται συμβολικά με την Δράκαινα όταν διαπιστώνει ότι εξαπατήθηκε και θέλει να εκδικηθεί. Ο κάδος και τα δηλητηριώδη ζώα που βρίσκονται εκεί μέσα αντιπροσωπεύει τα συναισθήματα που μπορεί να γεννήσει μια βασανιστική, καταπιεστική μητρότητα, όταν τα παιδιά δεν δέχονται να αφιερώσουν πλήρως την ζωή τους στους γεννήτορες τους. Τα προσβλητικά λόγια, οι δόλιες αυταπάτες, οι ψεύτικες κατηγορίες, αναβλύζουν τότε από την καρδιά εκείνων των τρομερά ματαιωμένων από την προσμονή τους γονέων. Και τα κακά συναισθήματα τελικά καταβροχθίζουν εκείνον ή εκείνη που τα γέννησε.

Όσα λέμε εδώ σχετικά με αυτές τις τρομερές γονικές σχέσεις, μπορούμε να τα βρούμε επίσης σε ένα πιο συλλογικό επίπεδο, ιδίως με την εκκλησιαστική μητέρα, την Εκκλησία, όταν προσμένει από τους πιστούς της, γιους και θυγατέρες, μια πλήρη αφοσίωση στην δική της υπόθεση. Το ίδιο μπορεί επίσης να εφαρμοστεί στις απαιτήσεις ενός ουράνιου πατέρα που ζητάει από τα πλάσματά του να μην είναι παρά τα γράμματα που συνιστούν το όνομά του, να μην είναι παρά εκδηλώσεις της Περσόνας του.

Το να εγκαταλείψεις τον πατέρα σου, την μητέρα σου, όπως μας συμβουλεύει το Ευαγγέλιο, δεν είναι μια εύκολη επιχείρηση, κυρίως αν περιλαμβάνουμε σε αυτό το διάβημα τον ουράνιό μας Πατέρα, τον Θεό από τον οποίο προερχόμαστε και τον οποίο έχουμε συναντήσει δια μέσου προσωπικοτήτων, Διδασκάλων που μας έχουν σημαδέψει, και την επίγεια Μητέρα μας, αυτή την Εκκλησία που πρόσεχε τα πρώτα μας πνευματικά βήματα, που μας δίδαξε ό,τι για πολύ καιρό μας φαινόταν ότι είναι το νόημα που έπρεπε να δώσουμε στην ζωή μας.

Την ίδια στάση την βρίσκουμε στην στάση του νεαρού βασιλιά του μύθου μας, που λυπάται για τον θάνατο της μητέρας του, μολονότι εκείνη επέδειξε μια τερατώδη συμπεριφορά. Ας συλλογιστούμε εδώ την φριχτή σταυροφορία εναντίον των Αλβιγιανών, τις πυρές πάνω στις οποίες ψήθηκαν, με όλη την σημασία της λέξης, οι Καθαροί. Μπορούμε να μαντέψουμε ότι, αν και προσκολλημένος εκ νέου στην σύζυγό του και τα παιδιά του, ο βασιλιάς μας διατηρεί την νοσταλγία για εκείνη την βασιλομήτορα-Δράκαινα. Αυτό έχει ακριβώς εφαρμογή στον τρόπο της αντίληψής του προτού βρει το κουράγιο να εκφέρει τις κρίσεις του για εκείνο τον Πατέρα και εκείνη την Μητέρα.

Η Περιπέτεια, συχνά επικίνδυνη, που θα πρέπει να οδηγήσει τον άντρα και την γυναίκα να ξαναβρούν και να ασπαστούν την κρυμμένη, απωθημένη τους πολικότητα, είναι μακρόχρονη. Απαιτεί θάρρος, υπομονή, μεγάλη πίστη σε αυτόν το νέο στόχο. Ο συγκεκριμένος μύθος μας παρουσιάζει μια πρώτη συνειδητοποίηση και μια πρώτη προσπάθεια για να ζήσουμε σ’ αυτή την κατάσταση του πνεύματος.

Chatel-Gerard, Μάρτιος 1996

.........................

Σημείωση: Ο αρχικός τίτλος του άρθρου ήταν «Η Μητέρα μου Λ' Ουάιγ».

«Η Μητέρα μου Λ' Ουάιγ». είναι συλλογή γαλλικών παραμυθιών που ενέπνευσαν και μεγάλους μουσικοσυνθέτες του 19ου αιώνα.

Ημερομηνία καταχώρησης: 28.12.2006