Ο μηχανισμός του πόνου και η μεταμόρφωσή του PDF Εκτύπωση E-mail
Υγεία - Θεραπευτική - Αρθρα Υγείας - Θεραπευτικής
Πέμπτη, 01 Φεβρουάριος 2007 03:07
της Χάιδως Ψιλοϊνη
(ιατρός, ομοιοπαθητικός)

Σύντροφος του ανθρώπου στην πορεία της ζωής του, ο πόνος, σε όποιο επίπεδο και αν αναφέρεται, φαίνεται να φέρνει πάντα σαν πρώτη άμεση αντίδραση την ανάγκη μας να τον αποφύγουμε. Είναι λίγες ίσως οι φορές που κατανοούμε την σημασία του πόνου σαν ένα πολύ βασικό μηχανισμό επιβίωσης, χωρίς τον οποίο δεν θα μπορούσαμε να ζήσουμε, και ίσως ακόμη λιγότερες οι φορές της κατανόησης των αιτίων που τον προκαλούν.

Σύμφωνα με τις μελέτες που έχουν γίνει ο πόνος ταξιδεύει κατά μήκος μιας σύνθετης διαδρομής στο νευρικό σύστημα και σε όλη αυτή την διαδρομή υπάρχουν βιολογικές "πύλες" που ανοίγουν και μπορεί να κλείσουν με αποτέλεσμα την αύξηση ή αντίστοιχα την μείωση ή εξουδετέρωση του πόνου. Η μελέτη της θεωρίας αυτής (gate theory) έχει δώσει πολλές κατευθύνσεις, τόσο για την κατανόηση όσο και για την άμεση ή έμμεση αντιμετώπιση του πόνου, και αφορά όλους εκείνους τους παράγοντες που είναι υπεύθυνοι για τον μηχανισμό αυτό.

Ο σωματικός πόνος είναι μια φυσική ένδειξη του σώματος, τόσο σε εξωτερικά όσο και σε εσωτερικά γεγονότα, που μας σηματοδοτεί τον κίνδυνο, την ανάγκη προσοχής. Ο πόνος αναφέρεται σαν οξύς ή χρόνιος, αλλά η διαφορά τους δεν περιορίζεται στα χρονικά τους όρια. Ο οξύς πόνος είναι μέρος ενός υγιούς μηχανισμού επιβίωσης και είναι σχεδόν πάντα ένα σύμπτωμα. Μια προειδοποίηση για κάτι που δεν πάει καλά και που όταν αποκατασταθεί, ο πόνος περνά. Αντίθετα ο χρόνιος πόνος δεν είναι σύμπτωμα. Τις περισσότερες φορές ο χρόνιος πόνος είναι ασθένεια που προκαλείται από μια δυσλειτουργία του νευρικού συστήματος, τόσο των νεύρων όσο και του εγκεφάλου, καθώς η επανάληψη του εξωτερικού ερεθίσματος και οι μηχανισμοί μετάφρασης στο μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου οδηγούν στην χρονιότητα της αίσθησης του πόνου.

Ειδικοί τύποι νευρικών ινών που καλούνται υποδοχείς πόνου ανιχνεύουν τον βλαπτικό παράγοντα. Οι υποδοχείς αυτοί βρίσκονται σε όλο το σώμα και όταν ενεργοποιούνται παράγουν ένα ηλεκτρικό σήμα που ταξιδεύει προς τον εγκέφαλο μέσω του νωτιαίου μυελού. Τα σήματα αυτά καθώς κινούνται προς τον εγκέφαλο προκαλούν την απελευθέρωση κάποιων χημικών ουσιών που τα υποβοηθούν να φθάσουν στον εγκέφαλο. Αυτές οι χημικές ουσίες που αποκαλούνται νευρομεταδότες είναι οι βιοχημικοί αγγελιαφόροι που μεταφέρουν τα σήματα του πόνου από το ένα νεύρο στο άλλο. Είναι γνωστό πως ο εγκέφαλος χρησιμοποιεί επίσης νευρομεταδότες στην μεταφορά σκέψεων και συναισθημάτων.

