( ή Η έννοια του αφηρημένου στην Ιατρική) Στις αρχές του περασμένου αιώνα παρατηρήθηκε μία στροφή της διανόησης από το συγκεκριμένο προς το αφηρημένο. Γεγονός το οποίο παρατηρείται παράλληλα και ανάλογα στις επιστήμες και στις τέχνες των αρχών του αιώνα που πέρασε. Όταν την ίδια εποχή που η φυσική εγκαταλείπει την Νευτώνεια σκέψη, τα μαθηματικά αρχίζουν να εισδύουν στον χώρο του αφηρημένου εξερευνώντας κόσμους άγνωστους, και νέες διαστάσεις κατά ένα τέτοιο τρόπο που οι μαθηματικοί θα μπορούσαν να παραλληλιστούν και να πάρουν την θέση των μεγάλων εξερευνητών των τελευταίων αιώνων. Νέες διαστάσεις και παράλληλα σύμπαντα περιγράφονται τώρα πια μέσω των μαθηματικών εξισώσεων και οι φυσικοί ακολουθούν για να περιγράψουν τις ιδιότητες αυτών των κόσμων.
Πίσω από τις αναζητήσεις της επιστήμης και της τέχνης της εποχής εκείνης βρίσκονται κοινές αρχές που σημειοδοτούν το άνοιγμα της ανθρώπινης διάνοιας σε νέες διαστάσεις ύπαρξης.
Γράφει ο Άρθουρ Μίλλερ στο βιβλίο του «Αϊνστάιν και Πικάσο» (Εκδόσεις Π. Τραυλός, 2002), δίνοντας μια περιγραφή για το στίγμα της εποχής εκείνης: «Η προσέγγιση του Αϊνστάιν στις έννοιες του χώρου και του χρόνου δεν ήταν πρώτιστα μαθηματική. Άντλησε ιδέες από την αισθητική που υπήρξαν καθοριστικές για την ανακάλυψη της σχετικότητας και μιας νέας μεθόδου αναπαράστασης του φωτός το 1905, και μετά, το 1907, για την εύρεση ενός τρόπου να διευρύνει την θεωρία της σχετικότητας για να περιλάβει και την βαρύτητα. Αντίστοιχα, η μελέτη του χώρου από τον Πικάσο δεν ήταν αμιγώς καλλιτεχνική, με την στενή έννοια του χώρου, όπως μαρτυρά το ενδιαφέρον του για τις επιστημονικές εξελίξεις. Η νέα αισθητική του Πικάσο στις «Δεσποινίδες» (της Αβινιόν) ήταν η μετατροπή των μορφών σε γεωμετρία.
Αλλά και παρακάτω αναζητώντας το κοινό σημείο έμπνευσης των δύο μεγάλων ανδρών αναφέρει: «Το 1904 ο Αϊνστάιν διάβασε την έξοχη Γερμανική μετάφραση του «La Science et l’ hypothese» (του Πουανκαρέ) και εμπνεύστηκε και εκείνος από το εύρος της σκέψης του συγγραφέα στα μαθηματικά, την φιλοσοφία και την επιστήμη. Όπως το υπαινικτικό φλερτάρισμα του Πουανκαρέ με ανώτερες διαστάσεις που ήταν ανάμεσα στους παράγοντες που ώθησαν τον Πικάσο να ανακαλύψει την γεωμετρία ως γλώσσα της νέας τέχνης, έτσι και οι ιδέες του για το χρώμα και το ταυτόχρονο βοήθησαν τον Αϊνστάιν να ανακαλύψει την σχετικότητα». Και καταλήγει για τον κόσμο που πλέον φαίνεται να έρχεται στο προσκήνιο μέσα από το μεγάλο βήμα της επιστήμης και της τέχνης: «Το γεγονός ότι η επιστήμη και η τέχνη δεν θα μπορούσαν παρά να εξελιχθούν παράλληλα κατά την διάρκεια του 20ού αιώνα φαίνεται ξεκάθαρα από τους πνευματικούς αγώνες του Αϊνστάιν και του Πικάσο. Όπως είπε η Γκέρτρουντ Στάιν, με μία φράση που ισχύει και για τον Αινστάιν: «Τα πράγματα που έβλεπε ο Πικάσο είχαν την δική τους οντότητα: όχι την οντότητα πραγμάτων που βλέπουμε, αλλά πραγμάτων που υπάρχουν».
