του Κίμωνα Θεοδωρόπουλου (εκπαιδευτικός)
Εικόνες και διαπιστώσεις απ' την "καθημερινότητά" μας:
Ένας Έλληνας είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου, όταν εμφανίζεται ο μαύρος γιατρός που θα τον εγχειρίσει.
Ένας γιος ανακοινώνει στους γονείς του ότι πρόκειται να παντρευτεί μια Αλβανίδα.
Μια κόρη ανακοινώνει στους γονείς της ότι αποφάσισε να παντρευτεί έναν Βούλγαρο.
Στα σχολεία των κεντρικών περιοχών των μεγάλων πόλεων στη χώρα μας, οι περισσότεροι μαθητές είναι ξένοι, κυρίως Αλβανοί, αλλά όχι μόνο.
Κάποιοι Έλληνες μαθητές βιαιοπραγούν εναντίον κάποιας συμμαθήτριάς τους που είναι από την Αλβανία.
Κάποιοι Αλβανοί μαθητές βιαιοπραγούν εναντίον κάποιας συμμαθήτριάς τους που είναι Ελληνίδα.
Σε μια οικοδομή, οι περισσότεροι εργάτες είναι ξένοι, όπως και σε κάποιες αγροτικές περιοχές και σε κάποιες βιομηχανίες.
Οι κεντρικές πλατείες στις μεγάλες πόλεις είναι γεμάτες από ύποπτους ξένους.
Οι ντόπιοι σχολιάζουν πως για όλα τα στραβά φταίνε οι ξένοι. Οι μαύροι άλλωστε μυρίζουν. Οι βόρειοι γείτονες είναι όλοι κακοποιά στοιχεία. Μας έχουν πάρει και όλες τις δουλειές.
Κάποιοι άλλοι γελάνε με ποντιακά ή πολωνικά ανέκδοτα.
Στο μεταξύ, λίγο πιο πέρα, μια παρέα Γάλλων προχωράει προς την Ακρόπολη, ενώ κάποιοι Άγγλοι επιλέγουν να περπατήσουν στα στενά της Πλάκας. Στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, ένας Αμερικάνος βλέπει ξαφνικά πως ο γιατρός που θα τον εγχειρίσει είναι ξένος, και ρωτώντας μαθαίνει πως είναι Έλληνας, ενώ ένας μαύρος του αμερικάνικου Νότου, ακούει έντρομος ότι η κόρη του θα παντρευτεί έναν λευκό.
Στη Μεγάλη Βρετανία, ένας Άγγλος βλέπει το γιο του να κάνει παρέα με Κύπριους και Έλληνες σπουδαστές, ενώ ένας Εβραίος έμπορος μιλάει με τον Άραβα υπάλληλό του ή αντίστροφα.
Τι κοινό έχουν όλες αυτές οι εικόνες; Όλες τους, μπορούν να αποτελέσουν αφορμή για συναισθήματα, κρίσεις ή πράξεις ρατσιστικού περιεχομένου. Ας μην βιαστεί να ισχυριστεί κανείς ότι δεν υφίσταται πλέον πρόβλημα ρατσισμού. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο στην εποχή μας, παρόλο το σαφώς διαφορετικό πρόσωπο που έχει σε σχέση με το παρελθόν, αλλά και ιδιαίτερα επίκαιρο τις ημέρες αυτές, καθώς στις 21 Μαρτίου εορτάστηκε η Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων, η οποία καθιερώθηκε από τον ΟΗΕ το 1966. Επιπλέον, φέτος, από 17 έως 25 Μαρτίου εορτάστηκε η Πανευρωπαϊκή Εβδομάδα Δράσης Εναντίον του Ρατσισμού, με μια μεγάλη ποικιλία εκδηλώσεων.
