Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας PDF Εκτύπωση E-mail
Υγεία - Θεραπευτική - Αρθρα Υγείας - Θεραπευτικής
Πέμπτη, 05 Απρίλιος 2007 03:16
του Γιώργου Τσαντάκη
(ιατρός, ομοιοπαθητικός)

'Ενα μεγάλο θέμα για μικρά παιδιά

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) όπως φαίνεται και από τον προσδιορισμό της δεν είναι μια καθαυτό αρρώστια, αλλά μια κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει σε αρρώστια εφόσον δεν εντοπιστεί και αντιμετωπιστεί κατάλληλα. Το κύριο αντικείμενο αυτής της βλάβης είναι η προσοχή όπως επίσης και η αντιμετώπιση της κίνησης μέσα στον χώρο με την υπερκινητικότητα.

Η σημασία αυτής της διαταραχής πέρα από την καθαρά ιατρική συνισταμένη της πρέπει να προσδιοριστεί προκειμένου να εκτιμηθεί ευρύτερα η σοβαρότητά της στα ατομικά και συλλογικά πλαίσια, καθώς επίσης να αναζητηθούν κάποιες από τις επιπτώσεις στο άτομο αλλά και στην κοινωνία όπου το άτομο συμμετέχει.

Η προσοχή είναι η κύρια ικανότητα που μας συνδέει με το περιβάλλον, ανθρώπινο ή φυσικό, και μας δίνει την δυνατότητα πρόσβασης και συμμετοχής σε αυτό. Επομένως, η διαταραχή της προσοχής συνδέεται με την αντίληψη του περιβάλλοντος και των συμβαινόντων σε αυτό.

Η ιατρική διάσταση

Η ΔΕΠΥ περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον γιατρό Χάινριχ Χόφμαν το 1845. Αυτός ήταν ένας γιατρός που έγραφε ιατρικά και ψυχιατρικά βιβλία. Ήταν επίσης ποιητής που άρχισε να γράφει παιδικά βιβλία επειδή δεν έβρισκε κατάλληλο υλικό για να διαβάζει στον τρίχρονο γιο του. Το αποτέλεσμα ήταν ένα βιβλίο με εικόνες, γύρω από τα παιδιά και τα χαρακτηριστικά τους. «Η Ιστορία του Άτακτου Φίλιπς» ήταν μια πλήρης περιγραφή ενός παιδιού με ΔΕΠΥ. Λίγο αργότερα, το 1902, ο Σερ Τζώρτζ Στιλ δημοσίευσε μια σειρά από διαλέξεις στο Βασιλικό Κολλέγιο Γιατρών της Αγγλίας όπου περιέγραφε μια ομάδα από παρορμητικά παιδιά με σημαντικά προβλήματα συμπεριφοράς, παιδιά που σήμερα αναγνωρίζονται να έχουν ΔΕΠΥ.

Η ΔΕΠΥ είναι η πιο συχνή νευροβιολογική διαταραχή που διαγιγνώσκεται στα παιδιά της σχολικής ηλικίας και ταυτόχρονα είναι και η πιο αμφιλεγόμενη. Σύμφωνα με την ταξινόμηση DSM-IV, της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Εταιρείας, την προτυποποιημένη για την διάγνωση ψυχιατρικών διαταραχών υπάρχουν τρεις υπότυποι της ΔΕΠΥ:

Ο πρωταρχικά απρόσεκτος τύπος, ο υπερκινητικός/ παρορμητικός τύπος και ο τρίτος τύπος είναι αυτός που συνδυάζει απροσεξία και υπερκινητικότητα.