Την ίδια στιγμή, της μεγάλης έκρηξης της επιστήμης και της τέχνης προς το αφηρημένο, η ιατρική αρχίζει να μαζεύει τα απομεινάρια και τα ψίχουλα αυτής της έκρηξης για να φτιάξει μηχανήματα που θα εξερευνήσουν, θα περιγράψουν και θα καταγράψουν τον υπάρχοντα ανθρώπινο οργανισμό κατά ένα καλύτερο τρόπο. Η ιατρική αυτή γίνεται πολύ συγκεκριμένη μη επιτρέποντας ο,τιδήποτε άλλο να αναπτυχθεί ή να εμφανιστεί στο πεδίο αυτό. Το τόλμημα να εμφανιστούν κάποιες θεραπευτικές έξω από την επίσημη ιατρική προκαλεί την δημιουργία ενός νέου χώρου «εχθρικού» τελικά προς την κατεστημένη ιατρική. Έτσι δημιουργούνται δύο πεδία στον ιατρικό χώρο, το ένα, το κατεστημένο που απολαμβάνει της αποδοχής και υποστήριξης των επίσημων φορέων, και το άλλο που αναγκαστικά αποκαλείται «εναλλακτικό ή συμπληρωματικό» προσπαθώντας να διεκδικήσει ένα μικρό μέρος του ίδιου χώρου χωρίς ωστόσο να απολαμβάνει αποδοχής, αλλά να βρίσκεται κάτω από συνεχή αμφισβήτηση στον χώρο της καχυποψίας και της απόρριψης από τον προηγούμενο χώρο. Ο δεύτερος αυτός χώρος, ο εναλλακτικός, στρέφεται προς πιο φυσικές αλλά ταυτόχρονα και αφαιρετικές διαδικασίες προκειμένου να αντιμετωπίσει το ανθρώπινο όν στην σωστή του θέση, στα πλαίσια μιας πιο βαθιάς ύπαρξης. Το ανθρώπινο όν, χωρίς να έχει πάρει την ακριβή θέση που του ανήκει, τοποθετείται σε μία πιο ουσιώδη θέση που τουλάχιστον του αποδίδει την διάσταση που δικαιωματικά του ανήκει μέσα στο πεδίο της ενοποίησης του σώματος, της ψυχής και της διάνοιας σε μία ενιαία λειτουργία όπου τα τρία αυτά στοιχεία συνεργάζονται, συνυπάρχουν και συλλειτουργούν προκειμένου το ένα να εμφανιστεί στον άνθρωπο.
Ενώ η έννοια της διαμάχης περιλαμβάνει την διαδικασία της επαφής κατά την σύγκρουση και κατά συνέπεια την επικοινωνία και την ανταλλαγή, η σχέση των δύο αυτών πεδίων της ιατρικής, χαρακτηρίζεται απλά από την απόρριψη της δεύτερης από την πρώτη. Έτσι η ιατρική βρίσκεται τώρα στην εποχή εκείνη όπου το ρεύμα της αφαίρεσης συνεχώς αναπτύσσεται, πολλαπλασιάζεται και διευρύνεται, σε ένα χώρο, ωστόσο, που η επίσημη θέση της ιατρικής απορρίπτει.
Η αφαίρεση, εν τω μεταξύ, είναι μία αναγκαιότητα, όχι για να απορρίψει το συγκεκριμένο το οποίο πάντοτε θα είναι απαραίτητο, καθώς πάντοτε το συγκεκριμένο είναι το παρελθόν του αφηρημένου. Αλλά κάθε παρελθόν αντιστέκεται και αρνείται να αποδεχθεί την επέλευση του μέλλοντος και την κατάκτησή του από αυτό.
Όμως τα πράγματα δεν είναι, συνήθως, τόσο απλά. Γιατί αυτή η αντίσταση δεν είναι απλά μια συνειδητή κίνηση, αντίθετα, είναι μία ασυνείδητη και υποσυνείδητη αντίδραση που ακολουθείται από τον φόβο και την ανασφάλεια απέναντι σε αυτά που χάνουμε από το παρελθόν και στο άγνωστο που το μέλλον φέρνει. Η τέχνη και οι φυσικές επιστήμες με τα μαθηματικά πήραν αυτό το ρίσκο και ανοίχτηκαν στο νέο πεδίο της ύπαρξης. Όταν ο Capra περιέγραφε την «Κρίσιμη καμπή» ήταν λίγο αργά, γιατί η κρίση είχε γίνει και το παιχνίδι είχε χαθεί, οι δρόμοι είχαν ήδη χωριστεί και καθένας ακολουθούσε την διαφορετική πορεία του.
