Ο εμβολιασμός: Πανάκεια στον τομέα της πρόληψης; PDF Εκτύπωση E-mail
Υγεία - Θεραπευτική - Αρθρα Υγείας - Θεραπευτικής
Πέμπτη, 18 Ιανουάριος 2007 03:05
Εμβόλια, μικρόβια, επιδημίες και προβληματισμοί
της Της Γιώτας Δροσάτου

Η ανθρωπότητα, κατά περιόδους, έχει πληγεί από σοβαρές επιδημίες που έσπειραν τον θάνατο, αφανίζοντας μαζικά ανθρώπους. Η ανάμνηση αυτών των επιδημιών έχοντας περάσει στο συλλογικό ασυνείδητο άφησε βαθιά μέσα στην ανθρώπινη ψυχή ένα ίχνος τρόμου και κάθε φορά, με αφορμή γεγονότα που δυνητικά απειλούν με μία νέα επιδημία, ανακαλείται αυτόματα ο φόβος και διασπείρεται ο πανικός.

Η επινόηση της χρήσης των εμβολίων για την προφύλαξη από τις λοιμώδεις ασθένειες οφείλεται στην παρατήρηση ότι όσοι νόσησαν από μία λοιμώδη ασθένεια μετά την ίασή τους, εμφανίζουν ανοσία έναντι της νόσου από την οποία προσεβλήθησαν. Η παρατήρηση αυτή είναι αρχαιότατη και αναφέρεται ακόμα και από το Θουκυδίδη στην περιγραφή του λοιμού των Αθηνών.

Το 1796, ο Τζένερ εφάρμοσε για πρώτη φορά συστηματικά τον δαμαλισμό. Ήταν ο πρώτος διδάξας τον εμβολιασμό; Φαίνεται ότι οι θεμελιώδεις αρχές του εμβολιασμού ανάγονται στην κλασσική αρχαιότητα! Πρωτόγονος εμβολιασμός (με κεντρί μελισσών π.χ. σε περιπτώσεις ρευματισμών) εφαρμοζόταν συστηματικά στις περίφημες σχολές της Κυρήνης, Ρόδου, Κρότωνος, Κνίδου και Κώ αλλά και σε πολλά ασκληπιεία από τους Πυθαγόρειους.

Ο άνθρωπος αγνοούσε την ύπαρξη των μικροβίων ως το 1857, οπότε ο Λουδοβίκος Παστέρ ανακοίνωσε την ύπαρξή τους. Ο ίδιος με πειράματα που έκανε, ανακάλυψε την αρχή του προληπτικού εμβολιασμού: ότι οι οργανισμοί μένουν απρόσβλητοι στις μολυσματικές ασθένειες αν εμβολιαστούν με εξασθενημένες καλλιέργειες των μικροβίων που τις προκαλούν. Έκτοτε μία επανάσταση στην επιστήμη και την Ιατρική ξεκίνησε! Είναι άραγε τα εμβόλια το θαύμα της Ιατρικής;

Ο εμβολιασμός βρίσκεται πρώτος κατά σειρά στην λίστα των 10 μεγάλων κατορθωμάτων στο επίπεδο της δημόσιας υγείας τον περασμένο αιώνα και θεωρείται σαν μία από τις πιο αποτελεσματικές ιατρικές παρεμβάσεις. Ο εμβολιασμός για συγκεκριμένες λοιμώδεις ασθένειες, όπως ήταν η ευλογιά, η πολιομυελίτιδα, ο τέτανος, η διφθερίτιδα, οδήγησε την επιστημονική κοινότητα σε μεγάλο ενθουσιασμό, γιατί σε πολλές περιπτώσεις, λοιμώδεις ασθένειες που θέριζαν, εξαφανίστηκαν ή περιορίστηκαν σημαντικά, τόσο σε έκταση όσο και σε ό,τι αφορά τις δυνητικά σοβαρές επιπλοκές τους. Βέβαια, ένας σημαντικός λόγος που οδήγησε στον έλεγχο συγκεκριμένων λοιμώξεων ήταν η αναγνώριση και εφαρμογή μέτρων υγιεινής που περιόρισαν την διασπορά των λοιμογόνων παραγόντων (πλύσιμο χεριών, αποχετευτικά δίκτυα, έλεγχος του νερού κ.ο.κ.). Θα πρέπει να τονιστεί εδώ, ότι το ζήτημα αφορά κυρίως τις ανεπτυγμένες χώρες, ενώ στις αναπτυσσόμενες τα προβλήματα εξακολουθούν να είναι τεράστια.