Η αίσθηση του πόνου εισέρχεται στον εγκέφαλο στην περιοχή του υποθαλάμου που βρίσκεται βαθιά μέσα στο λιμβικό σύστημα και που είναι υπεύθυνο τόσο για τα συναισθήματα μας όσο και για την μνήμη μας και από εκεί επίσης στον φλοιό που αφορά την σκέψη. Ο συνδυασμός των πληροφοριών των δύο αυτών βασικών λειτουργιών έχει σαν αποτέλεσμα είτε την καθησυχαστική απόφαση και μέσω της δράσης της σεροτονίνης απάλυνση των τοπικών συμπτωμάτων και άρα και της έντασης του πόνου, είτε την επίταση του σήματος κινδύνου και την μέσω της νορεπινεφρίνης δράση, με αποτέλεσμα την κατάσταση στρες και την επιδείνωση των τοπικών συμπτωμάτων-φλεγμονή, οίδημα, μυϊκούς σπασμούς- κατάσταση που μπορεί να είναι και η απαρχή του χρόνιου πόνου. Επειδή τα αισθήματα και οι σκέψεις μας αποτελούν μέρος της διαδρομής του πόνου, αισθανόμαστε τον πόνο περισσότερο όταν συνδεόμαστε συναισθηματικά μαζί του και μπορεί να μην τον προσέξουμε καθόλου όταν είμαστε συγκεντρωμένοι σε κάτι άλλο.

Επειδή ο πόνος μας είναι τόσο σημαντικός μπορεί να νομίζουμε ότι στον εγκέφαλό μας υπάρχει ένα εξειδικευμένο κέντρο πόνου. 'Ομως, παρ' όλο που ο εγκέφαλος καταγράφει τον πόνο σε όλο το σώμα, ο ίδιος δεν αισθάνεται τον πόνο. Δεν υπάρχουν αισθητήρια πόνου στον εγκέφαλο. Στον εγκέφαλο τα σήματα απλά μεταφράζονται ως επώδυνα και μεταφέρονται σαν σήματα αντίδρασης στο σώμα.

Πρακτικά ο πόνος μπορεί να αναγνωριστεί σε 5 διαφορετικούς τύπους. Σπλαχνικός, σωματικός, αντανακλαστικός, νευροπαθητικός και ψυχογενετικός. Συνήθως βλέπουμε συνδυασμούς αυτών των διαφορετικών τύπων. Στον οξύ πόνο ο σπλαχνικός, ο σωματικός και ο αντανακλαστικός τύπος παίζουν σημαντικό ρόλο στην αντίληψη του οξέος πόνου, ενώ στον χρόνιο πόνο προεξάρχουν οι άλλοι δύο.

Για ένα δεδομένο βλαπτικό παράγοντα η ένταση του πόνου ποικίλλει από άτομο σε άτομο και γι’ αυτό θα πρέπει να διαφοροποιείται το ατομικό όριο του πόνου από την αντοχή στον πόνο. Η αντίδραση στον πόνο διαφοροποιείται από γενετικές διαφορές, ενδοκρινική λειτουργία, νευρική λειτουργία, μηχανισμούς άμυνας, στρες, ψυχολογική κατάσταση, ηλικία, πολιτισμικό επίπεδο αλλά και από τον βαθμό της συνειδητότητας μας.

Το 1970 ανακαλύφθηκαν δύο ουσίες, η ενδορφίνη και η εγκεφαλίνη, που ενεργούν σαν φυσικά παυσίπονα του σώματος και στις οποίες βασίζεται η αντοχή μας στον πόνο. Ενδορφίνη σημαίνει εσωτερική μορφίνη και εγκεφαλίνη σημαίνει ουσία που εκκρίνεται μέσα στον εγκέφαλο. Οι ουσίες αυτές έχουν διακόσιες φορές ισχυρότερη δράση από ό,τι μπορεί να αγοραστεί και δέκα φορές ισχυρότερη παυσίπονη δράση από την μορφίνη και μάλιστα χωρίς την δημιουργία αντοχής σε αυτές. Αυτά τα φυσικά οπιοειδή όχι μόνο πλημμυρίζουν τον εγκέφαλο προσφέροντας τόσο φυσική όσο και ψυχολογική ανακούφιση, αλλά επίσης ταξιδεύουν στις πύλες του πόνου στην Σπονδυλική Στήλη και δρουν ανασταλτικά στις ουσίες που υποβοηθούν την μεταφορά του πόνου στον εγκέφαλο.