Η διάγνωση στηρίζεται στις παρατηρήσεις των γονέων, των δασκάλων και των γιατρών. Ανιχνεύεται σε ποσοστό 3-5 % σε παιδιά σχολικής ηλικίας, ενώ αναφέρονται και τύποι που αναγνωρίζονται σε ενήλικες. Στις περιπτώσεις αυτές της ΔΕΠΥ δεν συμπεριλαμβάνονται οι μαθησιακές δυσκολίες που μπορεί να συνυπάρχουν με την διαταραχή αυτή. Από τις διάφορες μελέτες που έχουν γίνει για τον εντοπισμό της αιτίας και της εστίας βλάβης προκύπτει ότι, αν και η αιτιολογία της διαταραχής δεν είναι πλήρως διευκρινισμένη, φαίνεται να εμπλέκονται πολλές περιοχές του εγκεφάλου τοπογραφικά, όπως επίσης κάποιοι νευροδιαβιβαστές, όπως η ντοπαμίνη, η σεροτονίνη και η νορεπινεφρίνη ή ακόμη συζητιέται και το θέμα της ανωριμότητας του εγκεφάλου, όπως επίσης πολλές είναι οι ενδείξεις ότι μπορεί να ενέχονται και γενετικοί παράγοντες.

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι μία από τις πολλές διαταραχές της παιδικής ηλικίας η οποία περιλαμβάνει και δυσκολίες συμπεριφοράς και μάθησης. Η διάγνωσή της απαιτεί την ύπαρξη πολλών συμπτωμάτων απροσεξίας και υπερκινητικότητας που παραμένουν για τουλάχιστον έξη μήνες και μερικά από αυτά τα συμπτώματα πρέπει να έχουν εμφανιστεί πριν από την ηλικία των επτά ετών. Είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι απλή απροσεξία ή υπερκινητικότητα δεν επαρκεί για την διάγνωση της διαταραχής.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα με τα οποία εμφανίζεται η διαταραχή στους διάφορους τύπους είναι τα ακόλουθα:

Συμπτώματα απροσεξίας
* Λάθη απροσεξίας στις σχολικές εργασίες ή άλλες δραστηριότητες.
* Δυσκολία στην συγκέντρωση της προσοχής σε κάποια εργασία ή στο παιχνίδι.
* Δυσκολία στο να ακούει τους άλλους.
* Συχνά δεν συμμορφώνεται με τις οδηγίες.
* Δυσκολία στην οργάνωση καθηκόντων και δραστηριοτήτων.
* Απεχθάνεται ή αποφεύγει καθήκοντα που απαιτούν παρατεταμένη διανοητική προσπάθεια.
* Συχνά χάνει πράγματα.
* Διάσπαση της προσοχής.
* Ξεχασιάρης.

Συμπτώματα υπερκινητικότητας - παρορμητικότητας
* Νευρική ανησυχία.
* Αδυναμία να παραμείνει καθιστός όταν αυτό αναμένεται ή απαιτείται.
* Τρέχει συνεχώς και σκαρφαλώνει σε πράγματα όταν δεν αρμόζει.
* Δυσκολία στο να παίξει ήσυχα.
* Θέλει να ασχολείται συνέχεια με κάτι.
* Υπερβολική ομιλητικότητα.
* Βιάζεται να απαντήσει πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση.
* Δυσκολία στο να περιμένει σε σειρά.
* Συχνά διακόπτει ή παρεμβάλλεται στην ομιλία άλλων.


Πολλά στοιχεία από τις έρευνες έχουν δείξει ότι τα παιδιά με ΔΕΠΥ έχουν πιο γρήγορα εσωτερικά - βιολογικά ρολόγια από τα παιδιά που δεν έχουν την διαταραχή. Για παράδειγμα ένα παιδί με ΔΕΠΥ μπορεί να εκτιμήσει ότι έχουν περάσει 5 λεπτά ενώ στην πραγματικότητα να έχουν περάσει 3 ή 4 λεπτά. Παράλληλα οι έρευνες έδειξαν ότι οι ατομικές διαταραχές στην πρόσληψη του χρόνου σχετίζονται με τις ατομικές διαφορές στην παρορμητικότητα και την απροσεξία δηλαδή πόσο αργά ή πόσο γρήγορα αντιδρούμε στα πράγματα.