Ο ενθουσιασμός που επικράτησε ως προς τα εμβόλια σαν προληπτικό μέτρο, έστρεψε την επιστημονική κοινότητα προς την προσπάθεια έρευνας των τρόπων παρασκευής όλο και περισσοτέρων νέων εμβολίων. Κατά την διάρκεια των δυο τελευταίων δεκαετιών, η πρόοδος στην βιοτεχνολογία και η συνεχώς αυξανόμενη γνώση στον τομέα της ανοσοβιολογίας, έδωσε μια μεγάλη ώθηση στην παρασκευή πολλών νέων εμβολίων. Η τεχνολογία του ανασυνδυασμένου DNA, τα μονοκλωνικά αντισώματα, η σύνθεση των πεπτιδίων, η πρόοδος στην γενετική, οδήγησαν στην εμφάνιση νέων, βελτιωμένων, ακόμα και πολυδύναμων εμβολίων. Η έρευνα σήμερα έχει πλέον στραφεί στην μελέτη εμβολίων όχι μόνο για ποικίλους παθογόνους μικροοργανισμούς αλλά και στον τομέα του καρκίνου, μια και η σχέση καρκίνου και διαταραχής του ανοσοποιητικού συστήματος είναι τεκμηριωμένη. Επίσης, ενδιαφέρον υπάρχει και στον τομέα της παρασκευής εμβολίων έναντι χρόνιων νόσων όπως το πεπτικό έλκος, ο σακχαρώδης διαβήτης, η νόσος Alzheimer, η αθηρωματική καρδιακή νόσος, για να αναφέρουμε μερικά. Ένα άλλο πρόβλημα της παγκοσμιοποίησης που αφορά την βιοτρομοκρατία, έχει κινητοποιήσει επίσης το ενδιαφέρον προς την κατεύθυνση παρασκευής εμβολίων που θα μπορούσαν να δράσουν προληπτικά, αποτρέποντας την εμφάνιση επιδημιών μέσω αυτής της οδού.

Βέβαια, παρατηρώντας το θέμα των λοιμώξεων σε παγκόσμιο επίπεδο, οι ανεπτυγμένες χώρες διέκριναν ότι ο έλεγχος των επιδημιών χρειάζεται επιτήρηση και μέτρα προστασίας που αφορούν και τις αναπτυσσόμενες χώρες. Σε πολλές από τις χώρες αυτές, ενδημούν ασθένειες που στις ανεπτυγμένες χώρες έχουν εξαλειφθεί κι έτσι υφίσταται πάντοτε ένα ρεζερβουάρ μολυσματικών ασθενειών που περνώντας αυτό που έχουμε καθορίσει γεωγραφικά ως σύνορο, αλλά που στην πραγματικότητα δεν υφίσταται στο επίπεδο της ζωής, μπορεί στην κατάλληλη χρονική στιγμή να πυροδοτήσει μία επιδημία.

Με την ώθηση που έχει εμφανιστεί στον τομέα της έρευνας για νέα εμβόλια, αλλά και την συνεχώς αυξανόμενη παρότρυνση των οικογενειών στις ανεπτυγμένες χώρες για εμβολιασμό των παιδιών με πολλαπλά εμβόλια νέας τεχνολογίας, ανακύπτουν πάρα πολλά ερωτήματα, όπως: Είναι ο εμβολιασμός πανάκεια στον τομέα της πρόληψης ή μήπως θα έπρεπε να στρέψουν οι επιστήμονες και αλλού το ενδιαφέρον τους; Τα εμβόλια έχουν ανεπιθύμητες ενέργειες άμεσες ή μακροπρόθεσμες και πως μπορεί να ελεγχθεί κάτι τέτοιο; Μπορεί τα εμβόλια να βλάψουν; Πού είναι τα όρια της ηθικής στα κλινικά πειράματα (που γίνονται σε κάθε νέο εμβόλιο ή φάρμακο πριν γίνει αποδεκτό για κυκλοφορία); Η συμμετοχή των φαρμακευτικών εταιριών στο οικονομικό κόστος των ερευνών μπορεί να αλλοιώσει τα αποτελέσματα με βάση τα οικονομικά συμφέροντα; Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα δεν είναι εύκολες, θα προσπαθήσουμε να θέσουμε κάποιους προβληματισμούς.