Τα δύο συστήματα εξακολουθούν να κινούνται στις πορείες τους και τις υποκειμενικότητές τους προσπαθώντας να προσφέρουν στον άνθρωπο ό,τι καλύτερο μπορούν. Πέρα από αυτά, για ο,τιδήποτε υπάρχει πάντα το επόμενο βήμα, ο επόμενος σταθμός και η επόμενη απαίτηση για αφαίρεση. Διότι η αφαίρεση είναι πάντα απαραίτητη για το πέρασμα από το ένα επίπεδο της εξέλιξης στο άλλο, καθώς σε κάθε τέτοια μετάβαση πρέπει να απορρίπτονται τα στοιχεία που δεν έχουν κάτι να προσφέρουν πλέον, εκτός από το βάρος τους, στην πορεία της εξέλιξης.
Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως η νέα μετάβαση και το νέο βήμα έχουν αρχίσει να προετοιμάζονται. Κάποιες διαδικασίες έχουν ήδη ολοκληρωθεί, και κάποιες άλλες βρίσκονται στην πορεία της εξέλιξής τους, ωστόσο, είναι έτοιμος ο άνθρωπος να υποδεχθεί την νέα αυτή αφαίρεση;
Η ιατρική έχει δύο κυρίως τομείς στους οποίους εξικνείται η δράση της. Ο ένας μεγάλος τομέας είναι η διάγνωση και ο άλλος μεγάλος τομέας είναι η θεραπεία. Οι δύο αυτοί τομείς είναι εξ ίσου απαραίτητοι, είτε μιλάμε για κατεστημένη, είτε για εναλλακτική, ή για οποιοδήποτε άλλο σύστημα ιατρικής. Όταν αναφερόμαστε σε μια συγκεκριμένη παθολογική κατάσταση το ζητούμενο είναι τι θα διαγνώσουμε για να μπορέσουμε να θεραπεύσουμε στην συνέχεια. Όταν η εργασία περάσει στο αφαιρετικό τότε τα ερωτήματα διαφοροποιούνται. Στην περίπτωση του αφηρημένου προστίθεται ένα ακόμη ερώτημα στην πρώτη φάση. Επειδή στην αφαίρεση περνάμε από το συγκεκριμένο του προσώπου και της μορφής στην πιο αφηρημένη κατάσταση του υπέρ-προσωπικού, όπως αυτό ορίζεται στα πλαίσια της σύγχρονης υπέρ-προσωπικής φιλοσοφίας και ψυχολογίας. Στο επίκεντρο κάθε ιατρικού συστήματος όπου υπονοείται η διάγνωση και η θεραπεία υπάρχει πάντοτε το πρόσωπο και η μορφή. Ένα συγκεκριμένο πρόσωπο και μία συγκεκριμένη μορφή φέρνουν την νόσο ή την διαταραχή με την στενή ή με την πιο πλατειά έννοια.