Ένα παιδί με ΔΕΠΥ αντιμετωπίζει δυσκολίες στην εκτέλεση καθηκόντων. Για να μπορέσει να ξεπεράσει το πρόβλημα αυτό πρέπει να έχει καθοδήγηση και κατανόηση από τους γονείς του και τους συμβούλους εκπαίδευσης.

Η κλασική θεραπευτική αντιμετώπιση γίνεται με φάρμακα, όπως αμφεταμίνη κλπ., με ψυχοθεραπεία και με ειδικές ασκήσεις που γίνονται και από τους δασκάλους. Εναλλακτικά η αντιμετώπιση μπορεί να γίνει κυρίως με την Ομοιοπαθητική που βοηθά στην επαναφορά της συμπεριφοράς του παιδιού στα φυσιολογικά της πλαίσια, χωρίς ωστόσο να παραβλάπτει τα πλεονεκτήματα που προκύπτουν από την συμπεριφορά των παιδιών αυτών.

Η αντίληψη και η συμμετοχή του παιδιού στην πραγματικότητα

Αν θελήσουμε να ξεφύγουμε από τα πλαίσια της απλής διαπίστωσης και αντιμετώπισης μιας διαταραχής, θα πρέπει να αναζητήσουμε την θέση της διαταραχής αυτής στα πλαίσια μιας κοινωνίας του σύγχρονου κόσμου.

Ο κόσμος μας χαρακτηρίζεται από την πληθώρα των ερεθισμάτων που παρέχει, από την πληθώρα των προκλήσεων που έχει να αντιμετωπίσει το άτομο και από τον αδυσώπητο και αμείλικτο ανταγωνισμό που απειλεί όλους εκείνους που θέλουν να επιβιώσουν μέσα σε αυτόν. Για να μπορέσει κάποιος να συμμετάσχει αποτελεσματικά σε αυτόν πρέπει να έχει κυρίως αναπτυγμένη την ικανότητα της προσοχής που του επιτρέπει την ολοκληρωτική αντίληψη του περιβάλλοντος.

Η προσοχή καθιστά το άτομο ικανό να αντιλαμβάνεται με ευρύτητα τα συμβαίνοντα σε ένα περιβάλλον καθώς αυτά εκυλίσσονται μέσα στον χρόνο. Μέσω των αισθήσεων και των αντιληπτικών του ικανοτήτων το άτομο μπορεί να προσλαμβάνει τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος τα οποία στην συνέχεια επεξεργάζεται με τους ιδιαίτερους διανοητικούς του μηχανισμούς με αποτέλεσμα την δημιουργία εμπειρίας. Η συσσωρευμένη εμπειρία από μια πλευρά συντελεί στην ολοκλήρωση εκείνου που αποκαλούμε γνώση. Με την έννοια αυτή η προσοχή είναι ο πρώτος παράγοντας που επιτρέπει στο άτομο να συμμετέχει στο περιβάλλον και να προσδιορίζει την θέση του μέσα σε αυτό. Δηλαδή κατά μια έννοια δίνεται η δυνατότητα στο άτομο να αποκτά ταυτότητα εντός του περιβάλλοντος συμμετέχοντας στην πραγματικότητα, και όχι σε μια φανταστική κατάσταση που είναι εύκολο να δημιουργηθεί αν κάποιος δεν έχει μια όσο το δυνατό πιο πλήρη εικόνα της πραγματικότητας. Διότι είναι πολύ εύκολο στην εποχή μας κάποιος να εγκλωβιστεί στις εντυπωσιακά λαμπερές εικόνες μιας τηλεοπτικής πραγματικότητας και να του διαφεύγει η εικόνα ενός κόσμου που σχεδόν καταστρέφεται καθημερινά από την ανθρώπινη απροσεξία ή και αδιαφορία. Κι αυτό επειδή είναι πολύ πιο εύκολο να αφομοιωθεί και να εντυπωθεί μια αστραφτερή εικόνα που προσέχουμε από μια εικόνα πόνου και δυστυχίας που μας απωθεί και την προσπερνάμε, ουσιαστικά όμως τρομαγμένοι από αυτήν. Αντίθετα η προσοχή μας εστιάζει στον χώρο, δηλαδή τον χώρο μας και τον χώρο που θέλουμε να παρακολουθήσουμε και να καταλάβουμε τα συμβαίνοντά του. Επίσης η προσοχή μάς δίνει τον χρόνο που χρειάζεται η ανθρώπινη αντιληπτικότητα για να προσλάβει και να εντυπώσει τα ερεθίσματα. Έτσι με την διαταραχή της ελλιπούς προσοχής και υπερκινητικότητας δεν δίνεται η δυνατότητα του χρόνου μέσω της προσοχής ούτε η δυνατότητα παρατήρησης η οποία εμποδίζεται από την υπερκινητικότητα.