Το ιδεώδες εμβόλιο θα πρέπει:

* Να εξασφαλίζει ανοσία δια βίου.
* Να είναι προστατευτικό έναντι όλων των τύπων του μικροοργανισμού.
* Να προστατεύει από την διασπορά μιας ασθένειας.
* Να παρέχει γρήγορα αποτελεσματική ανοσία.
* Να είναι αποτελεσματικό σε όλες τις ομάδες που εμβολιάζονται, περιλαμβάνοντας τα βρέφη και τους υπερήλικες.
* Να μεταφέρει την μητρική προστασία στο έμβρυο.
* Να απαιτούνται ελάχιστοι (ιδανικά ένας) εμβολιασμοί για την παροχή προστασίας.
* Να μην απαιτείται χορήγηση σε ενέσιμη μορφή.
* Να είναι φθηνό, σταθερό και ασφαλές.


Πραγματικά, τα παραπάνω είναι προφανή, αλλά ελάχιστα εμβόλια προσεγγίζουν το ιδεώδες. Επιπλέον, δεν υπάρχουν εμβόλια για όλους τους λοιμογόνους παράγοντες. Κάθε ζωντανός οργανισμός έχει την δυνατότητα της κίνησης και της ανάπτυξης άμυνας για να προστατεύσει την ανάγκη του για επιβίωση και προσαρμογή στο περιβάλλον. Η ικανότητα των μικροοργανισμών να εφευρίσκουν μηχανισμούς απόδρασης -ακόμη και πρώιμα- στην ανοσολογική απάντηση του ξενιστή ή η ανάπτυξη αντοχής στα αντιβιοτικά αποτελούν απλά παραδείγματα που επιβεβαιώνουν το φαινόμενο αυτό. Η κλινική εφαρμογή επομένως των εμβολίων παρουσιάζει προβλήματα ήδη λόγω του βασικού αυτού ζητήματος: ότι τα μικρόβια είναι κι αυτά ζωντανοί οργανισμοί και ακολουθώντας τους νόμους της φύσης τροποποιούνται ή μεταλλάσσονται προκειμένου να επιβιώσουν.