Ο ρατσισμός υπάρχει, τόσο σαν κοινωνικό φαινόμενο, όσο και σαν μια ατομική στάση ζωής. Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει εκφράσεις όπως: "Οι Αλβανοί μάς πήραν τις δουλειές μας. Φταίνε για την αύξηση της εγκληματικότητας. Να γυρίσουν στα σπίτια τους. Είναι πολλοί. Σε λίγο οι Έλληνες θα είναι ξένοι στο σπίτι τους. Υποβαθμίστηκαν τα σχολεία μας". Ή και εκφράσεις που εστιάζονται στη "θετική" όψη των πραγμάτων: "Βοηθούν την εθνική οικονομία. Κάνουν δουλειές που εμείς δεν καταδεχόμαστε να κάνουμε". Αλλά και πόσες φορές δεν έχουμε παρατηρήσει μια περίεργη αντιστροφή στην εφαρμογή της δικαιοσύνης σε περιπτώσεις όπου οι πρωταγωνιστές κάποιου συμβάντος είναι από διαφορετικές φυλές. Όταν, π.χ. συμβεί κάτι σ' έναν Αλβανό, ακούγεται "καλά να πάθει". Όταν το ίδιο πράγμα συμβεί σ' έναν Έλληνα, ακούγεται "αχ, ο καημένος". Όταν εμείς κάνουμε κάτι σ' έναν Αλβανό, "το άξιζε". Όταν εκείνος κάνει το ίδιο σ' εμάς, κάτω από τις ίδιες συνθήκες, τον κατακρίνουμε αμέσως με τη μεγαλύτερη αυστηρότητα. Όταν ο δράστης ενός εγκλήματος είναι ξένος, η εθνικότητά του γίνεται θέμα σχολιασμού, ενώ όταν είναι Έλληνας, δεν γίνεται καμιά αναφορά.
Αυτά και πολλά ακόμα παραδείγματα, μας πείθουν πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ο ρατσισμός υφίσταται ακόμα. Όχι στη "θεωρία", γιατί η επίσημη καταδίκη του ρατσισμού μάς έχει μάθει να κρύβουμε - καμιά φορά και από τον ίδιο τον εαυτό μας - αυτό που πραγματικά νιώθουμε και πιστεύουμε, και να εκφράζουμε κάθε φορά τις πιο "ορθές" απόψεις για το "απαράδεκτο" αυτό φαινόμενο. Στην πράξη, όμως, οι σκέψεις και τα συναισθήματά μας φανερώνουν μια άλλη κατάσταση. Ακόμα και η απροθυμία και ο φόβος να τοποθετηθούμε σε συγκεκριμένα προβλήματα ρατσισμού, όπως "το πρόβλημα με τους Αλβανούς", μήπως κατηγορηθούμε ως ρατσιστές, "ενώ δεν είμαστε", αποδεικνύει πως το πρόβλημα αυτό είναι πολύ υπαρκτό μέσα μας. Αλλά και η κατηγορηματικά αρνητική δήλωση "δεν είμαι ρατσιστής", πολλές φορές επιβεβαιώνει ακριβώς το αντίθετο.
Ο ρατσισμός, αν και ετυμολογικά αναφέρεται στις διακρίσεις που γίνονται με βάση τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της φυλής στην οποία ανήκει ο κάθε άνθρωπος, στη σημερινή πραγματικότητα έχει προχωρήσει σε πιο εσωτερικές και πιο βαθιές περιοχές της ανθρώπινης ψυχής. Έτσι όπως τον ζούμε σήμερα, ρατσισμός είναι το "αίσθημα", ο "τρόπος σκέψης" και η "συμπεριφορά", που ξεχωρίζει έναν άνθρωπο από κάποιον ή κάποιους άλλους με βάση την "ταυτότητά" τους. Η πρακτική αυτή επιβάλλεται σ' έναν άνθρωπο απ' τον στενό ή τον ευρύτερο κοινωνικό του περίγυρο, ήδη από τα πρώτα του βήματα στη ζωή, με στόχο τη διαχείριση των συναισθημάτων που προβάλλουν από μέσα του όταν αυτός έρχεται σε επαφή με κάποιους "άγνωστους" ή "ξένους". Αυτοί οι "άγνωστοι" και "ξένοι", δεν είναι υποχρεωτικό να ανήκουν σε κάποια άλλη φυλή, ή να έχουν διαφορετικό χρώμα. Μπορεί να είναι από ένα άλλο κράτος, μια άλλη εθνότητα, ή απλώς από κάποιον άλλο κοινωνικό περίγυρο με κάποια διαφορετική "ταυτότητα". Οι περιπτώσεις μπορεί να διαφέρουν, αλλά ο τρόπος αντιμετώπισης παραμένει πάντα ο ίδιος. Τις περισσότερες φορές εμφανίζεται ενστικτωδώς ένας φόβος, που μπορεί να συνοδεύεται από μια απέχθεια ή αποστροφή και μια αμυντική στάση που εκδηλώνεται συνήθως με έναν επιθετικό τρόπο. Άλλες φορές εμφανίζονται ο θαυμασμός, η ζήλια ή ο φθόνος.