Λέει ο Κρισναμούρτι για το θέμα μας: «Όταν προσέχετε, δηλαδή όταν δίνετε τον νου σας, την καρδιά σας, τα νεύρα σας, τα μάτια σας, τα αυτιά σας, υπάρχει πλήρης προσοχή. Αυτό είναι η καθολική προσοχή. Όταν δεν υπάρχει καμία αντίσταση, όταν δεν υπάρχει κανένας έλεγχος, καμία κίνηση αξιολόγησης, τότε υπάρχει η προσοχή».

Όμως εκτός από αυτό θα πρέπει να ερευνήσουμε και τις απώτερες συνέπειες του θέματος. Όταν αναφερόμαστε στο τελικό αποτέλεσμα της προσοχής που είναι η γνώση πρέπει να προσθέσουμε ότι η επεξεργασία όλων αυτών των δεδομένων τελικά τείνει στον σχηματισμό αυτού που αποκαλούμε συνειδητότητα. Όπου σαν συνειδητότητα από την πλευρά που μας ενδιαφέρει είναι μια ποιότητα του νου γενικά αναφερόμενη στην ανάπτυξη ποιοτήτων όπως η υποκειμενικότητα, η αυτεπίγνωση, το έλλογο στοιχείο και η ικανότητα της πρόσληψης της σχέσης ανάμεσα στον εαυτό και στο περιβάλλον. Μιλώντας απλά, η συνειδητότητα επισημαίνει την εγρήγορση και την υπευθυνότητα του ατόμου στο περιβάλλον του, αυτό έρχεται σε αντίθεση με την κατάσταση του ύπνου και του κώματος. Η συνειδητότητα διαβαθμίζεται σε ασυνείδητο, υποσυνείδητο, συνειδητό και υπερσυνείδητο.

Σύμφωνα με τον Κρισναμούρτι πάλι:

«Η προσοχή είναι απαραίτητη για να ανακαλύψουμε όλο το περιεχόμενο του ασυνείδητου. Εννοώ με την προσοχή έναν νου που είναι προσεκτικός χωρίς καμία υποκειμενική ή αντικειμενική επίκριση, έναν νου που είναι απλά προσεκτικός. Πρέπει να αναφερθώ στη σημασία της λέξης «προσεκτικός». Διότι οι περισσότεροι από εμάς δεν γνωρίζουν τι σημαίνει, γνωρίζουμε μόνο τι είναι να είσαι συγκεντρωμένος, να εστιάζεις την προσοχή, να εστιάζεις την σκέψη σε ένα ιδιαίτερο πράγμα. Και από αυτό τον εστιασμό της σκέψης σε ένα ιδιαίτερο πράγμα, το οποίο αποκαλείται συγκέντρωση, υπάρχει μια αποκλειστική διαδικασία - βάζετε ο,τιδήποτε κατά μέρος.