Ο άνθρωπος ζώντας σε ένα περιβάλλον προσπαθεί να εξασφαλίσει την ισορροπία του και να επιβιώσει αναπτύσσοντας μηχανισμούς άμυνας ή συμβίωσης με τα εκατομμύρια μικρόβια. Όταν η ισορροπία διαταραχθεί, το μικρόβιο εισχωρεί και δυνητικά γίνεται παθογόνο, οπότε ο οργανισμός ανάλογα με την κατάσταση του αμυντικού του συστήματος θα εκδηλώσει ή όχι ασθένεια. Οι μικροοργανισμοί αναγνωρίζονται από το ανοσοποιητικό σύστημα γιατί φέρουν «σήματα κινδύνου» τα οποία κινητοποιούν μια διαδικασία αναγνώρισης του «εισβολέα» μέσω ειδικών υποδοχέων από τους οποίους ξεκινάει ένας εντυπωσιακός μηχανισμός άμυνας σε κυτταρικό επίπεδο με παραγωγή ουσιών που προάγουν την αμυντική απάντηση. Η φυσική προστασία έναντι πολλών μικροοργανισμών βασίζεται στο Τ1-βοηθητικό λεμφοκύτταρο που παράγει κυρίως ιντερφερόνη-γ, ιντερλευκίνη-2 και λυμφοτοξίνες, προάγοντας την «κυτταρικού τύπου» ανοσιακή απάντηση, όπου η παραγωγή αντισωμάτων δεν είναι το κυρίαρχο φαινόμενο της απάντησης. Τα εμβόλια προσπαθούν, παρεμβαίνοντας με τεχνητό τρόπο στην ανοσολογική διαδικασία να διεγείρουν την ανοσολογική μνήμη έτσι ώστε κάθε φορά που ο οργανισμός έρχεται σε επαφή με τον εκάστοτε μικροοργανισμό για τον οποίο έχει εμβολιαστεί, η κινητοποίηση της μνήμης να προλαμβάνει την ασθένεια. Τα περισσότερα από τα τωρινής γενιάς επιτυχημένα εμβόλια εξασφαλίζουν την ανοσία μέσω της απάντησης από Τ2-βοηθητικά λεμφοκύτταρα που παράγουν ιντερλευκίνη-4,5,10,13 και συνεπώς μέσω της παραγωγής υψηλών τίτλων αντισωμάτων. Υπάρχει επομένως μία βασική διαφορά στην ανοσολογική απάντηση όταν πρόκειται για φυσική επαφή με τον μικροοργανισμό σε σχέση με την αντίστοιχη που παράγεται με την χορήγηση εμβολίου. Τα τελευταία χρόνια η μέθοδος του ανασυνδυασμού του DNA οδήγησε στην παρασκευή των νέας γενιάς εμβολίων που, όμως, είναι άμοιρα παρενεργειών; Μήπως αυτή η έξωθεν, τεχνητή παρέμβαση παραβιάζει την φυσιολογική λειτουργία του αμυντικού συστήματος και τελικά το καθιστά περισσότερο ευάλωτο; Με την περιγραφή των παραπάνω μηχανισμών είναι προφανές ότι η ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού μέσω των εμβολίων παρακάμπτει την φυσιολογική οδό απάντησης του ανοσολογικού συστήματος και υποχρεώνει τον οργανισμό σε μία σωρεία αντιδράσεων που δεν αποκλείεται να οδηγεί σε δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού είτε ενεργοποίηση μηχανισμών αυτοανοσίας. Για παράδειγμα, η αύξηση των προβλημάτων αλλεργίας και βρογχικού άσθματος στις ανεπτυγμένες, σε αντίθεση με τις αναπτυσσόμενες χώρες, θέτουν ένα προβληματισμό για την πρακτική του εμβολιασμού και την πιθανή συσχέτισή του με την αύξηση της αλλεργίας ως αντίδραση του ανοσοποιητικού στους πολλαπλούς αντιγονικούς ερεθισμούς των εμβολίων. Πολλές μελέτες με το θέμα αυτό αντιφάσκουν ως προς τα αποτελέσματά τους. Παρ’ όλα αυτά πλήθος σωματείων, που στελεχώθηκαν στην πλειοψηφία τους από γονείς παιδιών που εμφάνισαν προβλήματα μετά από εμβολιασμούς, εκφράζουν τις αντιρρήσεις τους και προσπαθούν να προβάλουν τα επιχειρήματά τους, σ’ ένα σύστημα όμως αρκετά ανελαστικό στις αντιδράσεις αυτές. Παράλληλα, πολλοί γιατροί δείχνουν ένα σκεπτικισμό στο φαινόμενο της «επιδημίας των εμβολίων» που πολλές φορές μάλιστα, δεν έχει καμία λογική, όπως για παράδειγμα το γνωστό θέμα του εμβολίου της γρίπης και της ενδεχόμενης επιδημίας από γρίπη των πουλερικών.

Σε άρθρο του επιστημονικού περιοδικού "Advances in Pediatrics" με τίτλο «Προκαλούν τα εμβόλια βλάβη;» δημοσιεύεται ο ακόλουθος πίνακας που αφορά τους συσχετισμούς διαφόρων εμβολίων με παρενέργειες και την διαπίστωση μιας επιτροπής που συστήθηκε στις Η.Π.Α για να καταλήξει σε συμπεράσματα όσον αφορά το αληθές ή όχι των παρενεργειών από την χρήση των εμβολίων.


Τι μας λέει ο πίνακας αυτός; Ότι ακόμη και η έρευνα σε επίπεδο κλασσικών κλινικών μελετών δεν μπορεί με κατηγορηματικό τρόπο να απαντήσει για την ασφάλεια των εμβολίων. Σε πολλές περιπτώσεις τα στοιχεία θεωρούνται ανεπαρκή. Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά: Δεν παίρνω θέση υπέρ ή κατά.