Αλλά το πρόσωπο και η μορφή καθώς βρίσκονται στα πλαίσια του συγκεκριμένου είναι περιοριστικά για μια πιο ευρεία και αναπτυγμένη ύπαρξη και εντοπίζονται σε ένα μονοδιάστατο επίπεδο αναφοράς. Όμως το αφηρημένο γίνεται συγκεκριμένο καθώς περνάμε σε ένα άλλο πεδίο αναφοράς και εκεί πρέπει να διερευνήσουμε τις νέες συνθήκες και τις διαδικασίες. Το πρόσωπο γίνεται το σημείο όπου τα σημαινόμενα μπορούν να απεικονίζονται. Διότι δεν είναι υποχρεωτικό κάθε σημείο να έχει ένα σημαινόμενο, αλλά μπορεί να λειτουργήσει σε μία πολλαπλότητα εμφανίσεων. Το πρόσωπο βρίσκεται πάντοτε εντός μιας πραγματικότητας η οποία το προσδιορίζει και το καθορίζει. Η σχέση που δημιουργείται με αυτή την πραγματικότητα τού προσδίδει πολλά από τα χαρακτηριστικά του. Η κατανόηση αυτής της πραγματικότητας από το πρόσωπο τού επιτρέπει να κατανοήσει την πραγματική σχέση με την πραγματικότητα. Και για το πρόσωπο πραγματικότητά του δεν είναι μόνο η μορφή αλλά και όλα τα αποκτήματά της, καθώς επίσης όλα τα στοιχεία που στην πορεία της, μέσω του χρόνου, έχει συλλέξει σαν εμπειρία και πληροφορία. Όταν η κοσμολογία, τα μαθηματικά και η φυσική βεβαιώνουν την πολλαπλότητα των κόσμων, την παραλληλία αυτών των πολλαπλών κόσμων, είναι βέβαιο πως μέσα στους κόσμους αυτούς αναπτύσσεται μία πραγματικότητα με ζωή, μορφές ζωής, σχέσεις, συναλλαγές, υγεία, αρρώστια και αναγκαστικά διάγνωση και θεραπεία αυτών των προβλημάτων. Η ψυχολογία έχει ήδη διεισδύσει εν μέρει σε αυτή την πολλαπλότητα αναγνωρίζοντας την υπέρ-προσωπική πλευρά του ατόμου. Απομένει στην ιατρική να κάνει την επόμενη κίνηση, την απόκτηση πρόσβασης σε αυτό το πεδίο, και την άσκηση των δυνατοτήτων και των ικανοτήτων της που σίγουρα στερεί από τους κόσμους αυτούς.
Στην περίπτωση του υπέρ-προσωπικού το πρόσωπο δεν αλλάζει, αλλά αποκτά επί πλέον διαστάσεις και επίπεδα ύπαρξης στα οποία συμμετέχει, τα οποία, αν και διαφορετικά και πολλαπλά, εμφανίζονται και εκδηλώνονται μέσω του ιδίου προσώπου που συμμετέχει στο υπέρ-προσωπικό. Έτσι στην περίπτωση αυτή τίθεται το ερώτημα, όχι μόνο της διάγνωσης της αρρώστιας αλλά και του επιπέδου στο οποίο αυτή βρίσκεται, όχι μόνο της θεραπείας της αρρώστιας αλλά και της θεραπείας της στο επίπεδο που αυτή βρίσκεται. Έτσι η θεραπεία δίνεται στο άτομο για να θεραπεύσει το σύμπτωμα, αλλά όχι πάντοτε κατ’ ανάγκη το δικό του, αλλά το σύμπτωμα που προέρχεται από ένα από τα επίπεδα, στα οποία το άτομο συμμετέχει, εμφανίζεται δι’ αυτού και επιζητά την επίλυσή του.
Τώρα, τι μπορεί να διαφοροποιηθεί στην θεραπεία μέσω της διάγνωσης, όχι πια της αρρώστιας αλλά και των επιπέδων απ’ όπου έρχεται αυτή; Μιλάμε για την μνήμη, για τον τρόπο που σχηματίζεται, για τον τρόπο που ανακαλείται και για το περιεχόμενό της. Μιλάμε για την κυτταρική μνήμη αλλά και για όλα τα επίκτητα χαρακτηριστικά που εμφανίζονται νωρίτερα ή αργότερα στην ζωή.
Στην περίπτωση που η πάθηση προέρχεται από διαταραχή σε ένα άλλο επίπεδο, τότε η θεραπεία απευθυνόμενη στο επίπεδο αυτό, πιθανόν και να μπορεί να το θεραπεύσει, οπότε στην περίπτωση αυτή θα απαλλαγεί το πρόσωπο από την νόσο ή τα συμπτώματά του, αλλά αντίστοιχα, τροποποίηση και βελτίωση θα προκληθούν στο άλλο διαφορετικό επίπεδο.
Οι κοσμολόγοι, εκείνοι που ασχολούνται με την πολλαπλότητα των κόσμων, θεωρούν πως ένα από τα θεμελιακά ερωτήματα στην περίπτωση αυτή είναι η επικοινωνία των κόσμων, παραβλέποντας την δυνατότητα συνέκφρασης των κόσμων μέσω και δια του ίδιου κόσμου, μέσω του κόσμου που τους δίνει την δυνατότητα πρόσβασης και έκφρασης.