Εξετάζοντας την αίσθηση του πόνου λίγο γενικότερα διαπιστώνουμε ότι ο πόνος είναι κάτι περισσότερο από μια φυσική αντίδραση σε ένα φυσικό ερέθισμα. Είναι η ανταπόκριση του σώματος στην ανάμιξή μας σε μια συγκεκριμένη αλλαγή. Η αλλαγή μπορεί να είναι φυσική (ένας καρκίνος ή μια κάκωση του δακτύλου μας), μπορεί να είναι συναισθηματική (αδυναμία να αγαπήσουμε ή να αγαπηθούμε), κοινωνική (αίσθηση απομόνωσης από τους φίλους μας), ή νοητική (αδυναμία να καταλάβουμε τι συμβαίνει).

Ο πόνος είναι ο τρόπος που το σώμα μας μάς προειδοποιεί ότι συμβαίνει μια αλλαγή. Αυτή η αλλαγή μπορεί να είναι για καλό ή όχι ή πολλές φορές να μας αφήνει με το ερώτημα που μας εγκλωβίζει με την αγωνία τού να μην ξέρουμε τι συμβαίνει.

Ο πόνος είτε οξύς είτε χρόνιος, εξαρτάται τόσο από το προσωπικό όσο και από το κοινωνικό μας περιβάλλον. Ανταποκρινόμαστε στον πόνο διαφορετικά ανάλογα με την παρελθούσα εμπειρία που είχαμε και την αντίδραση που είχαμε από το περιβάλλον. 'Ατομα με διαφορετική παιδεία ή πολιτισμό βιώνουν τον πόνο διαφορετικά. Γι' αυτό ο πόνος έχει την δική του γλώσσα. Και, όπως και με την γλώσσα συμβαίνει, διαφέρει σε σχέση με το σε ποιόν απευθύνεται και σε ποια γλώσσα.

Ο πόνος είναι ένα μυστήριο, μια ευαίσθητη πραγματικότητα, που εκφράζει και προκαλεί κάτι μοναδικό, μια γέφυρα μεταξύ της αλλαγής και του συνειδητού εαυτού μας. Η αλλαγή είναι προφανής όταν γνωρίζουμε την αιτία του πόνου. Μπορεί, όμως, να είμαστε γεμάτοι πόνο και να ξέρουμε ότι κάποια αλλαγή συμβαίνει αλλά να μην ξέρουμε τι ακριβώς συμβαίνει. Ο πόνος μπορεί να είναι το μυστήριο μιας αλλαγής που μας είναι πολλές φορές άγνωστη.

'Οταν ο λόγος είναι άγνωστος μας βυθίζει βαθιά μέσα στον φόβο του αγνώστου. Στον άγνωστο πόνο αισθανόμαστε την αλλαγή αλλά όχι την κατεύθυνση και αυτό μπορεί να επιδεινώσει μέσα από τον φόβο μας όχι κατ' ανάγκη τον εξωτερικό πόνο αλλά το υποφέρειν μας.

Η αντιμετώπιση του πόνου περιλαμβάνει μια σειρά από «θεραπευτικές διαδικασίες» που δεν περιορίζονται στην εξωτερική κάλυψη του αισθήματος αλλά και στην αναζήτηση όλων εκείνων των παραγόντων και των συνθηκών που συμμετέχουν λιγότερο η περισσότερο στην δημιουργία του. Ο πόνος δεν θα έπρεπε απλά να καλύπτεται, αλλά και να κατανοηθεί. Πρέπει να τον εξερευνήσουμε γιατί μας οδηγεί στην αιτία, και η αιτία του πόνου, όπως και γενικότερα της ασθένειας, είναι πάντοτε πνευματική. Παρατηρώντας τον πόνο ή την ασθένεια μπορούμε να συσχετίσουμε τα φυσικά συμπτώματα με την πνευματική τους αιτία. Μαθαίνοντας από τον πόνο μπορούμε να αλλάξουμε πρότυπα και τρόπο σκέψης. Με αυτό τον τρόπο ο φυσικός πόνος λειτουργεί σαν τον προσωπικό μας βωμό πάνω στον οποίο θυσιάζουμε τις μάσκες του εγώ μας για να βρούμε τον εαυτό μας και μετατρέπεται από μια εξωτερική δυσάρεστη εμπειρία σε μια πραγματική εσωτερική μεταμόρφωση με τον ίδιο τρόπο που οι εξωτερικές ωδίνες ενός τοκετού προπορεύονται μιας καινούργιας γέννησης.