Στο άρθρο αυτό, καταλήγουν ότι τα εμβόλια, σπάνια μεν, αλλά μπορεί να προκαλέσουν βλάβη. Μεταξύ των δύο πόλων (βλάβη ή όφελος) στέκεται η τωρινή ευκαιρία, να προσπαθήσουμε να καθορίσουμε αν συγκεκριμένα εμβόλια ή πρακτικές εμβολιασμού προκαλούν κάποιο από τα νοσήματα που φαίνεται να είναι πιο συχνά τώρα, όπως είναι ο αυτισμός, το σύνδρομο διαταραχής προσοχής-υπερκινητικότητας, το άσθμα και τα αυτοάνοσα νοσήματα. Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αν τα εμβόλια συνδέονται αιτιολογικά με νοσήματα δεν είναι εύκολο να δοθούν γιατί: 1)Υπάρχει απουσία ομάδας ελέγχου που είναι ανεμβολίαστη. 2) Σε πολλά νοσήματα δεν υπάρχει καθορισμένη ένδειξη αιτιοπαθογένειας.3) Συχνά εμπλέκονται περιβαλλοντικοί και γενετικοί παράγοντες. 4) Τα ιατρικά ιστορικά είναι ελλιπή. 5) Πολύ συχνά μεσολαβεί μια μακρά περίοδος από την χορήγηση κάποιου εμβολίου μέχρι την έκφραση της νόσου. 6) Η απουσία γνώσης ως προς την γενετική βάση και την αιτιοπαθογένεια των νοσημάτων.

Μερικοί γονείς είναι απολύτως σίγουροι ότι το χρόνιο νόσημα του παιδιού τους οφείλεται στο εμβόλιο και προσπαθούν να επηρεάσουν τους άλλους προς την κατεύθυνση αυτή. Μερικοί παιδίατροι είναι τόσο σίγουροι ότι τα εμβόλια είναι τόσο ασφαλή που απορρίπτουν τα ερωτηματικά των γονέων. Ανάμεσα στα δυο άκρα παραμένει ο προβληματισμός και η αναζήτηση της αλήθειας.

Ο ομότιμος καθηγητής Πειραματικής Φυσιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κύριος Ι. Χατζημηνάς, σε διάλεξή του, στις 13.5.2002 στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αναφέρει τα ακόλουθα πολύ ενδιαφέροντα:

«Υπό τις ευνοϊκότερες συνθήκες διαβίωσης που εξασφαλίζονται με την επέμβαση της Ιατρικής, άτομα με ανοσοποιητικό σύστημα που δεν θα είχε την ικανότητα από μόνο του να εξασφαλίσει την επιβίωσή τους, κατορθώνουν να επιβιώνουν και να κληροδοτούν το υποβαθμισμένο, μερικώς αναποτελεσματικό τους ανοσοποιητικό σύστημα, στην επόμενη γενεά. Πράγματι, μια τέτοια κατάσταση έχει αρχίσει να εμφανίζεται και να εδραιώνεται, για ένα σημαντικό τμήμα του ανθρώπινου πληθυσμού, ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα, και αιφνίδια να γιγαντώνεται και να κορυφώνεται κατά το δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα. Με απλά λόγια: πριν από την έναρξη του 19ου αιώνα, επιδημίες όπως της ευλογιάς, διαδέχονταν η μια την άλλη και σάρωναν την Ευρώπη κάθε 22 ως 25 χρόνια, δηλαδή κάθε φορά που το ποσοστό των μη ανοσοποιημένων νεαρών ατόμων εξαιτίας των επιδημιών που είχαν προηγηθεί, υπερέβαινε την κρίσιμη, βαλβιδική, τιμή στο γενικό πληθυσμό. Με αυτό τον τρόπο, το ένα τρίτο περίπου των ατόμων που προσβάλλονταν από τη νόσο υπέκυπταν, με αποτέλεσμα η υποβαθμισμένη γενώμη, όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του ανοσοποιητικού συστήματος, να μη είναι δυνατόν να κληρονομείται στην επόμενη γενεά. Το τελικό αποτέλεσμα βέβαια συνίστατο στη διατήρηση των τμημάτων της γενώμης που κωδικοποιούν τα στοιχεία που αποτελούν το ανοσοποιητικό σύστημα σε όσο το δυνατό υψηλότερο και πλέον αποτελεσματικό βαθμό ετοιμότητας και δραστικότητας. Μολαταύτα, αυτός ο μηχανισμός της θετικής φυσικής επιλογής έπαυσε βαθμιαία να ενεργοποιείται και να λειτουργεί, με την εφαρμογή αρχικά του δαμαλισμού (μετά τα πειράματα του Jenner, 1796-1798), και στη συνέχεια με τη χρήση και άλλων εμβολίων έναντι πολλών λοιμωδών νόσων. Στη συνέχεια, από τα μέσα της δεκαετίας του 1940, προστίθεται και η ευρεία χρήση των αντιμικροβιακών φαρμάκων (και κατά κύριο λόγο των αντιβιοτικών), με συνέπεια την έτι περαιτέρω ανακούφιση του ανοσοποιητικού συστήματος όσον αφορά την επιτυχή αντιμετώπιση αυτών των νόσων. Το αποτέλεσμα βέβαια συνίσταται στην επιβίωση μεγάλου αριθμού ατόμων στα οποία το ανοσοποιητικό σύστημα δεν θα μπορούσε από μόνο του να αντιμετωπίσει επιτυχώς τη νόσο, η δε υποβαθμισμένη αυτή γενώμη να κληρονομείται στους απογόνους».