Στην πραγματικότητα αυτό το ερώτημα είναι σημαντικό αλλά όχι κατ’ ανάγκη ουσιαστικό καθώς, εάν ένα πρόσωπο δίνει την δυνατότητα έκφρασης σε έναν κόσμο, δίνει και την δυνατότητα επικοινωνίας μέσω και δι’ αυτού. Έτσι το σύμπτωμα και η αρρώστια, στην περίπτωση αυτή, όπως και σε πολλές άλλες, δίνει την δυνατότητα κατανόησης πολλών πραγμάτων, και στην πραγματικότητα δίνει την ευκαιρία αναζήτησης και εξερεύνησης άγνωστων μέχρι τώρα πεδίων του όντος. Στην περίπτωση αυτή το σύμπτωμα γίνεται σημείο που πρέπει να αναλυθεί για να αποδώσει το περιεχόμενό του, στην ουσία είναι η άκρη του μίτου της Αριάδνης που επιτρέπει την είσδυση στις διαστάσεις της ύπαρξης του προσώπου προκειμένου να εντοπιστεί εκείνο που πραγματικά πάσχει και να θεραπευθεί.
Διότι, πρακτικά, μέχρι πότε ο άνθρωπος θα ζει αποκομμένος από τα διαφορετικά επίπεδα της ύπαρξης του, μέχρι πότε θα αναζητά τις αιτίες των προβλημάτων του και δεν θα τις βρίσκει, επειδή το μάτι του δεν μπορεί να διακρίνει πέρα από ένα πολύ περιορισμένο ορίζοντα γεγονότων που δεν είναι παρά μόνο εκείνα που μια αδύναμη και αρρωστημένη μνήμη τού επιτρέπει να έχει την πρόσβαση;
Δεν χρειάζεται στην περίπτωση αυτή η Ιατρική να ξεκινήσει από την αρχή, ίσως γιατί η γνώση είναι αρκετή, ίσως και γιατί ο χρόνος τώρα πια δεν είναι αρκετός. Έτσι θα πρέπει να συνεχίσει εκεί που είχε μείνει την τελευταία φορά, μόνο που τώρα πρέπει να προχωρήσει λίγο πιο γρήγορα. Αν θελήσουμε να συνεχίσουμε το νήμα από το σημείο που είχε μείνει θα αναζητήσουμε το μήνυμα που η εποχή μεταφέρει προκειμένου να σχηματίσει την νέα πραγματικότητα.
Αν ξεκινήσουμε μόνο από το σώμα, τότε δεν είμαστε σύγχρονοι με την αναγκαιότητα που η σχετικότητα των πραγμάτων επιβάλλει. Για τον λόγο αυτό πρέπει να ξεκινήσουμε από την σχέση. Όχι την σχέση του σώματος ή των σωμάτων αλλά την σχέση που το σώμα μπορεί να έχει με μια ψυχή και μια διάνοια ή η ψυχή να έχει με ένα σώμα και μια διάνοια. Βέβαια δεν αναφέρομαι στην σχέση που εξετάζεται στα πλαίσια της ψυχιατρικής. Εδώ πρέπει να σταθούμε και να αναγνωρίσουμε μιαν άλλη σχέση, που οριζόμενη μέσα σε ένα πλαίσιο συνειδητότητας, συνδέει μια ψυχή με ένα σώμα και μια διάνοια στον κύκλο τους μέσα στο τρισδιάστατο περιβάλλον του χώρου και το τετραδιάστατο περιβάλλον του χρόνου.
Η αναγκαιότητα της μελέτης εντός του τετραδιάστατου χρόνου επιβάλλεται από το γεγονός της πραγματικότητας ότι η συνέχεια μέσα στον χρόνο μπορεί να μην γίνεται πάντοτε αντιληπτή από τα σώματα, ωστόσο, είναι πάντα αντιληπτή από την ψυχή που χρησιμοποιεί τα σώματα. Μπροστά στο γεγονός αυτό, εκείνο που προσλαμβάνει ευρύτερη διάσταση είναι η ψυχή, που ακολουθώντας τον κύκλο του χρόνου έξω από τα πλαίσια του χώρου, μπορεί και αποτυπώνει κάθε φορά στο σώμα τα συμβάντα που με την μορφή της μνήμης θέλει να του μεταδώσει. Γιώργος Τσαντάκης
Ημερομηνία καταχώρησης: 15.3.2007
|