Η προσοχή που δίνετε σε ένα πρόβλημα είναι η ενέργεια που λύνει το πρόβλημα. Όταν δίνετε την πλήρη προσοχή σας -και εννοώ με ο,τιδήποτε μέσα σας- δεν υπάρχει καθόλου παρατηρητής. Υπάρχει μόνο η κατάσταση της προσοχής που είναι ολόκληρη ενέργεια, και αυτή ολόκληρη η ενέργεια είναι η ανώτατη μορφή νοημοσύνης. Φυσικά αυτή η κατάσταση του νου πρέπει να είναι πλήρως σιωπηλή και αυτή η σιγή, αυτή η ακινησία, εμφανίζεται όταν υπάρχει πλήρης προσοχή, όχι πειθαρχημένη ακινησία. Αυτή η ολοκληρωτική σιωπή στην οποία δεν υπάρχει ούτε παρατηρητής ούτε το παρατηρούμενο αντικείμενο είναι η ανώτατη μορφή μια θρησκευτικής διάνοιας. Αλλά αυτό που συμβαίνει σε αυτή την κατάσταση δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια διότι ο,τιδήποτε λέγεται με λόγια δεν είναι το γεγονός. Για να το ανακαλύψετε για τον εαυτό σας πρέπει να το ζήσετε». Διατηρώ το απόσπασμα ολόκληρο για να κατανοηθεί από την πλευρά αυτή η ουσιαστική σχέση μεταξύ της προσοχής και της ανάπτυξης της συνειδητότητας.

Αν έλθουμε πάλι στο θέμα μας: ένα μικρό παιδί που δεν μπορεί να εστιάσει για πολύ την προσοχή του αλλά ούτε και να εντοπιστεί σε ένα χωρικό σημείο λόγω της υπερκινητικότητάς του. Εδώ, αναπόφευκτα, έρχεται στον νου μας η αρχή της απροσδιοριστίας του Χάιζενμπεργκ σύμφωνα με την οποία όσο περισσότερο προσπαθούμε να εντοπίσουμε χωρικά ένα σωματίδιο τόσο περισσότερο χάνουμε την αντίληψη των ποιοτήτων του και της ταχύτητάς του. Κατά τον τρόπο αυτό το παιδί έχει μειωμένες πιθανότητες να αναπτύξει την συνειδητότητά του, βάσει των ανωτέρω.

Η διαμόρφωση της σχέσης με τον κόσμο

Καθώς αντιλαμβανόμαστε με την εμφάνιση της διαταραχής αυτής στα πλαίσια της σύγχρονης ανθρωπότητας αναπτύσσεται ένα νέο χαρακτηριστικό σαν ανθρώπινη ποιότητα, που προσλαμβάνει την εικόνα διαταραχής. Οπότε τίθεται πλέον το ερώτημα μήπως η ΔΕΠΥ δεν είναι απλά μια διαταραχή αλλά μια άρνηση -ασυνείδητη- του παιδιού να αναγνωρίσει το περιβάλλον και να συμμετάσχει σε αυτό; Μήπως δεν είναι μια εγκεφαλική διαταραχή αλλά μια πιο ουσιαστική αντίδραση σε έναν κόσμο που δεν τον αντέχει και για αυτό αποφεύγει ακόμη και την παρατήρησή του; Μήπως είναι μια αδυναμία του παιδιού να προσαρμοστεί στις απάνθρωπες συνθήκες ανταγωνισμού για μια επιβίωση που βρίσκεται μακριά από την ανθρώπινη φύση; Και στην συνέχεια μήπως όλη αυτή η συμπεριφορά δεν είναι έμμεσα μια απαίτηση του ενδιαφέροντος και της προσοχής που αυτό το ίδιο χρειάζεται και γι’ αυτό αντιδρά μη προσέχοντας το περιβάλλον του; Και ακόμη, αν θέλαμε να συνεχίσουμε, μήπως το πρόβλημα δεν είναι του παιδιού αλλά το παιδί, σαν ένας καθαρός καθρέφτης, απλά αντανακλά ένα ευρύτερο κοινωνικό και συνειδησιακό πρόβλημα της ανθρωπότητας;