Σε κάθε περίπτωση, τα συναισθήματα αυτά εστιάζονται στο συγκεκριμένο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων, μόνο και μόνο επειδή έχουν μια διαφορετική "ταυτότητα" απ' τη δική μας. Στην "ταυτότητα" αυτή αποδίδουμε "θετικές" ή "αρνητικές" ποιότητες, ανάλογα με την κάθε περίπτωση: "Αλβανός", "Βούλγαρος", "Τσιγγάνος", "Βλάχος", "Τούρκος", "Εβραίος", "Ιρανός", "Αμερικάνος", "μαύρος", 'λευκός", "δεξιός", 'αριστερός", "κομμουνιστής", "φασίστας", "μασόνος", "διδάσκαλος", 'παιδί", "γέρος', "άντρας", "γυναίκα", "ξανθιά", "αδύνατη", "όμορφη", "χοντρή', "άσχημη", "χορεύτρια", "δημόσιος υπάλληλος", "αστυνομικός", "σκουπιδιάρης", "υδραυλικός", "γιατρός", "μηχανικός", κτλ.
Το βασικό πρόβλημα μιας "ταυτότητας" αυτού του είδους, δεν είναι οι ποιότητες που την απαρτίζουν, θετικές ή αρνητικές, αλλά το ότι αντιμετωπίζουμε όλους όσους την φέρουν με τον ίδιο τρόπο, σαν να ήταν όλοι τους μια "μάζα", και όχι ως εξατομικευμένες προσωπικότητες.
Οι ποιότητες μιας μαζικής "ταυτότητας", και το βάρος που αποδίδουμε σ' αυτές, επηρεάζονται απ' τα προσωπικά μας βιώματα και αντιλήψεις, ως άτομα και ως σύνολα. Συνήθως, όμως, στους διάφορους "ξένους" αποδίδουμε "αρνητικές" ποιότητες. Ποιότητες που εμείς οι ίδιοι έχουμε μέσα μας, και που για κάποιον λόγο δεν θέλουμε να τις αποδεχθούμε: φοβίες, τραυματισμούς, ελλείψεις, ανεκπλήρωτες επιθυμίες, και γενικά προβληματικές καταστάσεις που δεν μπορούμε ακόμα να τις διαχειριστούμε έλλογα.
Προβάλλοντας στους "ξένους" αυτό που βαραίνει το ασυνείδητό μας, και δεν τολμάμε να το παραδεχθούμε και να το αντιμετωπίσουμε, νιώθουμε απαλλαγμένοι από αυτό το βάρος. Κι όπως αρνούμαστε να αντιμετωπίσουμε τα δικά μας βάρη, έτσι νιώθουμε αποστροφή και ως προς αυτούς που τα φέρουν έξω από μας. Άλλωστε τα όρια ανάμεσα στο εσωτερικό και το εξωτερικό, το ατομικό και το συλλογικό, το ασυνείδητο και το συνειδητό, δεν είναι πάντα τόσο σαφή και διακριτά, και γι' αυτό οι μετακινήσεις από τον ένα πόλο στον άλλο είναι εύκολο να γίνουν, και συνήθως δύσκολο να ανιχνευθούν. Η προβολή αυτών των καταστάσεων σε κάποιους "ξένους", "αλβανούς", "τούρκους", "μαύρους", κτλ, από ένα μεγάλο αριθμό μελών μιας κοινωνίας, δημιουργεί ισχυρά ρεύματα που εγκλωβίζουν μέσα στη δίνη τους τόσον αυτούς που κάνουν την προβολή, όσο και αυτούς που την δέχονται, οι οποίοι με τη σειρά τους κάνουν τη δική τους προβολή. Το αποτέλεσμα είναι η διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος από δυναμικές μάζες ρευμάτων φόβου, πόνου, ελλείψεων και νοοτροπιών, που η μια βάλλει κατά της άλλης, και το σώμα της ανθρωπότητας κατακερματίζεται από "όγκους" που εμποδίζουν την ομαλή λειτουργία του και το οδηγούν σταδιακά προς την αποσύνθεση.