Υπάρχουν δύο επίπεδα πόνου. Ο πόνος που δημιουργείται τώρα και ο πόνος του παρελθόντος που εξακολουθεί να ζει μέσα μας, τόσο στο μυαλό όσο και στο σώμα μας. Αυτό περιλαμβάνει και τον πόνο που βιώσαμε σαν παιδιά ή και σε μεγαλύτερη ηλικία με όλες τις τραυματικές μας εμπειρίες. Και αυτό αποτελεί ένα συναισθηματικό σώμα πόνου που τις περισσότερες φορές μάς συνοδεύει και αποτελεί και τον λόγο συνέχισης του υποφέρειν μας και όταν ακόμη το πρωταρχικό ερέθισμα δεν υφίσταται πλέον. Ας μην ξεχνούμε ότι το σύστημα που είναι υπεύθυνο για την μετάφραση του πόνου είναι το λιμβικό σύστημα που είναι το κέντρο τόσο των συναισθημάτων μας όσο και της μνήμης μας.

Αυτός είναι και ο λόγος που καταστάσεις που μας επηρεάζουν συναισθηματικά, όπως η απώλεια, ο θυμός, η ενοχή, η αποτυχία , η εξάρτηση, η έλλειψη επικοινωνίας, η προσφυγιά κ.λπ. παραμένουν πάντα σαν το υπόβαθρο εκείνο που τροφοδοτεί στο παρόν και στο μέλλον μας την διαιώνιση του παρελθοντικού μας πόνου.

Ο πόνος περιλαμβάνει κρυμμένες όψεις τόσο του χρόνου όσο και του χώρου.

Η σχέση του πόνου με τον χρόνο και τον χώρο αποτυπώνεται ως εξής:

P = k S
T

Ο πόνος που αισθανόμαστε ισοδυναμεί με κάποια σταθερά κ πολλαπλασιαζόμενη με τον βαθμό του βλαπτικού παράγοντα που προκαλεί τον πόνο και που δρα μέσα σε ένα καθορισμένο χρόνο. Αν ο πόνος μας προκλήθηκε από ένα κάψιμο, η ένταση του πόνου που αισθανόμαστε εξαρτάται από το πόσο ζεστό είναι το S, ο βλαπτικός παράγοντας, και από πόσο χρόνο τον αντιλαμβανόμαστε. Μιλούμε βέβαια για τον πόνο που είναι μια ανθρώπινη αντίληψη και όχι για το πραγματικό κάψιμο που προκλήθηκε από την φλόγα, και μπορεί να μετρηθεί αντικειμενικά. Αν μια δεδομένη ποσότητα θερμότητας επιδρούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα με δυσκολία θα την αντιλαμβανόμασταν. Αν η ίδια ποσότητα θερμότητας επιδρούσε για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα ήταν περισσότερο έντονη και θα προκαλούσε περισσότερο πόνο.

Πρέπει να γίνει σαφές ότι η αντίληψη του πόνου εξαρτάται επίσης από την δική μας αίσθηση του χώρου αλλά και του χρόνου. Η περιοχή που ένας βλαπτικός παράγοντας επιδρά είναι βασική. Στο παράδειγμά μας αν μια μικρή φλόγα επιδρούσε για μια στιγμή σε όλη την επιφάνεια του σώματος μας δεν θα ήταν σχεδόν καθόλου αντιληπτή. Αλλά αν ήταν συγκεντρωμένη σε μια μικρή επιφάνεια θα μπορούσε να προκαλέσει ένα έγκαυμα τρίτου βαθμού.

Ο τύπος αυτός μας δείχνει πώς η αντίληψή μας για τα γεγονότα της υγείας μας, όπως ο πόνος, είναι συνδεδεμένα με την αντίληψή μας για τον χρόνο και πώς η αντίληψη του χρόνου που έχουμε επηρεάζει τον βαθμό που πιστεύουμε πως είμαστε υγιείς. Αν η αντίληψη του χρόνου που έχουμε είναι διευρυμένη, η ένταση του πόνου που αισθανόμαστε είναι μικρή.

Από την άλλη πλευρά αν η αντίληψή μας του χρόνου είναι μικρή βιώνουμε περισσότερο πόνο. Η αίσθηση της επιμήκυνσης του χρόνου είναι μια κατάσταση όπου "χάνουμε την αίσθηση του χρόνου". Για πολλούς από εμάς έρχεται ξαφνικά, όταν είμαστε πολύ συγκεντρωμένοι σε μια συγκεκριμένη εργασία ή όταν βιώνουμε κάτι ευχάριστο, όπως επίσης και στον διαλογισμό.