Τελικά, είναι αναγκαίο να στραφούμε ξανά στον ρόλο της προσοχής και να αναγνωρίσουμε την σημασία της. Η προσοχή δεν μπορεί να καλλιεργηθεί μέσω της πειθούς, της σύγκρισης, της ανταμοιβής ή της τιμωρίας που όλα αυτά είναι μορφές εξαναγκασμού. Η εξάλειψη του φόβου είναι η απαρχή της προσοχής. Ο φόβος πρέπει να υπάρχει για όσο υπάρχει παρόρμηση να είναι κάτι - που συχνά αυτό βρίσκεται πέρα από το πεδίο των δυνατοτήτων ή να γίνει κάτι που ποτέ δεν το θέλησε αλλά του το επέβαλαν. Ωστόσο το να γίνει κάποιος κάτι βρίσκεται στα πλαίσια επιδίωξης της ευτυχίας με όλες τις αντιφάσεις και τις επιπτώσεις. Όταν ο άνθρωπος δεν επιδιώκει να γίνει κάτι αλλά απλά εκφράζει αυτό που πραγματικά είναι, τότε βρίσκεται σε επαφή με την φύση του και στην περίπτωση αυτή κανείς φόβος δεν μπορεί να μεσολαβήσει στη σχέση του με το περιβάλλον. Τότε μπορεί να αντιλαμβάνεται το περιβάλλον σαν φιλικό και να του δίνει όλη την απαιτούμενη προσοχή παραμένοντας στο σημείο που του επιτρέπει να αισθάνεται άνετα μέσα σε αυτό.

Μπορεί κάποιος να διδάξει την συγκέντρωση, αλλά η προσοχή δεν μπορεί να διδαχθεί ακριβώς όπως δεν μπορείτε να διδάξετε την ελευθερία από τον φόβο, και στην κατανόηση αυτών των αιτίων βρίσκεται η εξάλειψη του φόβου. Έτσι η προσοχή εμφανίζεται αυθόρμητα όταν γύρω από τον μαθητή είναι η κατάσταση της ευεξίας, όταν έχει την αίσθηση ότι είναι ασφαλής. Η αγάπη δεν συγκρίνει και έτσι η ζήλια δεν αναπτύσσεται και το βάσανο του να γίνει κάτι, που ουσιαστικά δεν βρίσκεται στην φύση του αλλά του το επιβάλλει το περιβάλλον, παύει.

Η θέση της οικογένειας

Για να γίνει πιο σφαιρικά αντιληπτή η συνθήκη ενός τέτοιου παιδιού πρέπει να δούμε και την θέση της οικογένειας. Συνήθως τα παιδιά με ΔΕΠΥ αντιμετωπίζονται σαν η πηγή ενόχλησης μέσα στην οικογένεια. Δημιουργούν συνέχεια προβλήματα στην οικογένεια και το περιβάλλον και πολύ συχνά στο σχολείο καθώς ενοχλούν και τους συμμαθητές που μπορούν να συγκεντρώνονται και να παρακολουθούν τα μαθήματα. Δεν απολαμβάνουν της αποδοχής των δασκάλων και χαρακτηρίζονται σαν οι ταραξίες της ομάδας, χωρίς ωστόσο να μπορούν να εκφράσουν μια διαφορετική και αποδεκτή συμπεριφορά. Η απομάκρυνση και η περιθωριοποίηση είναι συχνά το αποτέλεσμα που οδηγεί την οικογένεια στην απόγνωση. Στην πραγματικότητα όμως κάθε άτομο έχει την θέση του σε μια συλλογικότητα, όταν αυτή η συλλογικότητα έχει αναγνωρίσει τον πολυμορφισμό των μελών της και αξιοποιεί καθένα από αυτά σύμφωνα με τις ικανότητες και τις δυνατότητές του.