Έχουμε "ανάγκη" από μάζες ανθρώπων που διαφοροποιούνται από εμάς, ώστε σ' αυτές να προβάλλουμε τους φόβους μας, όλα αυτά που μας αηδιάζουν και δεν μπορούμε να φανταστούμε τους εαυτούς μας να τα πραγματοποιούν, αλλά και από μάζες ανθρώπων τις οποίες να φθονούμε, γιατί έχουν όλα αυτά που επιθυμούμε αλλά δεν μπορούμε να αποκτήσουμε. Άλλες φορές οι "μάζες" έχουν έναν πιο ρεαλιστικό χαρακτήρα, όταν φορούν το προσωπείο μιας "απειλής" του πολύτιμου και περιορισμένου ή όχι τόσο, "έχειν" μας.
Τα άτομα, κάτω από το κράτος του φόβου, χωρίς εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, με ανίσχυρες προσωπικότητες, μπαίνουν από τη γέννησή τους μέσα σ' αυτές τις μάζες, αιχμαλωτίζονται από τη δίνη τους, από τα ρεύματα και τις ενέργειες που τις διαμορφώνουν, και χάνουν τη δυνατότητα ελεύθερης σκέψης, κρίσης, επιλογής και απόφασης. Τώρα πλέον, είναι η "μάζα", στην οποία παραδόθηκαν σχεδόν χωρίς αντίσταση, που σκέφτεται, κρίνει, επιλέγει και αποφασίζει γι' αυτούς, σαν η μάζα αυτή να ήταν μια άλλου είδους οντότητα, πανίσχυρη, τερατόμορφη και γιγαντιαίων διαστάσεων.
Αντιμετωπίζοντας καταστάσεις στις οποίες εμπλέκονται άτομα με διαφορετική "ταυτότητα", πολλές φορές προβληματιζόμαστε αναφορικά με τη στάση που οφείλουμε να κρατήσουμε, ώστε να μην φερθούμε ως ρατσιστές. Αυτό φανερώνει ότι είμαστε ακόμα εγκλωβισμένοι μέσα σε μια μάζα, και δεν έχουμε βρει τη δική μας θέση, το δικό μας εαυτό. Γιατί, για να μην είμαστε "ρατσιστές", αρκεί να είμαστε ο αληθινός μας, ο δικός μας εαυτός, έχοντας απελευθερωθεί από την κάθε είδους "μάζα".
Όταν πιστεύουμε ότι επειδή είμαστε λευκοί, είμαστε ανώτεροι από τους μαύρους, είμαστε εγκλωβισμένοι μέσα στη δίνη της μάζας αυτών που έχουν την ίδια άποψη. Το ίδιο όταν πιστεύουμε ότι επειδή είμαστε άντρες είμαστε ανώτεροι από τις γυναίκες. Ή ότι επειδή κάποιος είναι γυναίκα, οι άντρες τής οφείλουν. Ή ότι επειδή κάποιος είναι μαύρος, οι λευκοί τού οφείλουν. Όσο δεν θέλουμε και δεν τολμάμε να αντιμετωπίσουμε τις ποιότητες που εκπροσωπεί για μας ο "Αλβανός" μέσα μας, πάντα θα υπάρχει κάποιος "Αλβανός" έξω από εμάς, για να τον υποτιμήσουμε, να τον κρίνουμε, να τον καταδικάσουμε, και έτσι να νιώσουμε καλύτερα, πιο δυνατά εδραιωμένοι σε μια "πραγματικότητα" που είναι κτισμένη σύμφωνα με τις δικές μας αρχές, κριτήρια και συμφέροντα.