'Οταν πονάμε, ζούμε συνήθως σε μια συστολή του χρόνου. Τα λεπτά μάς φαίνονται σαν ώρες. Επειδή η αίσθηση του χρόνου συστέλλεται, ο πόνος μεγιστοποιείται. Μπορούμε να μειώσουμε τον πόνο διευρύνοντας την αίσθηση του χρόνου;

Στην πραγματικότητα πολλά από τα φάρμακα που παίρνουμε για την αντιμετώπιση του πόνου διευρύνουν την αίσθηση του χρόνου. Αλλά και άλλες τεχνικές κάνουν το ίδιο πράγμα και επιτυγχάνουν την μείωση του πόνου. Η ύπνωση, ο οραματισμός, η χαλάρωση, ο διαλογισμός.. Στην πραγματικότητα κάθε τεχνική που διευρύνει την αίσθηση του χρόνου μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν αναλγητικό.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, όταν μέσω μιας τεχνικής που διευρύνει την αίσθηση του χρόνου μειώνεται ο πόνος, δεν πρόκειται περί εξαπάτησης του εαυτού μας. Δεν ξεγελάμε τους εαυτούς μας θεωρώντας ότι ο πόνος δεν είναι εκεί. Είναι αποδεδειγμένο πως η νοητική μας κατάσταση αναπτύσσει πραγματικές αλλαγές στην φυσιολογία του εγκεφάλου μας, που διαφοροποιούν την αντίληψη του πόνου. Και αυτό περιλαμβάνει επίσης και την αντίληψη ή την πίστη μας ότι η ύπαρξή μας σαν ανθρώπινα όντα δεν περιορίζεται στον χρόνο της τωρινής υλικής μας παρουσίας.

Αυτό που είναι ίσως πιο σημαντικό είναι η σχετικότητα της ίδιας της αίσθησης. Ο πόνος είναι συνδεδεμένος με την αίσθηση του χρόνου της συνειδητότητάς μας. Και όπως στον αιώνα που ζούμε έχουμε μάθει, ο χρόνος είναι μια χίμαιρα. Μέσω της σχετικότητας γνωρίζουμε ότι το παρελθόν ενός ανθρώπου είναι το παρόν κάποιου άλλου και ακόμη το μέλλον κάποιου τρίτου. Υπό την ίδια έννοια η υγεία και η ασθένεια, ο πόνος και η ηδονή, όπως ακριβώς ο χρόνος και ο χώρος, είναι έννοιες σχετικές, υφασμένες στο ύφασμα των αντιληπτικών ικανοτήτων της συνειδητότητάς μας. Η υγεία και η ασθένεια, όπως ο χρόνος και ο χώρος, δεν είναι μέρος μιας μόνιμης εξωτερικής πραγματικότητας και γι' αυτό δεν θα έπρεπε να θεωρούμε σαν δεδομένο την μόνιμη σύνδεσή μας με αυτά, αλλά να μπορέσουμε να εμβαθύνουμε στο βαθύτερο νόημα τόσο της ύπαρξης όσο και της υπέρβασής τους.

Ανάλογα με την συνειδητότητά μας ο πόνος μπορεί να αποτελεί εργαλείο ελέγχου ή να αντιμετωπίζεται σαν τιμωρία ή εξιλέωση. Να είναι αποτέλεσμα βαθιάς αίσθησης ενοχής ή να αντιμετωπίζεται παθητικά σαν ένα "αναγκαίο" κακό, αλλά πέρα από όλα αυτά φαίνεται τελικά να παίζει τον ρόλο του θεμέλιου όλης της πνευματικής ανάπτυξης του ανθρώπου και έρχεται με πολλές μορφές. Οι περισσότεροι τον αποφεύγουν έστω κι αν αυτό γίνεται σε βάρος της ποιότητας της ζωής. Αλλά, από μια βαθύτερη οπτική, ο πόνος μπορεί και θα έπρεπε να είναι ο καταλύτης της αλλαγής- το όριο που πρέπει να υπερβούμε καθώς ταξιδεύουμε στο μεγάλο ταξίδι που οδηγεί από τα βάσανα προς την ευτυχία, τόσο της ατομικής όσο και της συλλογικής μας ζωής, αλλά και ένα μεγάλο μηχανισμό του σύμπαντος στην διαδικασία της εξέλιξης.

Ημερομηνία καταχώρησης: 1.2.2007