Όπως όλα τα πράγματα έτσι και οι διαταραχές που εμφανίζονται έχουν δυο όψεις, αρκεί να είναι διατεθειμένος κανείς να δει και την άλλη πλευρά των πραγμάτων. Αυτή η πλευρά έχει να κάνει με την θέση στην εξελικτική κλίμακα των παιδιών που εμφανίζουν ΔΕΠΥ και εκείνων που δεν έχουν την διαταραχή. Έτσι, σύμφωνα με τις απόψεις ψυχολόγων που έχουν ασχοληθεί με την μελέτη παιδιών που εμφανίζουν ΔΕΠΥ υπάρχει μια εξελικτική ερμηνεία του ζητήματος. Τα παιδιά με ΔΕΠΥ χαρακτηρίζονται σαν καλοί κυνηγοί ενώ τα παιδιά χωρίς ΔΕΠΥ χαρακτηρίζονται σαν καλλιεργητές. Οι κυνηγοί πετυχαίνουν πολύ στο πεδίο της μάχης: συνεχώς ανιχνεύουν (διάσπαση προσοχής) και αυτό τους εξασφαλίζει ότι δεν θα τους ξεφύγει κάτι, η ικανότητά τους να παίρνουν γρήγορες αποφάσεις και να τις υλοποιούν (παρορμητικότητα) εγγυάται το ότι θα είναι έτοιμοι να αντιδράσουν σε καταστάσεις έντονου στρες και άμεσης ανταπόκρισης, όπως επίσης η αγάπη τους για ερεθίσματα θα τους επιτρέψει να απολαύσουν τον κόσμο του κυνηγιού, όπως είναι ο σύγχρονος κόσμος. Αυτά τα παιδιά χρειάζεται επίσης να μάθουν την καλλιέργεια γιατί αυτός ο κόσμος έχει αναπτυχθεί από τους καλλιεργητές.

Οι επιπτώσεις

Η ουσιαστική παράμετρος για την εξέλιξη της ανθρωπότητας στην παρούσα περίοδό της βρίσκεται στην ανάπτυξη της συνειδητότητας, ώστε να μπορέσει να συμπεριλάβει και να αναγνωρίσει την ανάπτυξη νέων ποιοτήτων πρώτα πρώτα στο ανθρώπινο είδος αλλά και ευρύτερα σε ένα συνεχώς διαστελλόμενο και εξελισσόμενο σύμπαν. Η πραγματικότητα είναι ότι μέχρι τώρα η φιλοσοφία αλλά και η ψυχολογία επισημαίνουν την αναγκαιότητα της ανάπτυξης της κατάστασης της προσοχής προκειμένου ο άνθρωπος να μπορεί να παρακολουθεί και να συντονίζεται με το περιβάλλον του, φυσικό και ανθρώπινο. Όταν η προσοχή διασπάται διαπιστώνουμε ότι η συντελούμενη εργασία δεν ολοκληρώνεται ή χάνεται η συνέχεια των πραγμάτων. Όταν όμως η προσοχή πάσχει, τότε το αντικείμενο της εργασίας γίνεται πιο ασαφές γιατί χάνεται η συνέχεια της σύλληψης αλλά και της εκτέλεσης του έργου. Η ασυνέχεια εγκαθίσταται όχι μόνο στην σχέση με το περιβάλλον αλλά και στην σχέση με το ίδιο του τον εαυτό. Αν η αυτογνωσία είναι στηριγμένη στην αυτοπαρατήρηση και την επίγνωση τότε η διαταραχή της προσοχής εμποδίζει την αυτογνωσία, καθώς το αντικείμενο, δηλαδή ο εαυτός δεν δέχεται την απαιτούμενη για την μελέτη προσοχή. Αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται κενά στην αντίληψη και την γνώση και τελικά να πλήττεται άμεσα η συνειδητότητα που απαιτεί πλήρη και ακέραια την προσοχή. Έτσι, αν στο σημείο αυτό θέλαμε να προσδιορίσουμε το πεδίο που εντοπίζεται η ΔΕΠΥ, τότε θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια διαταραχή της συνειδητότητας. Βέβαια είναι αναμενόμενο να ανιχνευθούν διαταραχές και στην κατάσταση της συνειδητότητας και μάλλον η ΔΕΠΥ είναι από τις πρώτες - ίσως και η πρώτη - ανιχνευόμενη διαταραχή της συνειδητότητας καθαυτής. Διότι, από ό,τι μέχρι τώρα διαπιστώνεται, φαίνεται πως δεν είναι ψυχολογική ή διανοητική διαταραχή. Ωστόσο επειδή η λειτουργία και η έδρα της συνειδητότητας δεν έχουν περιγραφεί, για τον λόγο αυτό εντοπίζουμε μια διαταραχή, αλλά δεν μπορούμε ακόμη να της αποδώσουμε τα ακριβή παθοφυσιολογικά χαρακτηριστικά. Το βέβαιο, όμως, είναι ότι με την ΔΕΠΥ γράφεται το πρώτο κεφάλαιο της παθολογίας της συνειδητότητας.