Η ίδια λειτουργία ισχύει και στην περίπτωση των θετικών ποιοτήτων κάποιων "ταυτοτήτων". Γιατί όπως μέσα μας υπάρχει μια κλίμακα καλού-κακού, θετικού-αρνητικού, το ίδιο προβάλλουμε και έξω από εμάς. Στην εθνική μας κλίμακα, ως Έλληνες, ένας Αλβανός ή ένας μαύρος, είναι πιο κάτω από εμάς, ένας Γάλλος ή ένας Άγγλος, πιο πάνω από εμάς, ενώ ένας Ιταλός ή Ισπανός στο ίδιο επίπεδο. Ένας Κινέζος παραμένει άγνωστος - και επομένως δυσκολευόμαστε να τον κατατάξουμε σε κάποιο σημείο της κλίμακας.
Στο φαινόμενο του ρατσισμού γίνεται φανερή η διάκριση ανάμεσα στον προσωπικό μας χώρο, το δικό μας χώρο, και στο χώρο των άλλων, που είναι "ξένοι" και άγνωστοι. Το διαφορετικό, το άγνωστο, το ξένο, προκαλεί φόβο, και γι' αυτό δεν του επιτρέπουμε να μπει στον προσωπικό μας χώρο, να μας αγγίξει, να μας γνωρίσει, να κοινωνήσει μαζί μας. Γι' αυτό, όσο ευρύτερος είναι ο "δικός μας" χώρος, τόσο λιγότεροι "ξένοι" υπάρχουν, ενώ όσο στενότερος είναι ο χώρος μας, τόσο μεγαλύτερη ανάγκη νιώθουμε να τον προστατεύσουμε, κτίζοντας τείχη που θα κρατούν τους "ξένους" απ' έξω. Επίσης, όσο πιο διευρυμένη είναι η συνειδητότητά μας, τόσο πιο λίγες είναι οι "ταυτότητες" με βάση τις οποίες κατατάσσουμε τους ανθρώπους γύρω μας. Όσο πιο υγιής, ελεύθερη, ανεξάρτητη και ισχυρή είναι η προσωπικότητά μας, τόσο λιγότεροι λόγοι υπάρχουν για προβολή στους "άλλους" της δικής μας άγνοιας, των δικών μας αδυναμιών και βαρών.
Τον ρατσισμό μπορούμε να τον δούμε και ως προς τον εαυτό μας. Γιατί πάντα υπάρχουν και οι "εσωτερικοί" ξένοι. Αυτοί είναι όλα τα συναισθήματα, οι παρορμήσεις και οι σκέψεις, που για κάποιο λόγο τις νιώθουμε σαν "ξένες" μέσα μας. Ότι σ' αυτές δεν είμαστε εμείς. Κάποιες φορές, μπορεί όντως να μην είμαστε. Άλλες, μπορεί να είμαστε, αλλά να μην θέλουμε να το αναγνωρίσουμε και να το παραδεχθούμε.
Έτσι, ο ρατσισμός υψώνει τείχη τόσο ως προς την "εξωτερικότητα", όσο και ως προς την "εσωτερικότητα" των ανθρώπων, και με τον τρόπο αυτό μας αποκόπτει από κάθε δυνατότητα επικοινωνίας με τον αληθινό μας Εαυτό και σύνδεσης με τη Μονάδα, οδηγώντας μας με βεβαιότητα προς το θάνατο.
