...για ένα Κοχύλι PDF Εκτύπωση E-mail
Προβληματισμοί - Σκέψεις
Σάββατο, 16 Σεπτέμβριος 2006 12:40
Ημερομηνία καταχώρησης: 16.9.2006

Το καλοκαίρι τελειώνει για μια ακόμη φορά, και μέσα στον κύκλο των εποχών του έτους, θα το διαδεχθεί το φθινόπωρο, ο χειμώνας, η άνοιξη και το επόμενο καλοκαίρι. Αλλά το καλοκαίρι ποτέ δεν είναι το ίδιο, όσο και αν φέρει το ίδιο όνομα και καταλαμβάνει την ίδια χρονική διάρκεια στον κύκλο του έτους. Το καλοκαίρι δεν είναι ποτέ το ίδιο, όπως ποτέ δεν είναι μια Δευτέρα ίδια με την προηγούμενη ή την επόμενη. Αλλά τελειώνοντας το καλοκαίρι πάντοτε αφήνει στα χέρια τα κοχύλια του να μας θυμίζουν τις ακροθαλασσιές όπου περπατήσαμε και τις ζωές που έρχονται, με τα απομεινάρια της μορφής τους, να μας θυμίζουν το πέρασμά τους από τον κόσμο. Ένα κοχύλι ποτέ δεν είναι ίδιο με κανένα άλλο κοχύλι. Το κοχύλι βρίσκεται με συνέπεια στην ίδια φυσική διαδικασία σύμφωνα με την οποία, το υπολείμματα της μορφής που αντέχουν στον χρόνο και την φθορά δεν είναι παρά μόνο τα κρυσταλλωμένα άλατα του ασβεστίου που κάθε μορφή του ζωικού βασιλείου αφήνει πίσω της όταν εγκαταλείπεται από την παρουσία της ζωής.

Τα κοχύλια που θα μείνουν μέσα στις γυάλες, πάνω στα γραφεία ή στους γυμνούς λαιμούς των κοριτσιών, δεν είναι παρά οι μνήμες που έχουν απομείνει από ένα άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο σύντομο πέρασμα από τον κόσμο. Δηλαδή στολίζουμε την ζωή μας και τους χώρους μας με απομεινάρια μνήμης που ποτέ δεν καταφέραμε να διακρίνουμε, να ακούσουμε ή να διαβάσουμε το μήνυμά τους. Ποτέ δεν ολοκληρώσαμε τον διάλογο που τα ίχνη αυτά αρχίζουν και ποτέ δεν παίρνουν καμία απάντηση. Μνήμες που ποτέ και κανείς δεν ανακάλεσε, κανείς δεν αναζήτησε, ποτέ δεν ζήτησε να τις ακούσει και να τις αξιοποιήσει. Μπορεί οι κρύσταλλοι του ασβεστίου να είναι πολύτιμοι, μέχρι και φάρμακο μπορεί να γίνουν, αλλά η χρησιμότητα από πλευράς ανάκλησης της μνημονικής του καταγραφής ποτέ δεν έχει εκτιμηθεί. Ο πρώτος άνθρωπος όπως και η φύση, έγραψε την γνώση και την πληροφορία του σε πέτρινες πλάκες προκειμένου να την αποθηκεύσει, δημιουργώντας έτσι μια "μνήμη" για τον άνθρωπο που θα διάβαζε την γραφή του από το μέλλον. 'Ετσι η φύση μας έμαθε να γράφουμε σε ανόργανους κρυστάλλους την μνήμη μας.

Ας δούμε τι γράφει και ο Paul Valery στο έργο του ο 'Ανθρωπος και το Κοχύλι (Εκδόσεις 'Ινδικτος, Αθήνα 2005): Παρατηρώ πρώτα-πρώτα ότι η |ζώσα φύση" δεν ξέρει να δουλεύει απευθείας τα στερεά σώματα. Στην κατάσταση αυτή, μήτε η πέτρα μήτε το μέταλλό της είναι χρήσιμα σε κάτι. Είτε πρόκειται να υλοποιήσει κάποιο ανθεκτικό στοιχείο σταθερού σχήματος -ένα στήριγμα, έναν μοχλό, μιαν αντηρίδα, μια θωράκιση- είτε πρόκειται να παραγάγει έναν κορμό δένδρου, ένα μηριαίο οστούν, ένα δόντι ή ένα χαυλιόδοντα, ένα κρανίο ή ένα κοχύλι, ο ελιγμός είναι ο ίδιος: χρησιμοποιεί την υγρή ή ρευστή κατάσταση που συγκροτεί κάθε ζωντανή ουσία και διαχωρίζει αργά από αυτήν τα στερεά, κατασκευαστικά της στοιχεία. 'Ο,τι ζει ή έζησε, απορρέει από τις ιδιότητες και τις μεταβολές μερικών υγρών. Εξάλλου κάθε τωρινό στερεό έχει περάσει από τη φάση του υγρού, του τηκτού ή του διαλύματος. 'Ομως η "ζώσα φύση" δεν μπορεί να οικειοποιηθεί για λογαριασμό της τις υψηλές θερμοκρασίες που επιτρέπουν σε μας να επεξεργαστούμε "αμιγή σώματα" και να δώσουμε στο γυαλί, τον μπρούντζο, το σίδερο, όταν βρίσκονται σε υγρή ή εύπλαστη κατάσταση, τις επιθυμητές μορφές που η ψύξη θα παγιώσει. Η ζωή, προκειμένου να πλάσει τα στερεά όργανά της, δεν είναι δυνατόν να διαθέτει παρά διαλύματα, εναιωρήματα ή γαλακτώματα.

'Εχω διαβάσει πως το ζώο μας δανείζεται από τον περίγυρό του ένα είδος τροφής περιεκτικό σε ασβεστούχα άλατα, ότι το ασβέστιο αυτό, αφού απορροφηθεί, υφίσταται επεξεργασία από το ήπαρ του και εν συνεχεία περνά στο αίμα του. Η πρώτη ύλη του ορυκτού τμήματος του κοχυλιού έχει αποκτηθεί: θα τροφοδοτήσει τη δραστηριότητα ενός ιδιότυπου οργάνου που έχει την ειδικότητα να εκκρίνει και να βάζει στη θέση τους τα στοιχεία του προς κατασκευήν στερεού.

Εδώ αποκαλύπτει μια άλλη φυσική μεταστοιχειωτική διαδικασία που ακολουθεί η ζωή καθώς προτιμά πάντοτε τους ήπιους χειρισμούς αντίθετα από τις ακραίες τεχνικές του ανθρώπου. Δηλαδή η φύση, αντί να χρησιμοποιήσει το καμίνι, με τις τεράστιες και ασύμβατες με την ζωή θερμοκρασίες, προκειμένου να λιώσει κάποιο υλικό και να το επεξεργαστεί, χρησιμοποιεί μια βιολογική διαδικασία που κάνει ακριβώς την ίδια δουλειά. 'Ετσι η φύση γράφει, καταγράφει και αντιγράφει μνήμες και κώδικες στην μάχη της με τον χρόνο, διαδικασία που ο άνθρωπος δεν κατανόησε ακόμη καθώς έχει μάτια και δεν βλέπει και έχει αυτιά και δεν ακούει όλα εκείνα που η ζώσα φύση αγωνίζεται να του μεταδώσει.

Ιανός Γεωργίου