Η θεραπεία

Επειδή τα περί της Θεραπείας αναφέρθηκαν παραπάνω θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτό το απόσπασμα πλεονασμός, αλλά εδώ πρέπει να μιλήσουμε όχι πια για την διαταραχή αλλά για το παιδί, για τον άνθρωπο. Όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη παράγραφο η ΔΕΠΥ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν διαταραχή ή πάθηση της συνειδητότητας, ενός πεδίου σχετικά ακαθόριστου, προς το παρόν, όσον αφορά την φυσιολογία του, ωστόσο γίνεται εύκολα κατανοητό ότι το πεδίο αυτό απαιτεί αντίστοιχα θεραπευτικά μέσα που να ανταποκρίνονται στην φύση του. Δηλαδή η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση είναι κατάλληλη για όσα έχουν σχέση με την ψυχή και το περιβάλλον, όμως σε ό,τι αφορά την συνειδητότητα θα χρειαστεί μια νέα μεθοδολογία που να προσιδιάζει στην φύση του πεδίου αυτού. Λέει ο Πήτερ Ντένωφ: «Για το ανθρώπινο όν, τίποτε δεν είναι πιο σημαντικό και πιο έξοχο από το να βρει μια ψυχή με την οποία να μπορεί να συνδιαλέγεται για να λάβει από αυτήν κάτι καινούργιο και σαφές, το οποίο αυτή η ψυχή φέρει εντός της». Εδώ θα μπορούσαμε να ανακαλύψουμε το νόημα της πραγματικής εκπαίδευσης και την ουσιαστική επιδίωξή της. Εν προκειμένω η θέση είναι ότι το άτομο χρειάζεται το καινούργιο αλλά κυρίως το σαφές του αμέσου περιβάλλοντος, δηλαδή της οικογένειας που θα έπρεπε να ήταν αυτή που ετοιμάζει μια τέτοια ψυχή, να την ελευθερώσει ώστε να μπορέσει το παιδί να διδαχτεί από αυτήν. Αντίθετα το πρότυπο της σύγχρονης οικογένειας οδηγεί σε μια γνωσιολογική, μια αποξηραμένη και μια αποστεωμένη εκπαίδευση που καταναγκάζει στην επαγγελματική και κοινωνική επιτυχία ενώ ταυτόχρονα καταδικάζει την ανάπτυξη της ελεύθερης ψυχής που θα μπορέσει να δώσει στο παιδί την εκπαίδευση στο «καινούργιο και το σαφές το οποίο αυτή φέρει εντός της».

Ημερομηνία καταχώρησης: 5.4.2007