Τι μπορούμε να κάνουμε, όμως, για να θεραπεύσουμε αυτή τη σοβαρή ανωμαλία στη λειτουργία μας ως όντα και ως άνθρωποι;
Η πρώτη αρχή που θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς, είναι το να μην συμπεριφέρεται όπως δεν θέλει να του συμπεριφέρονται οι άλλοι, η δε Ζωή αποδεικνύει με πολλούς τρόπους, ότι οι πράξεις μας, καλές ή κακές, πάντα επιστρέφουν σε μας.
Έτσι, ας ελέγχουμε τον εαυτό μας κάθε φορά που νιώθει "ανώτερος" ή "κατώτερος", σε σχέση με κάποιους "ξένους". Ας αντιληφθούμε, επιτέλους, ότι δεν είμαστε το κέντρο του Σύμπαντος, ούτε εμείς, ούτε η οικογένειά μας, η εθνότητά μας, ή η φυλή μας. Είμαστε όλοι απλά κομματάκια ενός πολύ ευρύτερου και πολύ πιο σύνθετου Συνόλου, την ομαλή λειτουργία του οποίου ο ρατσισμός, με τον κατακερματισμό των ανθρώπων σε μάζες, εμποδίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Ας μάθουμε να διαλύουμε αυτές τις μάζες ενεργειών, αντιλήψεων, πρακτικών, όπου τις συναντούμε στην καθημερινή μας ζωή. Ας αφήσουμε πίσω την προσκόλλησή μας στο "έχειν", που από μόνο του έχει την ικανότητα να δημιουργεί μάζες, και ας εστιαστούμε στο "είναι", που χαρίζει στους ανθρώπους την ελευθερία και την ισχύ της ενότητας.
Στη συνέχεια, ας σταματήσουμε να κρίνουμε, γενικά, όχι μόνον τους "ξένους", όχι μόνον τους όποιους "άλλους", αλλά ακόμα και τον ίδιο τον εαυτό μας, όχι μόνον "αρνητικά", αλλά και "θετικά". Η κρίση, ενισχυμένη από τα ρεύματα της άγνοιας, μας εθίζει στη διάκριση των δύο κόσμων, του "δικού μας" και των "άλλων", και έτσι στη διαίρεση και στον κατακερματισμό του ενιαίου ανθρώπινου σώματος σε διακεκριμένες μεταξύ τους "μάζες". Η μη-κρίση ενισχύει την εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, και μας επιτρέπει να είμαστε ολοένα και περισσότερο κυρίαρχοι του εαυτού μας. Ας μάθουμε, λοιπόν, να αναζητούμε στο δικό μας ασυνείδητο τα αίτια των προβλημάτων μας, και όχι στους όποιους άλλους. Ας στραφούμε στο δικό μας εαυτό, ας τον παρατηρήσουμε, και ας χρησιμοποιήσουμε σε κάθε περίπτωση το έλλογο στοιχείο μας για να διαχειριστούμε τα προβλήματα της καθημερινότητάς μας. Ας μη φοβόμαστε να αντιμετωπίσουμε τα σκοτεινά σημεία, τους "ξένους", που υπάρχουν μέσα μας.
Ας στηριχτούμε στον νόμο της ενότητας, όταν οι περιστάσεις μάς οδηγούν στο διαχωρισμό. Ας αναγνωρίσουμε και ας αποδεχθούμε την ανομοιότητα του καθενός, χωρίς όμως να ξεχνάμε την κοινή καταγωγή και τον κοινό προορισμό όλων μας ως άνθρωποι.
Ζούμε σ' έναν κόσμο "ξένων", και δυσκολευόμαστε μέσα σ' αυτόν να βρούμε τη δική μας θέση. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που γνωρίζουμε ότι συγκροτούν το σώμα της ανθρωπότητας είναι "ξένοι" ως προς εμάς. Πολλές φορές, ακόμα και δικοί μας άνθρωποι γίνονται ξαφνικά "ξένοι". "Δεν σε γνωρίζω πια", είναι μια φράση που την ακούμε ή τη λέμε στη ζωή μας. "Αυτοί, αποξενώθηκαν μεταξύ τους", είναι μια άλλη φράση.