Οι προβληματισμοί συνεπώς που αφορούν το κόστος που πληρώθηκε από την εφαρμογή των εμβολίων, παρά τον ενθουσιασμό και το παραλήρημα της τρέχουσας ιατρικής πρακτικής της Δύσης, υφίστανται. Μπορεί ο τέτανος, η ιλαρά, η ευλογιά, η πολιομυελίτιδα να καταπολεμήθηκαν ή να περιορίστηκαν με την εφαρμογή των εμβολίων. Το πρόβλημα όμως των λοιμώξεων -και όχι μόνο- εξακολουθεί να μας κυνηγά ως ανθρωπότητα: AIDS, SARS, γρίπη, λοιμώξεις από ανθεκτικούς στα αντιβιοτικά μικροοργανισμούς και ο μακρύς κατάλογος συνεχίζεται... Αν λάβουμε υπόψη μας τους προβληματισμούς ως προς τις δυνητικές παρενέργειες των πολλαπλών εμβολιασμών, κάθε συνετός γιατρός θα πρέπει να βλέπει με μεγάλο σκεπτικισμό την πρόληψη μέσω των εμβολίων. Τα εμβόλια προσέφεραν αυτό που είχαν να προσφέρουν. Η πρόοδος στην Γενετική άνοιξε νέους ορίζοντες. Προς ποια κατεύθυνση όμως θα χρησιμοποιήσουμε αυτή την πρόοδο είναι ένα κρίσιμο ερώτημα. Σ’ έναν σχετικό κόσμο, το «ωφελέειν ή μη βλάπτειν» είναι πάντοτε επίκαιρο. Η παρέμβαση στο ανοσοποιητικό μέσω των εμβολιασμών ίσως στο μέλλον αποδειχθεί ολέθριο σφάλμα. Κι επειδή η Ιατρική έχει ταχθεί στην υπηρεσία του ανθρώπου, ας μη φανεί για μια ακόμη φορά άκαμπτη, ας αναλογιστεί ο κάθε γιατρός τις ευθύνες του κι ας πάρει μια θέση με σύνεση και συλλογισμό. Επειδή η επιστήμη δεν είναι κάτι τετελεσμένο, αλλά αποτελεί μια διαδικασία σε εξέλιξη, μία προσέγγιση με ανοιχτό μυαλό αλλά και καρδιά στις εξελίξεις θα άξιζε να γίνεται, αναθεωρώντας κάθε φορά με κριτικό πνεύμα κάθε κατεστημένη άποψη που τείνει να παίρνει διαστάσεις συχνά επικίνδυνες για την ανθρωπότητα. Τα πάντα ρει...

Ημερομηνία καταχώρησης: 18.1.2007