Επομένως, ο "ξένος" στη ζωή μας είναι μια πραγματικότητα που οφείλουμε να την αντιμετωπίζουμε άμεσα, με θάρρος και ειλικρίνεια. Γιατί όσο για τον καθένα μας υπάρχουν οι διαφόρων ειδών "ξένοι", αυτό σημαίνει ότι μέσα μας υπάρχουν στοιχεία που ακόμα δεν γνωρίζουμε και που ακόμα δεν μπορούμε να ελέγξουμε. Αν μπορούσαμε, δεν θα υπήρχε περίπτωση κάποιος δικός μας να γίνει ξαφνικά ένας "ξένος". Πόσα ζευγάρια δεν έχουν σταματήσει να βλέπουν τον "άλλο" που κάποτε αναγνώριζαν στο πρόσωπο του συντρόφου τους, και έχουν αρχίσει έντρομοι να διαπιστώνουν πως έχουν δίπλα τους κάποιο "ξένο". Η μετατροπή ενός "δικού μας" ανθρώπου σε "ξένο", σημαίνει πως δεν έχουμε ακόμα κατακτήσει αυτή την χωρίς αντάλλαγμα αγάπη, και ούτε έχουμε αποκτήσει την ικανότητα να βλέπουμε μέσα στους άλλους, ακόμα και στους εχθρούς μας, το θείο στοιχείο που ζωογονεί όλους μας. Επίσης, όσο μέσα μας βλέπουμε "ξένους", αυτό σημαίνει πως υπάρχουν ακόμα κομμάτια του εαυτού μας που δεν έχουμε αναγνωρίσει, αποδεχθεί και συγχωρήσει. Από την άλλη μεριά, πόσες φορές δεν έχουμε νιώσει πως αυτός ο κόσμος στον οποίο ζούμε δεν είναι ο "δικός μας" κόσμος! Ουσιαστικά, ζούμε σ' έναν άγνωστο κόσμο, και όσο η επιστήμη μάς αποκαλύπτει καινούργιες όψεις του, τόσο περισσότερο εδραιώνεται το βίωμα ότι εμείς δεν είμαστε από αυτόν τον κόσμο. Επομένως, είμαστε "ξένοι" γι' αυτόν τον κόσμο, και ίσως αν αυτό το αποδεχόμασταν, να ήταν πιο εύκολο να αναγνωρίσουμε στον οποιοδήποτε άλλο άνθρωπο, ανεξαρτήτως φυλής, γένους, εθνικότητας ή "ταυτότητας", έναν αληθινό αδελφό. Η άρνησή μας να αποδεχθούμε ότι είμαστε ξένοι στον κόσμο που ζούμε, σημαίνει ότι συνδυάζουμε την έννοια του "ξένου" με κάτι κακό, και αυτό είναι που προβάλλουμε σ' όλους όσους δεν είναι σαν εμάς. Απ' την στιγμή που δεν είναι σαν εμάς, δεν έχουν θέση στον κόσμο μας.
Γι' αυτό, ας αναζητήσουμε τη χαμένη ιερότητα της Ζωής. Οι "ξένοι" που ήταν κάποτε σεβαστοί και ιεροί, αντιπροσωπεύοντας τον Ξένο που έλειπε από την ολοκλήρωσή μας, και έγιναν σήμερα μιαροί και απεχθείς, ας γίνουν και πάλι φίλοι μας. Ας σταματήσουμε να τους φορτώνουμε με ό, τι στραβό υπάρχει μέσα μας, με όλο το βάρος της σκιάς μας. Κάθε "ξένος" που εμφανίζεται στον δρόμο μας είναι ένα Μήνυμα για κάποιο κομμάτι του εαυτού μας που ζητάει την απολύτρωση στους κόλπους της Μονάδας. Ας αρχίσουμε, λοιπόν, να σεβόμαστε όλους τους "ξένους" ως Αδελφούς, και τέλος, ας ανοίξουμε την καρδιά μας στον Αιώνιο Ξένο, που στέκεται μπροστά της Σιωπηλός και κρούει την θύρα της.
Ημερομηνία καταχώρησης: 19.4.2006
|